Βραζιλία: Με λένε Τζόνι

Γεννημένος στις 10 Μάη 1986 στο Σάο Πάολο, ο Τζόνι Ραόνι Φαλκάου Γκαλανκιάκ [Johni Raoni Falcão Galanciak], ή απλά Τζόνι, έγινε γνωστός ως μια από τις πιο χαρακτηριστικές φιγούρες της πανκ σκηνής στο Σάο Πάολο την πρώτη δεκαετία του 21ου αιώνα. Δηλωμένος αναρχικός, ο Τζόνι έδρασε πάντα με πάθος στις διαδηλώσεις κόντρα στην καπιταλιστική εκμετάλλευση και στους αγώνες ενάντια στην ξενοφοβία, στο ρατσισμό, στην ομοφοβία και στο ναζιφασισμό. Όλως περιέργως, ο Τζόνι γεννήθηκε την ίδια ημέρα με τον Σιντ Βίσιους, μπασίστα των Sex Pistols. Τ’ όνομα που του δόθηκε ήταν μια μνεία σ’ όλα τα παιδιά του κόσμου (το όνομα Τζόνι είναι από τα πιο κοινά ανά τον κόσμο) όπως και στο σπουδαίο φύλαρχο Ραόνι των Τσουκαρραμάι.

Τα πρώτα χρόνια της νιότης του κύλησαν σταθερά. Φοιτούσε σε δημόσιο σχολείο και πέρναγε τις διακοπές του στο Σαλβαδόρ της Μπαΐα, γενέτειρα της μάνας του, η οποία είχε μια διακριτική συμβολή στο πάνκικο κίνημα στις αρχές της δεκαετίας του ’80. Αυτή η συνύπαρξη με τον κόσμο της Σωτηρούπολης (όπως λέγεται η πόλη του Σαλβαδόρ στο τοπικό ιδίωμα) έκανε τον Τζόνι έναν από τους υπερασπιστές των δικαιωμάτων όσων έρχονταν απ’ το βορρά στο Σάο Πάολο και υπέφεραν απ’ την προκατάληψη ξενοφοβικών ομάδων.

Η λυσσαλέα εναντίωσή του στους νεοναζήδες έγκειται στο γεγονός ότι ο παππούς του απ’ την πλευρά του πατέρα του είχε πολωνική καταγωγή και είχε βιώσει τον τρόμο των χιτλερικών κατά το Β΄ Παγκόσμιο πόλεμο (την περίοδο από το 1935 έως το 1945). Το γεγονός ότι ο Τζόνι χώθηκε στο πάνκικο κίνημα οφείλεται μερικώς και στ’ ότι ο πατέρας του ήταν μέλος και τραγουδιστής της μπάντας Excomungados (από το 1982 μέχρι το 1996). Μια άλλη επιρροή, κι ίσως η πιο καθοριστική, υπήρξε η αδάμαστη ανταρσία του κι εξέγερση κόντρα στις καθημερινές αδικίες αυτής της υλιστικής κοινωνίας όπου ζούμε. Ο Τζόνι ήταν ένα αντιφατικό άτομο, και παρ’ ότι υιοθετούσε το πανκ ως τρόπο ζωής, δεν ήταν ατομικιστής παρά μοναχικός, και πολλές φορές τον χαρακτήριζε η απονήρευτη στάση. Τον Απρίλη του 2001, λίγο προτού κλείσει τα 15 του χρόνια, ο Τζόνι πήγε σε μία εκδήλωση μνήμης για τα 25 χρόνια του κινήματος πανκ, η οποία πραγματοποιήθηκε στο χώρο Funarte στο Σάο Πάολο και διοργανώθηκε από τον Αντόνιο Μπιβάρ και τον Αριέλ από την μπάντα Invasores de Cérebros.

Εκεί πρωτοήρθε σε επαφή με όλα όσα συνιστούσαν τη σκηνή του πανκ, κι εκεί αγόρασε το πρώτο του σι ντι, «Προσπάθησε ν’ αλλάξεις το αύριο/Tente mudar o amanhã» των Cólera, ενώ παρευρέθηκε για πρώτη φορά σε παρουσίαση της μπάντας Hino Mortal (μία απ’ τις αγαπημένες του). Είδε ντυσίματα, μπουφάν, κονκάρδες, μπότες, αλυσίδες, μαλλιά όρθια σαν καρφιά και μοϊκάνες. Μάζεψε άπειρα φανζίν, και τελικά έγινε πάνκης ο ίδιος. Έκτοτε υιοθέτησε το παρατσούκλι Τζόνι 38 (το 38 ήτανε το νούμερο στο παιδικό του αυτοκινητάκι). Από εκείνη τη στιγμή κι έπειτα η πόλη του Σάο Πάολο παραήτανε μικρή γι’ αυτόν. Όπου και να ’παιζε συναυλία, η παρουσία του τα ’σπαγε: Πέρους, Σάου Ματέους, Ζαντίρα, Ταμποάου, Ζαρντίμ Άνγκελα, Ζασανά, Μπουταντά, Μπραζιλάντια, Καραπικουίμπα, Ζαμπακουάρα, Λάπα, Σέντρου, και αλλού. Όσο ο Τζόνι ξεχώριζε ως πάνκης ακτιβιστής σε εκδηλώσεις αλληλεγγύης, διαδηλώσεις και πορείες, τόσο φούντωνε το μίσος των νεοφασιστικών ομάδων (σκινάδων ναζήδων), που στο πρόσωπό του έβλεπαν μιαν απειλή κι ένα αναρχικό σύμβολο. Ο Τζόνι έγινε τελικά για τα καραφλά εθνίκια μια εικόνα που έπρεπε ν’ αφανιστεί.

