Τ’ ακόλουθα σημεία απευθύνονται σ’ εκείνο το κομμάτι του κινήματος για την αυτοδιαχείριση που ισχυρίζεται ότι υπάρχει εντός του αναρχικού κινήματος. Προσωπικά δεν πιστεύω καν ότι υπάρχει. Στην πραγματικότητα, σε τομείς όπου φαίνεται να υφίστανται έστω εμβρυικά του ίχνη, αποδεικνύεται ότι συμβαίνει ακριβώς το αντίθετο. Ασφαλώς, θα μπορούσε κανείς να σκεφτεί πως αυτή είναι εν πολλοίς αυθαίρετη υπόθεση, ίσως όμως να βοηθούσε μια στιγμή περισυλλογής ώστε ν’ αποσαφηνιστεί το θέμα.
Δε φτάνει να οικοδομήσουνε κάποιο είδος δομής οι αναρχικοί –είτε πρόκειται για κατάληψη, ελευθεριακό σχολείο, εναλλακτική τράπεζα ή για συνεταιρισμό τροφίμων ή υπηρεσιών– ώστε να θεωρηθεί κι αυτοδιαχειριζόμενη. Θα πρέπει επίσης να ’χει βάση ελευθεριακή. Κι αυτό το ουσιαστικό στοιχείο δεν μπορεί να έγκειται μονάχα σε μια διακήρυξη αρχών ή κάποιο σύμβολο. Με άλλα λόγια, δεν είναι αρκετό ένα κοινωνικό κέντρο απλώς ν’ αυτοαποκαλείται αναρχικό προκειμένου πραγματικά να είναι τέτοιο. Προϋποτίθενται δύο επιπλέον στοιχεία.
Το πρώτο είναι ότι, για να ’ναι πραγματικά αναρχική μια δομή, η δραστηριότητα στην οποία τείνει θα πρέπει να στοχεύει αμείωτα στην επίθεση ενάντια στην εξουσία σε όλες τις μορφές της.
Το δεύτερο είναι ότι η ίδια η δομή θα πρέπει να παραμένει με πολύ αποφασιστικό τρόπο διαχωρισμένη από την εξουσία. Με άλλα λόγια, να μην έρχεται ποτέ σε κάποια συμφωνία για να λάβει χρηματοδότηση, εγκαταστάσεις ή οτιδήποτε άλλο.
Δεν πρόκειται για ζήτημα άνευ ουσίας. Δε συζητάμε για το φύλο των αγγέλων, μιλάμε για κάτι πολύ πρακτικό.
Εάν μια δομή τάσσεται εναντίον όλων των θεσμών δεν μπορεί να εγκαινιάζει κάποια συμφωνία με κανέναν από δαύτους. Αν το έκανε, θα έπαυε να είναι εναντίον τους, δηλαδή θα έπαυε να είναι επαναστατική ή αναρχική.
Το ίδιο ισχύει και για το σύνολο του κινήματος «αυτοδιαχείρισης».
Άρα, σε τι βασίζεται τούτο το κίνημα; Βασίζεται σ’ ένα πολιτικό φαινόμενο το οποίο μέρα με τη μέρα γίνεται ολοένα πιο εμφανές. Η εξουσία δε χρειάζεται απλώς και μόνο ταπεινωμένους, καταπιεσμένους υποτακτικούς. Χρειάζεται επίσης ανθρώπους που, πιστεύοντας πως είναι ελεύθεροι, συμβάλλουν άθελά τους στη διαχείριση της κοινωνίας.
Σκεφτείτε το σημαντικό ρόλο που διαδραματίζουν οι εθελοντικοί σύλλογοι στις μέρες μας. Τομείς αφομοίωσης από την άποψη της συντήρησης και διαχείρισης της εξουσίας διευρύνονται μέσω δομών που βρίσκονται σε αρμονία με τα θεσμικά όργανα, παρά την εναλλακτική τους κριτική απέναντι στην κοινωνία.
Αν αυτά τα συμφέροντα άλλαζαν, ή αν η δράση των αυτοδιαχειριζόμενων δομών γινόταν στ’ αλήθεια μια απειλή, οι συμφωνίες θα διαλύονταν στο λεπτό, κι η εξουσία θα έπαιζε και πάλι το τελευταίο της χαρτί: την ωμή καταστολή.
Αλλά τι θα είχανε στη διάθεσή τους για ν’ αγωνιστούν κόντρα σε τούτη την καταστολή αυτοί οι σύντροφοι, αφοπλισμένοι για χρόνια απ’ τη φλυαρία, τις συμφωνίες και τις παράλογες φαντασιώσεις τους για μιαν από κοινού ζωή;
Απ’ την άλλη μεριά, διαφέρουν σημαντικά τα έργα των δομών εκείνων τις οποίες κουμαντάρουν διάφοροι που κινούνται στις παρυφές του μαρξιστικού και μη μαρξιστικού χώρου, κι αυτοχαρακτηρίζονται ως ο «χώρος της Αυτονομίας». Εδώ η αναγνώριση των θεσμών κι ένας ανοιχτός, προγραμματικός διάλογος με τέτοιους φορείς αντιστοιχεί σε μια μεσοπρόθεσμη και μακροπρόθεσμη στρατηγική, μια στρατηγική που είναι επί της ουσίας πολιτική και καλύπτει το σύνολο της κοινωνικής πραγματικότητας. Αυτό (παρά τη θεωρητική του ανοησία) τουλάχιστον έχει την αξία του ότι είναι συνεπές με τον (όλως απρόσιτο) στόχο που θέλουνε να κατακτήσουν, ήτοι την ανάληψη και διαχείριση πολιτικής εξουσίας.
Μα πού κολλάει με τους αναρχικούς όλο αυτό;
Alfredo M. Bonanno, Un movimento dell’autogestione? – άρθρο που δημοσιεύτηκε στην αναρχική εφημερίδα Canenero, τ. 1, 28.10.1994· η απόδοση στα ελληνικά έγινε από την αγγλική μετάφραση της Τζην Ουίρ [Jean Weir] στην έκδοση Let’s destroy work, let’s destroy the economy («Ας καταστρέψουμε τη δουλειά, ας καταστρέψουμε την οικονομία»), Elephant Editions, Λονδίνο