[ΗΠΑ] Αναρχία δίχως χάρτες πορείας ή επιθετικούς προσδιορισμούς

Οι περισσότερες τάσεις εντός αναρχικών κύκλων έχουνε μια στενή αντίληψη για το τι είναι αυτό που κάνει κάποιον αναρχικό, για το τι είναι ένα αναρχικό εγχείρημα, ή για το πώς θα έμοιαζε ο μετασχηματισμός σ’ έναν αναρχικό κόσμο. Πράσινοι ή κόκκινοι, κομμουνιστές ή ατομικιστές, ακτιβιστές ή κριτικοί, οι αναρχικοί αφιερώνουν τόσο χρόνο υπερασπιζόμενοι τις δικές τους θεωρητικές τοποθετήσεις πάνω σ’ αυτά τα πολύπλοκα ζητήματα όσο χρόνο δαπανούν για να μάθουν τι έχουν να προσφέρουν οι υπόλοιποι – ιδίως άλλοι αναρχικοί.

Εξ ου και πολλοί είναι αυτοί που διαπιστώνουν πως κάλλιο να στήσουν τα εγχειρήματά τους, πολιτικά και κοινωνικά, εκτός αναρχικών κύκλων. Είτε δε θεωρούν πως το συγκεκριμένο εγχείρημά τους είναι ενδιαφέρον για αναρχικούς, αλλά πιστεύουν ότι είναι σημαντικό όπως και να ’χει (όπως στις περισσότερες περιπτώσεις προοδευτικού ακτιβισμού), είτε δεν απολαμβάνουν και τόσο τη συντροφιά αναρχικών και το είδος της έντασης που συνεπάγεται η συνεργασία με αναρχικούς. Και οι δυο λόγοι αποδίδονται σχεδόν εξολοκλήρου στη βαθιά δυσπιστία που έχουνε αναρχικοί για τα προγράμματα άλλων αναρχικών.

Μια φορά κι έναν καιρό, υπήρχε ένα αναρχικό κάλεσμα για «αναρχισμό δίχως επιθετικούς προσδιορισμούς», αναφερόμενο σε μια θεώρηση που ανεχόταν τη συνύπαρξη διαφορετικών σχολών της αναρχικής σκέψης. Αντί ο αναρχισμός να κατατάσσεται ως κολεκτιβιστικός, κομμουνιστικός ή ατομικιστικός, ο αναρχισμός χωρίς επίθετα αρνούνταν να προδικάσει οικονομικές λύσεις σε μια μετεπαναστατική περίοδο. Απεναντίας, ο αναρχισμός δίχως επιθετικούς προσδιορισμούς υποστήριζε πως αυτό που έχει πρωταρχική σημασία είναι η κατάργηση της εξουσίας, και όχι οι τσακωμοί αναφορικά με το μέλλον.

Σήμερα οι διαιρέσεις σχετικά με το πώς θα ’πρεπε να φαντάζει η κατάργηση της εξουσίας είναι εξίσου πολλές (αν όχι περισσότερες) με τους διαχωρισμούς που υπήρχανε πάνω στο ζήτημα του μετεπαναστατικού οικονομικού προγράμματος προ 120 ετών. Οι αναρχικοί ακτιβιστές («οργανωτιστές») πιστεύουν ότι μια δύναμη από τα κάτω θα καταργήσει την εξουσία. Οι αναρχικοί του ταξικού αγώνα πιστεύουν πως η εργατική τάξη θα ξεκάνει την εξουσία της καπιταλιστικής κοινωνίας. Οι θεωρητικοί της κατάρρευσης πιστεύουν ότι οι οικονομικές και περιβαλλοντικές συνθήκες θα επιφέρουν αναπόδραστα τον κοινωνικό μετασχηματισμό και το τέλος της εξουσίας.

Απ’ την άλλη, πολλοί αναρχικοί δεν πιστεύουν καν ότι η κατάργηση της εξουσίας είναι πρωταρχικής σημασίας για αναρχικούς. Τα επιχειρήματά τους είναι ότι η εξουσία δεν μπορεί να γίνει έτσι απλά κατανοητή (είναι τόσο ο καπιταλισμός όσο και το κράτος, και ταυτόχρονα κανένα από τα δυο), ότι οι αναρχικοί δεν έχουν τη δύναμη (πολιτική, κοινωνική, ανθρώπους ή υλικά) ώστε να επιφέρουν αυτή την κατάργηση, και πως η εξουσία έχει μεταμορφωθεί σε κάτι πολύ πιο διάχυτο απ’ ό,τι οι βασιλιάδες και μονοπωλιστές του 19ου αιώνα. Αν η εξουσία μπορεί να γίνει καλύτερα κατανοητή ως θέαμα, σήμερα, τότε είναι ταυτόχρονα διάχυτη και συγκεντρωμένη. Αυτή η ευελιξία από πλευράς της θεαματικής κοινωνίας έχει ως αποτέλεσμα η προσπάθεια για κατάργηση της εξουσίας (και η πρακτική πολλών αναρχικών), με την έννοια της αυταξίας, να γίνεται αντιληπτή σαν ουτοπική και (θεαματικά) γελοία.

