Ρέθυμνο: Πρόταση για σχηματισμό ενός Εξεγερτικού Συνδέσμου Θεωρίας και Πράξης

Απολογισμός και κατάθεση σκεπτικών για τον Μαύρο Δεκέμβρη

Ξεκινώντας τον απολογισμό για το κάλεσμα του Μαύρου Δεκέμβρη και θέλοντας να συμβάλουμε στην θεωρητική συζήτηση που έχει ξεκινήσει μέσω δημόσιων κειμένων, θέλουμε αρχικά να τοποθετηθούμε πάνω σε συγκεκριμένα θεωρητικά ζητήματα που αναδείχτηκαν κατά την περίοδο του Δεκέμβρη.

Τι είναι ο αναρχικός αγώνας

Προσπαθώντας να δώσουμε μια σαφή απάντηση στην ερώτηση: τι είναι ο αναρχικός αγώνας, καταλήξαμε στο ότι δεν υπάρχει ένας ακριβής ορισμός μιας και ο αγώνας νοηματοδοτείται κάθε φορά ανάλογα με τις συνθήκες και τα υποκείμενα που είναι φορείς του. Παρ’ όλα αυτά εντοπίζουμε κάποια συγκεκριμένα κοινά χαρακτηριστικά που τον καθορίζουν και εν μέρει τον διαφοροποιούν από άλλους απελευθερωτικούς αγώνες. Βασικό και κύριο κομμάτι που τροφοδοτεί όλα τα χαρακτηριστικά του είναι η διάχυση των αναρχικών προταγμάτων.

Κάθε επιμέρους αγώνας πυροδοτείται από την αδιάκοπη προσπάθεια για την κατάρριψη του υπάρχοντος. Αυτό του δίνει μια συνέχεια αφού ο αναρχικός αγώνας θα υπάρχει όσο θα υπάρχει και εξουσία. Μερικές κερδισμένες διεκδικήσεις δεν λειτουργούν ως ευκαιρία για «ανάπαυλα», αλλά ως έναυσμα για νέους δυνατότερους κύκλους αγώνα. Βασική ανάγκη μας είναι η συνεχόμενη πάλη για την ελευθερία.

Ο αναρχικός αγώνας αντιτάσσει τον αντιεραρχικό του χαρακτήρα στον κυρίαρχο ιεραρχημένο τρόπο οργάνωσης κάθε πλευράς της καθημερινότητας. Επακόλουθο αυτού είναι η έμπρακτη εναντίωση στη λογική της ανάθεσης. Η ζωή μας ανήκει σε εμάς και δεν θα αφήσουμε κανένα θεσμό και καμία εξωτερική δομή να ορίσει πώς θα τη χειριστούμε. Έτσι κάθε αγωνιζόμενο κομμάτι σηκώνει το μερίδιο ευθύνης που νιώθει ότι του αναλογεί χωρίς την διαμεσολάβηση οποιουδήποτε «ειδικού» ή «καλοθελητή».

Ο αναρχικός αγώνας δεν μπαίνει σε νόρμες και καλούπια και δεν ακολουθεί σε κάθε συνθήκη μια πεπατημένη, ένα συγκεκριμένο δηλαδή τρόπο δράσης. Οι συγκυρίες αλλά και οι συνειδήσεις των αγωνιζόμενων ατόμων τον διαμορφώνουν ώστε να είναι ευέλικτος και επικίνδυνος σε κάθε συνθήκη. Άλλη μια πολύ σημαντική παράμετρος είναι ότι η ατομική υπόσταση κάθε αναρχικού δεν πρέπει να θυσιάζεται για χάρη του συλλογικού. Αντίθετα, η συλλογικοποίηση θα έπρεπε να είναι εφαλτήριο για την προώθηση της σκέψης και της δράσης όλων των ατόμων που την απαρτίζουν.

