Tα ελεύθερα ραδιόφωνα της Καταλονίας συντονίζουν τη δράση τους

Οι ραδιοφωνικοί σταθμοί Radio Pica, Radio Bronka, Contrabanda, Radio Línea IV και Radio RSK προωθούν και πάλι τη δημιουργία ενός συντονιστικού οργάνου των Ελεύθερων Ραδιοφώνων της Καταλονίας. Στις 15 Δεκεμβρίου συγκεντρώθηκαν στη συνέλευση του σταθμού Contrabanda και συναίνεσαν στην παρουσία ενός φωτογράφου και ενός συντάκτη της ιστοσελίδας  Revista Rambla, προκειμένου να πληροφορήσουν για τις προκλήσεις που αντιμετωπίζει το Συντονιστικό Ελεύθερων Ραδιοφώνων.

«Το ραδιόφωνο θα ήταν το πιο υπέροχο μέσο επικοινωνίας που θα μπορούσε να φανταστεί κανείς στη δημόσια ζωή, θα ήταν ένα φανταστικό σύστημα μετάδοσης, δηλαδή θα ήταν αυτά αν μάθαινε όχι μόνο να μεταδίδει, αλλά και να λαμβάνει, ως εκ τούτου όχι μόνο να ακούει τον δέκτη, αλλά να τον κάνει να μιλήσει, να μην τον απομονώσει, αλλά να επικοινωνεί μαζί του. Η ραδιοφωνική μετάδοση θα έπρεπε, επομένως, να απομακρυνθεί από όσους της παρέχουν ειδήσεις και να καταστήσει τους ακροατές παρόχους ειδήσεων. Συνεπώς, όλες οι προσπάθειες της ραδιοφωνικής μετάδοσης στο να προσδώσει έναν πραγματικό δημόσιο χαρακτήρα στις δημόσιες υποθέσεις είναι θετικότατες. […] Όταν η κυβέρνηση ή η Δικαιοσύνη αντιτίθενται σε αυτήν τη ραδιοφωνική δραστηριότητα, φοβούνται και ανήκουν σε καιρούς προγενέστερους από την εφεύρεση του ραδιοφώνου, αν όχι από την εφεύρεση της πυρίτιδας».
(Μπέρτολτ Μπρεχτ, Η ραδιοφωνική μετάδοση ως μέσο επικοινωνίας)

Στη λεγόμενη εποχή της μαζικής επικοινωνίας, όταν η ταχύτητα φαίνεται να έχει μειώσει το χρόνο και το χώρο σε απλές θεωρήσεις χωρίς σημασία, το ραδιόφωνο φαίνεται να είναι υποβαθμισμένο στην κατώτατη βαθμίδα μεταξύ όλων των μορφών επικοινωνίας: πολύ πιο πάνω από το ραδιόφωνο βρίσκεται η τηλεόραση και φυσικά το διαδίκτυο με όλα τα κοινωνικά δίκτυα, τα μπλογκς και τις ιστοσελίδες. Ίσως μόνο τα έντυπα μέσα διεκδικούν από το ραδιόφωνο τη θέση του ουραγού.

Ποιος ακούει ραδιόφωνο σήμερα; Η απάντηση στο ερώτημα αυτό θα μας αναγκάσει να αναφερθούμε σε κοινούς τόπους, όπως, για παράδειγμα, σε μοναχικούς νυχτερινούς τύπους ή στην αξιοθαύμαστη συνομοταξία των οδηγών ταξί. Είναι αναμφισβήτητο ότι υποκρύπτεται ένας ρομαντισμός, εμφανώς ξεπερασμένος, στο να συντονίζεται κανείς σε μία συχνότητα, ψάχνοντας –επιτρέψτε μου την τετριμμένη φράση– «λίγη συντροφιά». Σε τελευταία ανάλυση, το ενδιαφέρον ερώτημα δεν είναι ποιος ακούει ραδιόφωνο, ούτε αν είναι πολλοί ή λίγοι οι ακροατές, αλλά, σύμφωνα με τον Μπρεχτ, τι μπορεί να ακούσει κανείς και πότε ο δέκτης μπορεί να παίξει το ρόλο του πομπού.

Με αυτή την έννοια, το ραδιόφωνο δεν είναι άσχετο προς τη διαδικασία εξέλιξης του γραπτού Τύπου ή της τηλεόρασης. Με σπάνιες και περιορισμένες εξαιρέσεις, τα καθεστωτικά μέσα ενημέρωσης, που πουλάνε και πουλιούνται, είναι αγκυλωμένα υπό τον έλεγχο μεγάλων επιχειρηματικών ομίλων, που ελάχιστα ή καθόλου δε σχετίζονται με την επικοινωνία, και υπακούουν σε ένα πολιτικό και οικονομικό μοντέλο που αλλοιώνει την πληροφορία ή, ακόμα, την αναμειγνύει με τη θεσμική προπαγάνδα και την εμπορική διαφήμιση.