Οι αναρχικοί όλων των αποχρώσεων συμφωνούν ότι τα επαναστατικά προγράμματα του παρελθόντος έχουν πέσει πολύ έξω όσον αφορά τη συνολική απελευθέρωση των καταπιεσμένων. Αριστεριστές θεωρούν πως αυτά τα προγράμματα πολύ πιθανά ήτανε σωστά, αλλά ότι ο χρονισμός και οι συνθήκες ήταν λάθος. Πολλοί άλλοι αναρχικοί πιστεύουν ότι ο καιρός των προγραμμάτων έχει παρέλθει. Αυτές οι προοπτικές αποτυπώνονται στην ιστορία του αναρχισμού και αποτελούν την πηγή ατελείωτων αντιπαραθέσεων κατά τη συγκρότηση και τις συναντήσεις αναρχικών ομάδων.

Ενώ η ιστορία θα πρέπει να χρησιμοποιείται προκειμένου να παρέχει το περιεχόμενο αυτών των διαφορετικών προοπτικών, αντίθετα αντιμετωπίζεται σαν να παρέχει αποδείξεις υπέρ της μιας ή της άλλης προσέγγισης. Αντί να προσπαθούμε να κατανοήσουμε ο ένας τον άλλο, να επικοινωνήσουμε, φαίνεται να χρησιμοποιούμε την ευκαιρία της έλλειψης επιτυχίας μας για να παγιώσουμε τις θέσεις μας και να επιχειρηματολογήσουμε σχετικά με φθίνουσες αποδόσεις.

Αν η αναρχία δεν έχει κάποιο σχέδιο πορείας, τότε εμείς (ως αναρχικοί) είμαστε ελεύθεροι να εργαστούμε από κοινού. Τα εγχειρήματά μας μπορεί να μην είναι της ίδιας κλίμακας με τη γενική απεργία, ή έστω την ανάσχεση της κανονικότητας κι ομαλότητας σε μιαν ευρύτερη μητροπολιτική ζώνη, πάντως όμως θα πρόκειται για αναρχικά εγχειρήματα. Μια αναρχία δίχως τυφλοσούρτη ή επίθετα θα μπορούσε να ’ναι αυτή όπου το περιεχόμενο των αποφάσεων που παίρνουμε μαζί θα αποτελεί δημιούργημα δικό μας, παρά κάτι επιβεβλημένο πάνω μας. Θα μπορούσε να είναι μια αναρχία τού τώρα, παρά η ελπίδα ότι θα ξημερώσει μια άλλη μέρα. Θα τοποθετούσε το βάρος της εδραίωσης εμπιστοσύνης σ’ εκείνους που έχουνε πράγματι έναν κοινό πολιτικό σκοπό (την κατάργηση κράτους και καπιταλισμού), παρά σ’ όσους δεν έχουνε καν σκοπό ή ο στόχος τους είναι αντιθετικός προς έναν αναρχικό σκοπό.

Μια αναρχία δίχως μπούσουλα ή επιθετικούς προσδιορισμούς δεν αγνοεί τη διαφορά μα, αντίθετα, την τοποθετεί στο πλαίσιο όπου ανήκει. Όταν βρισκόμαστε αντιμέτωποι με μια στιγμή ακραίας έντασης, όταν όλα όσα γνωρίζουμε φαίνεται πως πρόκειται ν’ αλλάξουν, τότε μπορούμε να επιλέξουμε διαφορετικές διχάλες στο δρόμο. Μέχρι να ’ρθει εκείνη η στιγμή οι αναρχικοί θα πρέπει να προσεγγίζουμε ο ένας τον άλλο με τον απονήρευτο τρόπο με τον οποίο προσεγγίζουμε τον κόσμο. Αν πιστεύουμε ότι ο κόσμος μπορεί ν’ αλλάξει, κι ότι θα μπορούσε ν’ αλλάξει προς μια ριζοσπαστική κατεύθυνση σε σύγκριση μ’ αυτήν που διάνυσε εδώ και κάμποσες χιλιετίες, τότε καλό είναι να διαθέτουμε κάποια εμπιστοσύνη σ’ άλλους που επιθυμούν τα ίδια πράγματα.

Aragorn!

Πηγή: Anarchy: A Journal of Desire Armed («Αναρχία: Εφημερίδα επιθυμίας οπλισμένης»), τ. 63, Μπέρκλεϋ της Καλιφόρνιας, άνοιξη-καλοκαίρι του 2007