Πολύμορφος αναρχικός αγώνας

Ίσως ένα από τα πιο σημαντικά και ειδοποιώς διαφοροποιητικά στοιχεία της αναρχίας είναι η πολυμορφία της. Η απουσία κεντρικής γραμμής καθοριζόμενης είτε από τα πάνω είτε από τα κάτω δημιουργεί πρόσφορο έδαφος για την ανάπτυξη ενός τεράστιου εύρους θεωρήσεων και πρακτικών στα πλαίσια του αναρχικού αγώνα. Ενάντια στις δοξασίες, τους -ισμούς και στα ιδεολογήματα των διαφόρων κοπής ειδικών, θεωρούμε πως δεν υπάρχει ένας μόνο δρόμος για την αναρχία. Υπάρχουν πολλά, περισσότερο ή λιγότερο χαρτογραφημένα μονοπάτια που οδηγούν στην ελευθερία και πηγάζουν από την ανάγκη για άρνηση του υπάρχοντος, για σπάσιμο των κοινωνικών συμβάσεων και για εξέγερση ενάντια στην εκάστοτε εξουσία. Ο-Η καθένας/μιά ανάλογα με την ανάλυση που κάνει για τη συνθήκη και το περιβάλλον του/της, και την αντίληψη του εαυτού του/της μέσα και ενάντια σε αυτό, καλείται να παράξει -ατομικά ή/και συλλογικά- λόγο και δράση με όποιους τρόπους του/της είναι πιο προσφιλείς χωρίς όμως να αντιλαμβάνεται την αναρχική δράση ως μια ευκαιριακή διαδικασία.

Ωστόσο, κάποιοι έχοντας στο μυαλό τους περιόδους μαζικών αναρχικών κινημάτων κάτω από πολιτικές και ιδεολογικές ομπρέλες, κατηγορούν την πολυμορφία αυτή για την πολυδιάσπαση του σύγχρονου αναρχικού κινήματος. Αδυνατούν να δουν την χρησιμότητά της στη διάχυση του αναρχικού λόγου και πρακτικής σε όλα τα πεδία της σύγχρονης καπιταλιστικής κοινωνίας όπου η βιοπολιτική εξουσία επιβάλλεται και αναπαράγεται από και προς τα ίδια τα υποκείμενά της. Μέσα σε αυτό το εξουσιαστικό σύμπλεγμα είναι πιο αναγκαία από ποτέ η ανάδειξη και επεξεργασία ζητημάτων που η κάθε ατομικότητα/συλλογικότητα πιστεύει πως είναι σημαντικά μέσω της παραγωγής λόγου και δράσης, με αφορμή αυτά. Δεν είναι τυχαίο, άλλωστε, ότι από τον αντιφασισμό μέχρι το έμφυλο και από την πατριαρχία μέχρι το τεχνοβιομηχανικό οικοδόμημα, ο αναρχικός χώρος έχει ασχοληθεί τα τελευταία χρόνια με πιο πολλά ζητήματα και πιο διεξοδικά από οποιονδήποτε άλλο πολιτικό χώρο.

Η οργάνωση των ανθρώπων με γνώμονα την πολιτική συνάφεια και όχι τη μαζικότητα δίνει στα άτομα την ευκαιρία να αναπτυχθούν μέσω της συλλογικότητας και να συνάψουν τους τόσο αναγκαίους ισχυρούς και αληθινούς συντροφικούς δεσμούς. Από αυτή την κατακτημένη κοινότητα τελικά θα παραχθούν πιο βαθειές αναλύσεις της κοινωνικής πραγματικότηας, και άρα πιο στοχευμένες δράσεις ενάντια στο υπάρχον με πιο ακονισμένα εργαλεία.

