Απολογισμός βραχύβιας αναρχικής κατάληψης στη Ν. Γκρήνσμπορο Στριτ 201
Κατά τις 15.30 του Σαββάτου, 4 Φλεβάρη 2012, μια ομάδα 50 περίπου διαδηλωτών, ξεκινώντας από ένα μηνιαίο χαριστικό παζάρι, κινήθηκε προς ένα παρακείμενο άδειο κτήριο, ιδιοκτησίας της αλυσίδας φαρμακείων CVS. Μέσα σε μερικά λεπτά το πλήθος είχε καταλάβει το κτήριο, κρεμώντας πανό από τη στέγη και τα παράθυρα, στήνοντας πάγκους με τζάμπα φαγητό και μοιράζοντας πακέτα με καλούδια στους περαστικούς. Κάποιοι άλλοι κατέφτασαν με ξυλουργικό εξοπλισμό, ξύλα, έπιπλα, βιβλία προς διανομή, καθώς και εργαλεία και ξεκίνησαν να κατασκευάζουν παγκάκια και τραπέζια. Κάποιοι ζωγράφισαν με μεγάλα καλλιγραφικά γράμματα το σύνθημα «Κομμούνα του Κάρμπορο», συνοδευόμενο από ένα αλφάδι, και το σήμα κατάληψης σε μεγάλο μέγεθος στους τοίχους. Ταυτόχρονα, άλλοι υποστηρικτές του νέου εγχειρήματος περιδιάβαιναν τη γειτονιά, ανακοινώνοντας την κατάληψη και καλώντας σε μία ανοιχτή συνέλευση γειτονιάς στο κτήριο, για την επόμενη μέρα.
«Αντικαπιταλιστές και καταληψίες» ανέλαβαν την ευθύνη για την κατάληψη, που έγινε με την υπογραφή της Κομμούνας του Κάρμπορο, με στόχο να κρατηθεί το κτήριο σε μόνιμη βάση και να στηθεί κάποιου είδους κοινότητα ή κοινωνικό κέντρο.
Θέλοντας να αποφύγουν την αρνητική δημοσιότητα και τον κοινωνικό απόηχο μιας ένοπλης εκκένωσης, όπως είχε συμβεί πέρυσι με ένα κατειλημμένο κτήριο στο γειτονικό Τσάπελ Χιλ, οι μπάτσοι και ο δήμαρχος έμειναν αρχικά αποτραβηγμένοι. Δυστυχώς, όμως, ο ανοιχτός χαρακτήρας της κατάληψης απέναντι σε τυχαίους περαστικούς έμπασε μέχρι και τον ίδιο το δήμαρχο μέσα στο κτήριο. Η κατάληψη συνεχίστηκε μέχρι τις 19.30, ώσπου η αστυνομία μπούκαρε και άρχισε να απειλεί πως θα προβεί σε συλλήψεις. Πλήθος κουκουλωμένων βγήκαν από το κτήριο από μία πλαϊνή πόρτα, φωνάζοντας συνθήματα και κρατώντας ένα πανό, για να συναντηθούν στη συνέχεια με τον κόσμο που ήταν μπροστά στο κτήριο. Δεν έγιναν προσαγωγές.
Τότε μια αλλόκοτη σκηνή εκτυλίχτηκε έξω από το κτήριο, όταν μεγάλο πλήθος κουκουλωμένων διαδηλωτών, αλληλέγγυων, μπάτσων, δημοσιογράφων και τοπικών πολιτικών έγιναν ένα μπουλούκι, φωνάζοντας ο ένας στον άλλον μπροστά στις κάμερες. Ο δήμαρχος μπουρδούκλωνε τα λόγια του επανειλημμένα, ενώ κάποιοι απ’ τους συγκεντρωμένους τον σκυλόβριζαν κι άλλοι έβγαζαν λόγο, φωνάζοντας «Όλοι οι μπάτσοι είναι μπάσταρδοι» και δίνοντας την υπόσχεση πως θα επέστρεφαν. Ένα καθεστωτικό μέσο παρέθεσε τα λόγια του δημάρχου Τσίλτον, «Είστε όλο μαλακίες», σε απάντηση προς ένα άτομο με καλυμμένα τα χαρακτηριστικά του, που φώναζε ότι είναι αδύνατον να επιβιώσεις στην πόλη με το μισθό ενός εργάτη στον τομέα των υπηρεσιών.
Οι εξομαλυντικές απόπειρες του δημάρχου να χειριστεί την εξιστόρηση μιας ειρηνικής απο-κατάληψης πήραν την κάτω βόλτα, και πνίγηκαν από τη βίαιη σχεδόν έχθρα και ματαίωση ενός πλήθους που ούρλιαζε. Η σκηνή, που έλαβε χώρα στην πλέον πολυσύχναστη διασταύρωση μπροστά σε μισή ντουζίνα κάμερες, ήταν μια παράδοξη αλλαγή για την υποτιθέμενη ήσυχη και πολιτικά «απαλλαγμένη από συγκρούσεις» φιλελεύθερη πόλη.
Αυτός είναι μονάχα ένας σύντομος απολογισμός από ένα συμμετέχοντα. Ενώ γράφονται αυτές οι αράδες, ακόμα προσπαθούμε να συνέλθουμε από τα γεγονότα των τελευταίων ωρών, προσπαθώντας να καταλάβουμε τι πήγε καλά και πού στράβωσε το πράγμα. Σίγουρα θα υπάρξει πιο εκτενής αποτίμηση κι ανάλυση. Αυτήν τη στιγμή στέλνουμε την αγάπη και την οργή μας σε όλα τα συντρόφια μας στις ΗΠΑ και στον κόσμο, που παλεύουν επίσης για την ανάκτηση ενός κόσμου που μας τον έχουν κλέψει.
Ελπίζουμε ότι οι μικρές μας προσπάθειες μπορούν να ενημερώσουν και να εμπνεύσουν άλλους, κι ιδίως να δώσουν λίγο κουράγιο στους φίλους και συντρόφους που βρίσκονται στις φυλακές της Δυτικής Ακτής, απαχθέντες γιατί επιχείρησαν κι αυτοί να ανακτήσουν ένα μέλλον κλεμμένο.