Η ιδέα για τη δημιουργία ενός συντονιστικού των Ελεύθερων Ραδιοφώνων δεν είναι καινούργια, αφού εδώ και μερικά χρόνια έχει ένα προηγούμενο, αλλά  τώρα αναβιώνει επειδή υπάρχουν πολλοί λόγοι για κάτι τέτοιο, σχεδόν οι ίδιοι λόγοι που υπήρχαν και τότε. Η κατάσταση των ελεύθερων ραδιοφώνων τα καθιστά, θεωρητικά, το πιο εύθραυστο στοιχείο ενός ραδιοφωνικού χώρου ολοένα και πιο κορεσμένου: οι συχνότητές του είναι δώρα για τα ιδιωτικά και εμπορικά ραδιόφωνα, τα οποία έχοντας μεγαλύτερη ισχύ παρεμβαίνουν και ποδοπατούν τις συχνότητες των ελεύθερων ραδιοφωνικών σταθμών. Στην πράξη, όμως, παρατηρούμε πως δεν είναι καθόλου αμελητέα η αντίσταση, για παράδειγμα του Radio Bronka και του Radio Pica, δύο ιστορικών ελεύθερων ραδιοφώνων, στις παρεμβολές του Amb2 FM (πρώην Mola FM), ενός σταθμού με έδρα το Σαμπατέλ, που εκπέμπει με άδεια, από τον αναμεταδότη του Tossa d’Alp στα Πυρηναία και από τον Πύργο του Collserola στο Vallés, και χωρίς άδεια στη Βαρκελώνη. Δηλαδή, δε γνωρίζει ούτε νόμο ούτε τάξη, παρά το γεγονός ότι λαμβάνει δημόσιες επιδοτήσεις. Όλα τα ελεύθερα ραδιόφωνα απειλούνται από παρεμβολές: το Radio Línea IV και το Radio RSK υπέστησαν τα ίδια κάποια στιγμή, και στην πραγματικότητα τίποτα δεν εγγυάται ότι το σήμα τους δε θα καταπατηθεί ξανά από ιδιωτικά ή δημόσια ραδιόφωνα.

Δεν υπάρχουν εγγυήσεις διότι, αν και για πολλά χρόνια η κατάσταση του ελεύθερου ραδιοφώνου ήταν βυθισμένη στην κόλαση της ανομίας, ή με άλλα λόγια στο έλεος κάθε νομικής αναγνώρισης, η καταραμένη κυβέρνηση των τριών [Σ.τ.Μ. Καταλονία, 2003-2006] μας άφησε, μεταξύ άλλων συμφορών, ένα διάταγμα για τη ρύθμιση της λειτουργίας των μη κερδοσκοπικών μέσων ενημέρωσης, το οποίο, για παράδειγμα, επιχειρεί να ελέγξει το περιεχόμενο και την πολιτική κάθε ελεύθερου ραδιοφώνου μέσω του Συμβουλίου Οπτικοακουστικών Μέσων της Καταλονίας (CAC), ή δεν αναγνωρίζει το έργο και την ιστορική διαδρομή των ελεύθερων ραδιοφωνικών σταθμών που βρίσκονται σε λειτουργία για πάνω από δύο δεκαετίες, το δε Radio Pica ακόμα περισσότερο, αφού εξέπεμψε στα καταλανικά πριν και από το Catalunya Rádio. Με αυτές τις λεπτές ενδείξεις ευαισθησίας, κανέναν δε θα εκπλήξει αν απορριφθούν στο σύνολό τους οι αιτιάσεις ενάντια στο διάταγμα, τις οποίες παρουσίασαν τα μέσα ενημέρωσης μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα, όπως η συλλογικότητα Okupem les Ones ή τα ίδια τα ραδιόφωνα Radio Pica και Radio Bronka. Τώρα, με τη νέα κυβέρνηση του Artur Mas, μένει να δούμε ποια κατεύθυνση θα επιχειρήσουν να δώσουν στην υπόθεση.