Βλέποντας την ιστορική πορεία πολλών κινημάτων παρατηρούμε ότι μεγαλύτερο κίνδυνο ίσως ακόμη και από την στρατιωτική ήττα, αποτελεί η αφομοίωσή τους. Η αφομοίωση είναι μια διαδικασία που ξεκινάει με την σταδιακή απεμπόληση των υψηλών προταγμάτων και το στρογγύλεμα των αιχμηρών χαρακτηριστικών και εντείνεται όσο αυξάνεται η καταστολή, μέχρι το εκάστοτε κίνημα να καταλήξει ακίνδυνο για το σύστημα και το μόνο που να ζητάει να είναι ισότητα στην καταπίεση. Το αναρχικό κίνημα έχει παλέψει πολύ για να διατηρήσει την ακεραιότητα και την επικινδυνότητα των προταγμάτων του. Παρ’ όλα αυτά, ο ρεφορμισμός και η καταστολή -που συνήθως πηγαίνουν μαζί- το έχουν κλονίσει ιστορικά όπως το κάνουν και σήμερα. Ο πολύμορφος και αυτόνομος τρόπος δράσης αλλά και ο αφορμαλιστικός τρόπος οργάνωσης αποτελούν μια μερική απάντηση σε αυτόν τον κίνδυνο καθώς εξασφαλίζουν δύο πολύ βασικά χαρακτηριστικά: πρώτον ότι η αφομοίωση/διαφθορά/ρεφορμισμός ενός αριθμού ατόμων ή συλλογικοτήτων δεν συνεπάγεται και αυτή των υπολοίπων όπως σε μία κατακόρυφη δομή, και δεύτερον, ότι δυσκολεύεται το έργο της καταστολής μιας και μια συγκεκριμένη και σταθερή δομή αποτελεί πιο εύκολο στόχο σε σχέση με πολλές άτυπες μικρότερες που αναδιαμορφώνονται ευέλικτα ανάλογα με τις επιμέρους αναγκαιότητες, διαθεσιμότητες και στοχεύσεις.

Οι διαφορετικές πολιτικές καταβολές του κόσμου της αναρχίας είναι κάτι δεδομένο. Ο καθένας/καθεμιά έχει τους δικούς του/της λόγους να αγωνίζεται και πρέπει να βρει τους κατάλληλους τρόπους να εκφράσει τα αναρχικά προτάγματα με το λόγο και τη δράση του/της. Για να γίνουμε όμως πραγματικά επικίνδυνοι πρέπει εκτός από τη διαφορετικότητα να μπορούμε να αναγνωρίζουμε και την κοινότητα μεταξύ μας. Πρέπει να μπορούμε να συντονίζουμε τις δυνάμεις μας απέναντι σε έναν εχθρό πολύ πιο συγκροτημένο και ισχυρό από εμάς. Χωρίς να περιχαρακωνόμαστε σε ιδεολογικές αγκυλώσεις και αφορισμούς, να αναγνωρίζουμε τη σημασία και τη συμβολή όλων των αντιλήψεων και πρακτικών, από τις πιο “μετριοπαθείς” μέχρι τις πιο “σκληροπυρηνικές” στη σύνθεση του πολύμορφου ψηφιδωτού της αναρχίας.

Σε αυτό το πλαίσιο λοιπόν η στάση μας είναι διαλεκτική απέναντι στα διάφορα μέσα που επιλέγουν ατομικότητες και συλλογικότητες να χρησιμοποιούν για την επίθεση στην υπάρχουσα εξουσιαστική κοινωνία. Η αναγκαιότητα χρήσης όλων των μέσων πηγάζει πολύ απλά από την ετοιμότητα του κράτους και των μηχανισμών του. Οι εφαρμογές της τεχνολογίας στις νέες μεθόδους ελέγχου και καταστολής, η στρατιωτική υπεροχή, η ιδεολογική κυριαρχία τους καθώς και τα μέσα αναπαραγωγής που διαθέτουν δεν αφήνουν χώρο για ηθικιστικούς αυτοπεριορισμούς όσον αφορά τη χρήση των μέσων. Η αποδόμηση -ιδεολογική και πρακτική- του κράτους και της κάθε εξουσίας θα έρθει με την διάδοση των ρωγμών και την ανάδειξη των αντιφάσεων που ούτως ή αλλως ενυπάρχουν σε ένα καταπιεστικό σύστημα.

