Είναι δύσκολο να χωνέψει κανείς ανθρώπους που βάζουνε μπρος έναν αγώνα, που αντιστέκονται στον κανιβαλισμό του σώματός τους, του μυαλού τους, της καθημερινής τους ζωής. Μερικοί άνθρωποι καταφέρνουν ν’ αντισταθούν, αλλά οι περισσότεροι δεν αντιστέκονται αποτελεσματικά, γιατί δεν μπορούνε. Είναι δύσκολο να εντοπίσουμε το βασανιστή μας, επειδή είναι τόσο διάχυτος, τόσο οικείος. Τον ξέρουμε όλη μας τη ζωή. Πρόκειται για τον πολιτισμό μας.
Οι καταστασιακοί χαρακτηρίζουν τον πολιτισμό μας ως ένα θέαμα. Το θέαμα μας αντιμετωπίζει όλους ως παθητικούς θεατές τού τι μας λένε πως είναι τάχα οι ζωές μας. Και ο πολιτισμός-ως-θέαμα καλύπτει τα πάντα: γεννιόμαστε εντός του, κοινωνικοποιούμαστε απ’ αυτόν, πάμε στο σχολείο στο πλαίσιό του, δουλεύουμε και χαλαρώνουμε και σχετιζόμαστε μ’ άλλους ανθρώπους μέσα σ’ αυτόν. Ακόμα κι όταν εξεγειρόμαστε εναντίον του, συχνά η εξέγερση ορίζεται απ’ το θέαμα. Θα ’μπαινε κανείς στον κόπο να υπολογίσει πόσοι ευαίσθητοι, αποξενωμένοι έφηβοι προ μιας γενιάς υιοθετήσανε το πρότυπο του Τζέιμς Ντην στο έργο «Επαναστάτης χωρίς αιτία»; Μιλώ για μια ταινία της οποίας οι καπιταλιστές παραγωγοί κι ο πρωταγωνιστής βγάλανε πάρα πολλά λεφτά απ’ αυτό το Θεαματικό.
Έτσι, οι εξεγερμένες πράξεις τείνουν να γίνουν πράξεις αντίθεσης στο θέαμα, αλλά σπάνια διαφέρουνε τόσο ώστε να υπερβαίνουν το θέαμα. Οι γυναίκες εκδηλώνουν μια σειρά από συμπεριφορές που δείχνουν δυσαρέσκεια όντας το αντίθετο απ’ το αναμενόμενο. Ταυτόχρονα οι πράξεις αυτές είναι κοινοτοπίες ανταρσίας, κι έτσι πρόκειται για σχεδόν υπαγορευμένες βαλβίδες ασφαλείας που δεν αλλοιώνουν το θέατρο της ζωής μας. Τι υποτίθεται πως καλείται να κάνει μια εξεγερμένη γυναίκα; Μπορούμε όλοι κι όλες μας να κατονομάσουμε τα φερσίματα – εμφανίζονται σε κάθε εφημερίδα, στα κανάλια τις ώρες με τη μεγαλύτερη τηλεθέαση, στη λίστα με τα μπεστ σέλερ, σε δημοφιλή περιοδικά και, φυσικά, στην καθημερινότητα. Σ’ ένα σκηνικό όπου εκτιμάται η τελειομανής νοικοκυροσύνη, μπορεί να ’ναι μια ανεπρόκοπη. Σε μια υποκουλτούρα όπου εκτιμώνται οι πολυμελείς οικογένειες, μπορεί ν’ αρνείται να κάνει παιδιά. Άλλες προβλέψιμες εξεγέρσεις; Μπορεί ν’ αψηφά το σεξουαλικό διπλό κανόνα για τις παντρεμένες γυναίκες με το να ξενοκοιμάται (με περισσότερους από έναν, άμα λάχει). Μπορεί να πίνει. Ή να χρησιμοποιεί γλώσσα «αποδυτηρίων» (να μιλάει χύμα και τσουβαλάτα, να βρίζει κ.λπ.). Ή να παθαίνει νευρικό κλονισμό. Ή –αν είναι έφηβη– μπορεί «να ξεδώσει» (μια φράση που τα λέει όλα!) με το να το σκάσει απ’ το σπίτι και να ’χει σεξουαλικές σχέσεις με πολλούς άνδρες.
Οποιοδήποτε απ’ αυτά τα φερσίματα ενδέχεται να κάνει πιο ανεκτή τη ζωή μιας γυναίκας ατομικά (αν και συχνά τέτοια πράγματα την κάνουνε λιγότερο υποφερτή), κι όλα τους είναι εγγυημένο πως θα κουρδίσουνε τους συντηρητικούς να τσαμπουνάνε πως η κοινωνία παραπαίει. Ωστόσο αυτές οι προδιαγεγραμμένες εξεγέρσεις δεν την κάνανε να παραπαίει ακόμα, κι από μόνες τους δε φαίνεται πως θα το καταφέρουν. Οτιδήποτε λιγότερο από μιαν άμεση επίθεση εναντίον όλων των συνθηκών της ζωής μας, δεν είναι αρκετό.