Σε μια κοινωνία της οποίας η πραγματικότητα είναι πολύ συγκεντρωτική και μέσα στην πληροφορική, όπου τα ιδιωτικά και δημόσια μέσα επικοινωνίας είναι Εξουσία και βρίσκονται στην υπηρεσία της Εξουσίας, τα ελεύθερα ραδιόφωνα εμφανίζονται προ της αναγκαιότητας και του δικαιώματος κάθε ατόμου ή ομάδας να εκφράζουν ελεύθερα τις απόψεις τους, να κάνουν κριτική και να προσφέρουν εναλλακτικές λύσεις σε ό,τι τους αφορά άμεσα ή έμμεσα. Τα ελεύθερα ραδιόφωνα χαρακτηρίζονται από:

– μη επαγγελματικό χαρακτήρα, με την έννοια ότι η επικοινωνία δε θα πρέπει να είναι ένα μέσο κερδοσκοπίας

– αυτοδιαχειριζόμενη λειτουργία, βασισμένη στη λήψη αποφάσεων με άμεση δημοκρατία, από όλους όσους συμμετέχουν ενεργά στη ζωή του ραδιοφώνου. Είμαστε αυτόνομοι. Η ελεύθερη ραδιοφωνία κινείται εκτός  οποιασδήποτε πολιτικής ή οικονομικής ομάδας πίεσης που μπορεί ή θέλει να αλλοιώσει προς όφελός της το μήνυμα που εκπέμπεται, και προφανώς απορρίπτουμε οποιουδήποτε είδους διαφήμιση, άμεση ή έμμεση. Το ελεύθερο ραδιόφωνο είναι συμμετοχικό. Βρίσκεται στην υπηρεσία της κοινότητας, στην οποία είναι ενταγμένο, προωθώντας την ενοποίηση των εννοιών πομπός – δέκτης. Τα ελεύθερα ραδιόφωνα εμφανίζονται ως αναγκαιότητα στο να φέρουν την επικοινωνία στην καθημερινότητα και ως αγώνας κατά του μονοπωλίου και του συγκεντρωτισμού της επικοινωνίας.

– Τέλος, αυτοπροσδιοριζόμαστε ως ραδιόφωνα απαλλαγμένα από κάθε είδους δέσμευση, εκτός απ’ αυτήν της διάδοσης της πραγματικότητας και των απόψεων χωρίς περιορισμούς.

Τα ελεύθερα ραδιόφωνα επιδιώκουμε την ενίσχυση όλων των πρακτικών επικοινωνίας που βασίζονται σε μια ριζική αντιπαράθεση ενάντια σε κάθε είδους κοινωνικές σχέσεις Κυριαρχίας και, γι’ αυτό, επιλέγουμε έναν εναλλακτικό τρόπο ζωής απέναντι στον σημερινό (Μανιφέστο του Βιλιαβέρδε, 1983).

Τα ελεύθερα ραδιόφωνα δε συμπεριλαμβάνονται απλώς στα λεγόμενα κοινοτικά μέσα ενημέρωσης: δεν είναι ραδιόφωνα θρησκευτικού περιεχομένου ούτε έχουν πίσω τους μια οικονομική ή πολιτική ομάδα που αποζητά να πάρει άλλη μία συχνότητα χάρη σε κάποιο υποτιθέμενο «κοινωνικό έργο». Οι ελεύθεροι ραδιοφωνικοί σταθμοί, αφήνοντας κατά μέρος τη μεγαλοστομία των μέσων μαζικής «ενημέρωσης», επιλέγουν να δώσουν φωνή σε όποιον διαφορετικά δε θα ακουγόταν, στον αγώνα ενάντια στο σεξισμό, στην ξενοφοβία, στον κοινωνικό αποκλεισμό και, στη βάση τους, υπερασπίζονται το δικαίωμα στην επικοινωνία, με έναν τρόπο τόσο βασικό και προφανή, που διερωτάται κανείς κατά πόσον είναι αναγκαίο να τον θυμίσουμε. Ωστόσο, αξίζει να αναφέρουμε τις απόψεις του Frank La Rue από τη Γουατεμάλα, εισηγητή των Ηνωμένων Εθνών για την Προώθηση και Προστασία της Ελευθερίας της Έκφρασης, ο οποίος έκρινε ότι είναι απαραίτητο οι κυβερνήσεις να κρατήσουν τουλάχιστον το ένα τρίτο του ραδιοφωνικού φάσματος για τα κοινοτικά μέσα ενημέρωσης και τους πολίτες (μέσα σε αυτό μπορούμε να υποθέσουμε ότι συμπεριλαμβάνονται τα ελεύθερα ραδιόφωνα).