Καθώς, λοιπόν, όλα τα μέσα που προωθούν τα αναρχικά προτάγματα είναι θεμιτά, μας φαίνεται απόλυτα λογικό η κάθε ατομικότητα/συλλογικοποίηση να επιλέγει τα μέσα που θα χρησιμοποιήσει χωρίς να αποτελεί αυτό λόγο περιχαράκωσής τους από άλλα κομμάτια του αναρχικού χώρου. Η περιχαράκωση κομματιών του χώρου αποτελεί ένα φαινόμενο που πολλές φορές αντιμετωπίζεται ως κάτι ανάξιο σχολιασμού και συζήτησης χωρίς να γίνεται αντιληπτός ο διασπαστικός ρόλος αυτού του φαινομένου. Οι προσπάθειες κάποιων ατόμων ή ομάδων να απομονώσουν, να αποπολιτικοποιήσουν ή και να απεμπολήσουν ορισμένες πρακτικές της αναρχίας και τα υποκείμενα που τις υιοθετούν, πηγάζει από ρεφορμιστικές αντιλήψεις και μικροπολιτικές σκοπιμότητες.

Ο παραγκωνισμός αυτός γίνεται πιο έντονα αντιληπτός απέναντι σε άτομα ή ομάδες που επιλέγουν τη χρήση μέσων πιο προωθημένων και εξεγερτικών. Συγκεκριμένα η ένοπλη επαναστατική δράση αποτελεί πολύ συχνά αιτία ενδοκινηματικών διαξιφισμών παρ’ όλο που άπτεται άμεσα της αναρχίας μιας και έρχεται σε ευθεία σύγκρουση με το κράτος και τον καπιταλισμό αμφισβητώντας επικίνδυνα την παντοδυναμία τους. Πολλές φορές μάλιστα η εναντίωση αυτή στον ένοπλο αγώνα και τις προωθημένες δράσεις χρησιμοποιείται για να δικαιολογήσει την ολοένα και αυξανόμενη καταστολή από τους κρατικούς μηχανισμούς. Εφόσον, όμως, για εμάς τα μέσα του αναρχικού αγώνα δεν ιεραρχούνται, η ένοπλη δράση όχι μόνο δεν πρέπει να απομονώνεται αλλά είναι κρίσιμο η αξία της να αναγνωρίζεται από όλο και περισσότερους.

Όπως προαναφέρθηκε, συχνά συναντάμε την αντίληψη ότι όσο αυξάνεται ο εξεγερτικός και επιθετικός χαρακτήρας διάφορων δράσεων τόσο περισσότερο αυξάνεται και η κρατική καταστολή. Αυτή είναι μια άποψη που δεν μπορεί να μένει αναπάντητη και να αναπαράγεται στους αναρχικούς κύκλους. Έχοντας στο μυαλό μας ότι ο ρόλος του κράτους είναι να διατηρεί την ασφάλεια, την κοινωνική ομαλότητα και μια ειρηνική και αδιατάραχτη καθημερινότητα, μπορούμε να αντιληφθούμε ότι οι μηχανισμοί του έχουν σημαντικά κατασταλτικά αποτελέσματα στην συντριπτική πλειοψηφία της κοινωνίας. Αντιλαμβανόμαστε, φυσικά, ότι η διασπορά του φόβου είναι ένα από τα πιο ισχυρά όπλα στα χέρια των εκάστοτε εξουσιαστών. Επίσης μας είναι ξεκάθαρο ότι η προσπάθεια αναβάθμισης της καταστολής θα εντατικοποιείται ολοένα και περισσότερο όσο το «ανταγωνιστικό» κίνημα τους αφήνει χώρο. Ένας τρόπος να βάλουμε φρένο στην εξέλιξη του «κράτους ασφάλειας» είναι ο ανυποχώρητος, πολύμορφος και εξεγερσιακός αγώνας με όλα τα μέσα.

