Λες:
Άσχημα τα πράγματα για την υπόθεσή μας.
Το σκότος εξαπλώνεται. Οι δυνάμεις συρρικνώνονται.
Τώρα, μετά από τόσο πολλά χρόνια που κοπιάσαμε,
είμαστε σε δυσκολότερη θέση απ’ ό,τι στην αρχή.
Μα ο εχθρός στέκει ισχυρότερος από ποτέ.
Οι εξουσίες του σαν να ’ναι διογκωμένες. Έχει πάρει αήττητη θωριά.
Μα έχουμε κάνει λάθη κι εμείς, δε χωρεί αμφιβολία.
Ο αριθμός μας φυλλορροεί.
Τα συνθήματά μας τελούν υπό σύγχυση. Μερικά απ’ τα λόγια μας,
τόσο που διαστρεβλώθηκαν απ’ τον εχθρό, γίνανε αγνώριστα.
Απ’ όσα είπαμε, τώρα, τι είναι λάθος απ’ αυτά:
ορισμένα ή όλα;
Σε ποιον υπολογίζουμε ακόμα; Τι είμαστε, περισσεύματα απόβλητα
απ’ το ρεύμα που βρίσκεται εν ζωή; Θ’ αποτραβηχτούμε
χωρίς πια να καταλαβαίνουμε κανέναν κι ούτε να μας καταλαβαίνει κανείς;
Είναι θέμα τύχης για εμάς;
Αυτά ρωτάς. Δεν περιμένω
καμιά άλλη απάντηση, μόνο τη δική σου!
[Bertolt Brecht, „An den Schwankenden“, 1933]