Το 2006, μετά από μια ζωντανή συναυλία, ο Τζόνι μπήκε σ’ ένα αμάξι με κάποια άτομα που το παίξανε φίλοι. Αφού τον τράβηξαν σ’ ένα απομονωμένο σημείο, επιχείρησαν να τον φερμάρουν, να του πάρουν το μπουφάν, και να τον σφάξουν. Ο Τζόνι δεν παρέδωσε το πέτσινο μπουφάν, κάτι που τον έσωσε αφού οι μαχαιριές τους δεν τον λάβωσαν. Αργότερα έπεσε σύρμα από μέλη της ναζιστικής γκρούπας Front 88 σχετικά με το περιστατικό, κι έτσι κατάφερε να αναγνωρίσει ποιοι του την είχανε πέσει.

Τον Οκτώβρη του 2007, μετά από μια συναυλία της νεοϋορκέζικης μπάντας Casualties στο μπαρ Hangar 110 (στη γειτονιά του Μπομ Ρετίρου), καμιά δεκαριά σκινάδες ναζήδες την ανοίξανε σε μια παρέα πάνκηδων. Ο αρχηγός των ναζί Front 88 τις έφαγε καταμεσής της λεωφόρου Τιραντέντες. Οι μπάτσοι, με τις υποδείξεις των ναζήδων και χωρίς να ’χουνε απτά στοιχεία, δέσανε 9 πάνκηδες, όλους τους λόγω εξωτερικής εμφάνισης. Ανάμεσα στους συλληφθέντες ήταν κι ο Τζόνι, ο οποίος παρέμεινε ενάμιση χρόνο έγκλειστος στο Κέντρο Προληπτικής Κράτησης του Πινιέιρους. Αποφυλακίστηκε τον Μάη του 2009, αφότου αθωώθηκε λόγω έλλειψης αποδεικτικών στοιχείων εις βάρος του, και ξανάπιασε τις πεποιθήσεις του με ακόμη μεγαλύτερη ορμή.

Τον Σεπτέμβρη του 2011 ο Τζόνι μαζί με μια ομάδα πάνκηδων πήγανε σε μια συναυλία της μπάντας Cock Sparrer στο κλαμπ Carioca του Πινιέιρους, στο Σάο Πάολο. Με το που φτάσανε κατά τις 7 τ’ απόγεμα, τους την είχε στημένη μια γκρούπα από ξούρες νεοναζήδες, που ’ταν οπλισμένοι με λοστάρια, μαχαίρια, στιλέτα, παλούκια, μέχρι και ρεβόλβερ. Αιφνιδιασμένοι απ’ την ένοπλη ενέδρα, άλλοι πάνκηδες απάντησαν με πετρίδια κι άλλοι την κοπάνησαν. Τον Τζόνι τον στριμώξανε κάμποσοι νεοναζί και του ρίξανε πάνω από δέκα μαχαιριές.

Σθεναρός σε σώμα και ψυχή, ο Τζόνι κρατήθηκε ζωντανός για μιάμιση ώρα. Μεταφέρθηκε στο νοσοκομείο και ξεψύχησε στις 8.42 η ώρα το βράδυ της 3ης Σεπτέμβρη 2011. Οι φονιάδες του Τζόνι γιορτάσανε το χαμό του σαν να ’χανε κατακτήσει κάποιο τρόπαιο. Όλοι οι δράστες της δειλής αυτής επίθεσης κυκλοφοράνε ακόμα αμολητοί, εις γνώσιν των Αρχών.

Τον ήξερα τον Τζόνι.
Ο πιο πάνκης τυπάς που ’δα ποτέ μου.
Ο Τζόνι ζει.
Ήτανε πανκ, ήταν ο Τζόνι.

Marfalgak

πηγή μέσω cmi brasil