Αλληλεπίδραση με την κοινωνία

Η απήχηση που θα έχει η δράση μας δεν είναι κάτι το προκαθορισμένο, ούτε θα πρέπει να επηρεάζει την ίδια τη δράση και το λόγο μας. Δεν κάνουμε βήματα προς την αφομοίωση από την κοινωνία, αντίθετα προσπαθούμε να αναδείξουμε τη σαπίλα της για να την καταστρέψουμε. Γι’ αυτό ακριβώς, δεν αλλοιώνουμε το περιεχόμενό μας, μιας και αυτοσκοπός δεν αποτελεί η μαζικότητα, αλλά η πολιτική και στρατηγική στόχευση και η ποιότητα δράσης και λόγου που θα πηγάσει από την πολιτική συνάφεια. Όταν ο φόβος για την κοινωνική απόρριψη ωθεί στην συντηρητικοποίηση των πρακτικών μας, η κοινωνία δεν πολώνεται και δεν εξαναγκάζεται να πάρει θέση. Επίσης, δεν κοινωνικοποιούνται τα μέσα μας, ώστε να γίνουν πιο οικεία στα αγωνιζόμενα κομμάτια και δεν προωθείται η λογική της εξέγερσης.

Η κοινωνία στην οποία απευθυνόμαστε, βέβαια, δεν είναι αθώα, αφού πολλές φορές είτε εθελοτυφλεί και αδιαφορεί, είτε αποδέχεται και αναπαράγει τον εξουσιαστικό κυρίαρχο λόγο. Μεγάλο μέρος της αποτελούν οι επίδοξοι ρουφιάνοι, οι φιλήσυχοι πολίτες και οι εθισμένοι στην κατανάλωση, οι οποίοι, όντας απαθείς, υποταγμένοι και μοιρολάτρες, ευθύνονται και οι ίδιοι για την παρακμή τους. Η εξουσία, άλλωστε, είναι μία αμοιβαία κοινωνική σχέση. Αν δεν παλέψεις εναντίον της, συναινείς στη μιζέρια σου.

Ως αναρχικοί/ές, δεν θεωρούμε υποχρέωσή μας τη βελτίωση του υπάρχοντος μέσω της δράσης μας στο κοινωνικό πεδίο, αλλά επιθυμούμε να φέρουμε την κοινωνία προ των ευθυνών της. Η αποκαθήλωση κάθε εξουσίας δεν θα προκύψει μέσα από κάποια λογική ανάθεσης, αλλά από την άρνηση και την επίθεση σε όλο και περισσότερα κομμάτια του εξουσιαστικού οικοδομήματος. Άρνηση του υπάρχοντος μπορεί να σημαίνει τη συνειδητή αποχή από το στρατό ή την εργασία, την απόρριψη κάθε εξουσιαστικής σχέσης στην καθημερινότητα, ή και την επιλογή της ένοπλης επίθεσης σε ό,τι αντιπροσωπεύει την κυριαρχία.

Κάθε επιθετική προς την κυριαρχία κίνηση και κάθε δράση που αποσκοπεί στη διασάλευση της κοινωνικής ειρήνης, όπως μία ένοπλη ληστεία τράπεζας ή μια συγκρουσιακή πορεία, αποτελούν αφετηρία για γόνιμο προβληματισμό ο οποίος μπορεί να οδηγήσει στην άρνηση του υπάρχοντος.

Σχετικά με το κάλεσμα του Μαύρου Δεκέμβρη και την προοπτική που ανοίγει

Έχοντας αναπτύξει το σκεπτικό μας πάνω σε έννοιες όπως ο πολύμορφος αναρχικός αγώνας, ο αφορμαλισμός αλλά και η αλληλεπίδραση που επιδιώκουμε να έχουμε με την κοινωνία, γίνεται ξεκάθαρο γιατί επιλέξαμε να αποτελέσουμε ενεργό κομμάτι αυτού του καλέσματος.