Όταν κάποιες μιλάνε για αλλαγή της καταστροφικής κοινωνικοποίησης των γυναικών που γίνεται μέσω του έμφυλου ρόλου, διαλέγουνε μία απ’ αυτές τις τρεις πιθανές λύσεις: α) Τα κορίτσια πρέπει να κοινωνικοποιούνται πάνω κάτω σαν τ’ αγόρια ώστε να είναι ανεξάρτητα, ανταγωνιστικά, επιθετικά, κι ούτως καθεξής. Κοντολογίς ζούμε σ’ έναν ανδρικό κόσμο, κι έτσι η γυναίκα που θέλει να είναι ενταγμένη σ’ αυτόν πρέπει να γίνει «ένα από τ’ αγόρια». β) Οφείλουμε να παινεύουμε το γυναικείο ρόλο και να συνειδητοποιούμε πως ό,τι χαρακτηρίζεται πάνω μας σαν αδυναμία είναι στην πραγματικότητα δύναμη. Πρέπει να το περηφανευόμαστε που είμαστε μητρικές, στοργικές, ευαίσθητες, ευσυγκίνητες, και πάει λέγοντας. γ) Το μόνο υγιές πρόσωπο είναι ένα ανδρόγυνο άτομο: Πρέπει να εκριζώσουμε την επίπλαστη διαίρεση της ανθρωπότητας σε «αρσενικό» και «θηλυκό», και να βοηθήσουμε τα φύλα να μετατραπούνε σε μια μείξη των καλύτερων γνωρισμάτων και των δυο.
Εντός αυτών των τριών μοντέλων, προσωπικές λύσεις για προβλήματα σεξιστικής καταπίεσης καλύπτουν μια ευρεία γκάμα: Μείνε ανύπαντρη. Ζήσε κοινοβιακά (με άνδρες και γυναίκες, ή μονάχα με γυναίκες). Μην τεκνοποιήσεις. Μη γεννήσεις άρρενα παιδιά. Κάνε ό,τι παιδιά σού γουστάρει, αλλά εξασφάλισε παιδική μέριμνα που να ’ναι ελεγχόμενη γονικά κι εργατικά. Βρες μια δουλειά. Βρες μια καλύτερη δουλειά. Πίεσε για θετική δράση στην εργασία (ποσόστωση υπέρ γυναικών ή μειονοτήτων στις προσλήψεις). Γίνε ενημερωμένη καταναλώτρια. Υπόβαλε μήνυση. Μάθε καράτε. Πάρε μαθήματα επικοινωνιακής αυτοπεποίθησης. Ανάπτυξε τη λεσβία που κρύβεις μέσα σου. Ανάπτυξε την προλεταριακή σου ταυτότητα. Όλα αυτά βγάζουν νόημα σε επιμέρους καταστάσεις, για συγκεκριμένες γυναίκες. Μα δεν είναι παρά μερικές λύσεις σε πολύ σφαιρικότερα προβλήματα, και τίποτε απ’ αυτά δεν προϋποθέτει απαραιτήτως τη θέαση του κόσμου μ’ έναν ποιοτικά διαφορετικό τρόπο.
Άρα, απ’ τις επιμέρους πάμε σε πιο γενικές λύσεις. Κατάστρεψε τον καπιταλισμό. Τερμάτισε την πατριαρχία. Τσάκισε τον ετεροσεξισμό. Όλα αυτά είναι προφανώς ουσιαστικές διεργασίες για την οικοδόμηση ενός νέου κι αληθινά ανθρώπινου κόσμου. Οι μαρξιστές, άλλοι σοσιαλιστές, οι κοινωνικοί αναρχικοί, οι φεμινίστριες, όλοι κι όλες τους θα συμφωνούσαν. Όμως αυτό που ο κάθε σοσιαλιστής κι ακόμα και ορισμένες φεμινίστριες αφήνουνε απ’ έξω είναι το εξής: Πρέπει να συντρίψουμε κάθε μορφή κυριαρχίας. Κι αυτό δεν είναι απλά ένα σύνθημα, είναι το δυσκολότερο έργο απ’ όλα. Σημαίνει πως καλούμαστε να δούμε πέρα από το θέαμα, να καταστρέψουμε τα δοσμένα σκηνικά, να μάθουμε πως υπάρχουνε κι άλλοι τρόποι για να κάνουμε πράγματα. Σημαίνει πως πρέπει να κάνουμε περισσότερα απ’ το ν’ αντιδρούμε μέσα σε προγραμματισμένες ανταρσίες – πρέπει να πράξουμε. Και οι δράσεις μας ν’ αναλαμβάνονται συλλογικά ενόσω το κάθε πρόσωπο πράττει αυτόνομα. Φαντάζει οξύμωρο; Δεν είναι – αλλά είναι κάτι που γίνεται πολύ δύσκολα. Το άτομο δεν μπορεί ν’ αλλάξει κάτι πάρα πολύ. Γι’ αυτόν το λόγο καλούμαστε να δουλέψουμε από κοινού. Μα η δουλειά αυτή πρέπει να γίνεται χωρίς ηγέτες όπως τους ξέρουμε, και χωρίς ανάθεση οποιουδήποτε ελέγχου επί των πράξεών μας και του τι θέλουμε να οικοδομήσουμε.
Μπορούνε να το κάνουμε αυτό οι σοσιαλιστές; Ή οι μητριάρχες; Ή όσοι κι όσες τριπάρουνε με την πνευματικότητα; Ξέρεις την απάντηση. Δούλεψε μαζί τους όποτε έχει νόημα να το κάνεις, αλλά μην εγκαταλείπεις τίποτα. Μην παραχωρείς τίποτε σ’ αυτά τα άτομα, ή σ’ οποιαδήποτε άλλα.
Το παρελθόν σε μας οδηγεί αν τ’ αναγκάσουμε.
Αλλιώτικα μας περικλείει
στο άσυλό του χωρίς πύλες.
Γράφουμε ιστορία
ή γράφει αυτή εμάς.
–από το κείμενο «Σοσιαλισμός, αναρχισμός και φεμινισμός» της Carol Ehrlich, που πρωτοδημοσιεύτηκε στις ΗΠΑ το 1977 (οι στίχοι τέλους είναι από ποίημα της Marge Piercy)· ανακτήθηκε από anarcha μέσω theanarchistlibrary