Το μοντέλο του ελεύθερου ραδιοφώνου που ορίζεται ως συνελευσιακό, αυτοδιαχειριζόμενο, μη εμπορικό και μη επαγγελματικό, δεν ανταγωνίζεται σε στόχους άλλα μοντέλα: όχι μόνο δεν παίζει στο ίδιο πρωτάθλημα με αυτά, αλλά ούτε καν βρίσκεται στην ίδια διάσταση: η αντίσταση δεν περιορίζεται στο ραδιοφωνικό εγχείρημα, αλλά περιλαμβάνει και την οργάνωσή του. Αν στα ιδιωτικά και στα δημόσια ραδιόφωνα ένα τεχνικό πρόβλημα λύνεται σύντομα χάρη στην εισροή χρημάτων, στην ελεύθερη ραδιοφωνία χωρίς να αγνοούμε την οικονομική πτυχή του θέματος, κινητοποιείται όλο το ανθρώπινο δυναμικό μεταξύ φίλων και γνωστών, εκτός από την πραγματοποίηση μιας χρονικής προσπάθειας, η οποία μερικές φορές δε διασφαλίζει την επιτυχία.

Το συντονιστικό των Ελεύθερων Ραδιοφώνων ετοιμάζει τη δημόσια παρουσίασή του στις 21 Ιανουαρίου, μαζί με τη μελέτη του Radio RSK, στο Can Basté. Μεταξύ άλλων πρωτοβουλιών για τη διάδοση του αγώνα και του έργου του συντονιστικού, υπάρχουν σχέδια για τη δημιουργία ενός σάιτ, και ειδικότερα η σύνταξη ενός μανιφέστου στο οποίο μπορούν να συμπεριληφθούν άλλα ραδιόφωνα. Επίσης, πριν από το πρώτο εξάμηνο του 2011, θα πραγματοποιηθούν συναυλίες και άλλες εορταστικές εκδηλώσεις.

«Σε κάποια ραδιοφωνική συχνότητα που δε θέλω να θυμάμαι, δεν πάει πολύς καιρός που εξέπεμπε ένα ελεύθερο ραδιόφωνο, από αυτά που έκαναν συνέλευση κάθε μήνα και είχαν έναν μεταχειρισμένο πομπό, παράτολμη αυτοδιαχείριση και μη κερδοσκοπικό χαρακτήρα». Όπως ο Αλόνσο Κιχάδα, ιππότης από τη Μάντσα (κεντρική Ισπανία), αγωνίστηκε να κρατήσει ζωντανή την παράδοση των ιπποτικών επών, όταν αυτά ήταν πια απλώς μια αντανάκλαση ενός παρελθόντος που ποτέ δεν υπήρξε, έτσι κάποιος ονειροπόλος θα μπορούσε να πιστέψει ότι, αν απλά το να ακούει κανείς ραδιόφωνο έχει ένα ρομαντισμό, η προσπάθεια να γίνει ραδιόφωνο από ένα μη επαγγελματικό, μη εμπορικό, αυτοδιαχειριζόμενο μοντέλο ραδιοφώνου, βασιζόμενο σε συνελεύσεις της ομάδας που το αποτελεί, μπορεί να οφείλεται μόνο σε κάποιους δονκιχώτες μαγεμένους από τη μαγεία του ραδιοφώνου και την ψευδαίσθηση μιας κοινωνικής οργάνωσης εναλλακτικής στην επικρατούσα. Πολύ μακριά από την αλήθεια…

Οι υποτιθέμενοι δονκιχώτες των ερτζιανών θα αγωνίζονταν, μες στην ψευδαίσθησή τους, με γίγαντες που δε θα περνιόνταν στην πραγματικότητα για ακίνδυνους ανεμόμυλους. Ωστόσο, η κατάσταση των ελεύθερων ραδιοφώνων δεν οδηγεί σε τέτοια σύγχυση: τα μεγάλα ιδιωτικά και κρατικά μίντια δεν είναι τίποτα περισσότερο από γίγαντες, αδέξιους και μουχλιασμένους, τους οποίους υποθάλπει η πολιτική και οικονομική Εξουσία, και που με τα δυνατά τους μεγάφωνα υπερασπίζονται και αξιώνουν ένα μοντέλο που ωφελεί μόνο κάποιους λίγους, πληρώνοντας έτσι τις προσφερόμενες υπηρεσίες, με σκοπό να μοιραστούν μεταξύ τους την πίτα των ραδιοφωνικών αδειών.

Σα να μην έφτανε αυτό, ο Δον Κιχώτης πέθανε αφού είχε επανακτήσει τη λογική του. Αντιθέτως, τα ελεύθερα ραδιόφωνα θα εξαφανιστούν σε περίπτωση που τη χάσουν.

www.rebelion.org

To κείμενο στα ισπανικά