Το κάλεσμα των δυο έγκλειστων συντρόφων ήρθε να προτείνει το αυτονόητο, την προώθηση δηλαδή των αναρχικών προταγμάτων μέσω συντονισμένων πολύμορφων δράσεων. Πρόκειται για ένα «πείραμα» και μια αφετηρία για να βρεθούν σύντροφοι/ισσες μαζί στις συνωμοτικές συζητήσεις αλλά και στην δημόσια σφαίρα. Να αναπτύξουν το σκεπτικό τους, να προκρίνουν τις προτάσεις τους και να επιτεθούν με κάθε μέσο.

Είμαστε βέβαιοι ότι όσοι αποφάσισαν να συμμετέχουν στο κάλεσμα για δράση είναι φορείς «επικίνδυνων» και «ανατρεπτικών» ιδεών, όπως και μεις. Αναγνωρίζουμε ότι μπορεί να μας συνδέουν συγγενικές πολιτικές απόψεις αλλά το γεγονός αυτό δεν μας περιορίζει στον να διατηρούμε την διαφορετικότητά μας. Επιδιώκουμε τον άτυπο συντονισμό με συντρόφους-ισσες που αναγνωρίζουν τον εαυτό τους κάτω από το πλαίσιο της εξεγερσιακής αναρχίας, της αναρχίας που δεν περιμένει να βρεθεί στην άμυνα για να περάσει στην επίθεση, της αναρχίας που αυτοπροσδιορίζεται ως μαχητική.

Αν ανατρέξει κανείς στις δεκάδες δράσεις που έλαβαν χώρα τον προηγούμενο Δεκέμβρη θα συναντήσει μια πληθώρα λόγου και πράξης από διάφορες τάσεις της αναρχίας. Από ομάδες άμεσης δράσης της FAI/IRF -χαρακτηριστικό παράδειγμα η τοποθέτηση εμπρηστικών μηχανισμών από τον Πυρήνα Αλέξανδρος Γρηγορόπουλος/FAI-IRF στο αμάξι και στην είσοδο του σπιτιού του Λαλιώτη στον Λυκαβηττό της Αθήνας τα ξημερώματα της 4ης Δεκέμβρη-, μέχρι τον εμπρησμό 4ων τραπεζικών υποκαταστημάτων στις 16 Νοεμβρίου και τον εμπρησμό ενός ακόμη στις 16 Δεκεμβρίου από πυρήνες της αναρχοκομμουνιστικής επαναστατικής οργάνωσης M.I.A. στη Βραζιλία. Και τις δυο δράσεις ακολούθησαν αναλήψεις ευθύνης όπου το περιεχόμενο του λόγου που αναπτύχθηκε κάνει φανερό ότι το «στοίχημα» της δράσης δεν περιχαρακώνεται πίσω από θεωρητικές διαφορές. Είναι άσκοπο να απαριθμήσει κανείς τις προωθημένες δράσεις που τέθηκαν σε εφαρμογή κάτω από το κάλεσμα του Μαύρου Δεκέμβρη. Θα χαθεί σε ένα μακρύ ιστό αναλήψεων ευθύνης που συνδέουν απίθανους και μακρινούς γεωγραφικούς προορισμούς με διαφορετικές αλλά και συγγενικές θεωρητικές προσεγγίσεις. Κάνοντας πράξη τη διεθνή αλληλεγγύη και τη διασύνδεση της δράσης μεταξύ συγγενικών ομάδων.

Πέρα όμως από τις προωθημένες δράσεις και με αφορμή το κάλεσμα του Μαύρου Δεκέμβρη, παρακολουθήσαμε μια αυξημένη δραστηριότητα στη δημόσια σφαίρα, η οποία είχε ως στόχο την εκκίνηση του διαλόγου αναφορικά με την άτυπη οργάνωση, την πολύμορφη αναρχική δράση και την θεωρητική τεκμηρίωση. Χαρακτηριστικά παραδείγματα αποτελούν η έκδοση της μπροσούρας από την Αναρχική Βιβλιοθήκη KAOS, στη Βραζιλία, η οποία έχει την πρόθεση να αναδείξει τις πολύμορφες δράσεις επίθεσης απέναντι στο κράτος, που αναπτύχθηκαν στην Βραζιλία τα τελευταία δεκαπέντε χρόνια. Τις θεωρητικές σκέψεις πάνω στις θεματικές της πολύμορφης δράσης και της άτυπης οργάνωσης που ανέπτυξε μέσα από δημόσιο κείμενο του o πυρήνας αντιεξουσιαστικής αγκιτάτσιας Sin Banderas Ni Fronteras από την Χιλή. Τα πέντε σημεία για μια αυτόνομη αναρχική επιθετική τάση που ανέπτυξε δημόσια η ΣΠΦ/Πυρήνας Αντάρτικου Πόλης. Οι σκέψεις των συντρόφων/ισσων από τον Βόλο αναφορικά με την επίθεση στην κοινωνία του ελέγχου. Σκέψεις που πέρασαν στη δράση αλλά και στην πρόταση για συντονισμό δράσεων. Οι προτάσεις του έγκλειστου συντρόφου Νίκου Ρωμανού για τον σχηματισμό άτυπης αναρχικής πλατφόρμας εντός και εκτός των τειχών, αλλά και η συμβολή των συντρόφων/ισσών από την αναρχική βιβλιοθήκη τεφλόν γύρω από τον σχηματισμό αυτής της πλατφόρμας, με την πρότασή τους για τη δημιουργία μιας Αφορμαλιστικής Αναρχικής Οργανωτικής Διεθνούς. Τέλος σημαντική είναι η θεωρητική συμβολή αλλά και η στοχοθεσία των 7 σημείων που θέτει η οργάνωση ΣΠΦ/Πυρήνας Μητροπολιτικής Βίας. Η βεντάλια των δράσεων είναι μεγάλη, πορείες, αφισοκολλήσεις, εκδηλώσεις, συζητήσεις, ραδιοφωνικές εκπομπές, πολύμορφες αναρχικές πρακτικές εν δράσει.

Αντιλαμβανόμενοι λοιπόν ότι το κάλεσμα του Μαύρου Δεκέμβρη ξεπερνά τα όρια του ενός μήνα και του περιστασιακού συντονισμού δράσης, προτείνουμε να αναπτυχθεί περαιτέρω ο δημόσιος διάλογος γύρω από τις θεματικές που έχουν αναδειχθεί από το σύνολο των συντρόφων/ισσών. Παράλληλα θεωρούμε αναγκαίο τον σχηματισμό ενός Εξεγερτικού Συνδέσμου Θεωρίας και Πράξης, όπου τόσο οι δημόσιες αλλά και οι συνωμοτικές συλλογικοποιήσεις, καθώς και οι ατομικότητες, θα βρίσκουν ένα πρόσφορο έδαφος ανάπτυξης σκεπτικών, επικοινωνίας και συντονισμού της πολύμορφης δράσης τους. Ο οργανωτικός σχηματισμός που προτείνουμε δεν μπορεί να περιχαρακωθεί πίσω από θεωρητικές αγκυλώσεις, πρέπει να γίνει κοινό κτήμα όλων των συντρόφων/ισσών που συσπειρώνονται γύρω από τον εξεγερσιακό πόλο τόσο εντός όσο και εκτός των τειχών. Οι έγκλειστοι σύντροφοι δεν είναι ούτε ιερές αγελάδες, ούτε «δίνουν γραμμή», είναι σύντροφοι που θέλουμε να τους έχουμε δίπλα μας στις διαδικασίες και στις δράσεις μας.

Αναφορικά με την κριτική

Θεωρούμε ότι η κριτική αποτελεί μια διαδικασία μέσα από την οποία μπορούμε να βελτιωθούμε αλλά και να προχωρήσουμε διορθώνοντας τα λάθη μας. Η άσκηση κριτικής αποτελεί μια προσφιλή διαδικασία μεταξύ των αναρχικών κύκλων. Αρκετές φορές είναι βοηθητική προς την περαιτέρω δράση μας και ενίοτε μια αφορμή για ρωγμές ανάμεσα στις σχέσεις συντρόφων/ισσών, συλλογικοτήτων και καταλήψεων.

Επιλέξαμε να αναφερθούμε στην κριτική στο τελευταίο κομμάτι του κειμένου μας γιατί θεωρούμε το μεγαλύτερο κομμάτι της κριτικής που ασκήθηκε στο κάλεσμα του Μαύρου Δεκέμβρη, και σε όσους συντρόφους/ισσες συμμετείχαν, μια προσπάθεια απονοηματοδότησης του καλέσματος. Παράλληλα θεωρούμε ότι είναι αδύνατο να απαντήσουμε σε όσα ανυπόγραφα αναρτούνται στο διαδίκτυο και στις αμπελοφιλοσοφίες που ξεδιπλώνονται στα κινηματικά καφενεία μεταξύ καπνού και οινοπνεύματος. Η πολεμική που δέχτηκε το κάλεσμα, γιατί δεν πρόκειται για κριτική που αναδεικνύει αδυναμίες προς μια κατεύθυνση βελτίωσης, είναι σχεδόν ξεκάθαρο ότι αποτυπώνει την «αλλεργία» που έχουν ορισμένοι σύντροφοι απέναντι στις συνωμοτικές και επιθετικές πρακτικές εν γένει. Το γεγονός αυτό οδηγεί σε μια διαδικασία που λειαίνει τις πιο οξείες γωνίες της αναρχίας και την παρουσιάζει ως ένα πασιφιστικό ρεύμα που διεκδικεί μερικές νησίδες ελευθερίας, ξεχνώντας εντελώς ότι η ολική καταστροφή του υπάρχοντος περνά από τον τελικό σταθμό που λέγεται ένοπλη δράση.

Θέλουμε παράλληλα να αναδείξουμε ότι αυτού του είδους η κριτική δεν αποτελεί παρθενογένεση αλλά διαιωνίζεται από τη στιγμή που έπεσε η πρώτη αναρχική βόμβα. Ανατρέχοντας στην ιστορία της αναρχίας μπορούμε να εντοπίσουμε κριτικές επί κριτικών με την ίδια ακριβώς επιχειρηματολογία με σήμερα. Επιχειρήματα που αναφέρονται σε έλλειψη προοπτικής, στρατηγικής και στόχευσης. Ο Βαγιάν, ο Μπονό, οι Γκαλεανιστές, ο Μπέρτολι, ακόμη και ο Ντουρούτι και ο Ασκάσο θα δεχτούν τόνους λάσπης και «βρώμικης» κριτικής για συγκεκριμένες πτυχές της δράσης τους. Δεν χρειάζεται να αναφέρουμε την κριτική που δέχονται σύντροφοι/ισσες που τολμούν να αναφερθούν στην ατομική εξέγερση. Γνωρίζουμε ότι σε κάθε ιστορική περίοδο σύντροφοι/ισσες ξορκίζουν μετά βδελυγμίας τις δράσεις που προκρίνουν την όξυνση της μάχης με την εξουσία. Το ίδιο κάνουν και σήμερα. Τους καλούμε λοιπόν να ανατρέξουν στην ιστορία του αναρχικού κινήματος και να μελετήσουν ποια ήταν τα αποτελέσματα στις χρονικές περιόδους που υπήρξε αφορισμός της άμεσης δράσης – βίαιη πτώση της δυναμικής, καταστολή, θυματοποίηση, συνωμοσιολογία.

Πρωτοβουλία αναρχικών για τον Μαύρο Δεκέμβρη από το Ρέθυμνο.