Τη νύχτα της Τρίτης 26 Απρίλη επιτεθήκαμε με βόμβες μολότοφ σε αστυνομικό τμήμα [στην περιοχή Ζολιμόν της Τουλούζης].
Δε θα σας αραδιάσουμε ψέματα.
Έχουμε μπουχτίσει.
Μπουχτίσαμε να μας πλασάρουνε πως «αύριο θα ’ναι καλύτερα τα πράγματα».
Μπουχτίσαμε να περιμένουμε το κοινωνικό το κίνημα.
Μπουχτίσαμε απ’ τα μονότονα και θλιβερά «πάει για την επόμενη βδομάδα».
Μπουχτίσαμε με το θέαμα της αμφισβήτησης όπου ο φόβος κολλάει στο στομάχι και η παραίτηση μες στο κεφάλι.
Μπουχτίσαμε να τσεκάρουμε στο ίντερνετ «πού παίζει και γαμώ τις φάσεις» ή ν’ αυνανιζόμαστε με συγκρούσεις βιντεοσκοπημένες κι ανεβασμένες στο youtube.
Μπουχτίσαμε να διανύουμε 600 χιλιόμετρα για ένα μπάχαλο.
Μάλλον πρόκειται για νέο άθλημα. Ή ακόμη χειρότερα. Για νέα επιδεξιότητα.
Επαγγελματίες μπάχαλοι κοινωνικών κινημάτων.
Κωλολέει για το αγωνιστικό βιογραφικό.
Μπουχτίσαμε να περνιέται για νίκη το να ρίχνουμε δυο τενεκεδάκια ή να μπλοκάρουμε τον δρόμο μ’ έναν κάδο και να μας την πέφτουνε με δακρυγόνα.
Μπουχτίσαμε να προσποιούμαστε ότι γουστάρουμε ενώ δεν κουνιέται φύλλο.
Μπουχτίσαμε να προσποιούμαστε ότι συμφωνούμε.
Μπουχτίσαμε να παριστάνουμε ότι μας καίγεται καρφί για τον [εργασιακό] νόμο Ελ-Κομρί.
Δεν περιμέναμε τη νέα έκδοση αγανακτισμένων 2.0 [με τις «Ολονυχτίες» τους] για να ’μαστε στο πόδι τις νύχτες.
Να το πούμε το πράμα όπως είναι.
Είμαστε ανυπόμονοι.
Δεν καταλαβαίνουμε για ποιο λόγο θα πρέπει να δώσουμε ραντεβού με την εξουσία για να την αμφισβητήσουμε περικυκλωμένοι απ’ όλο και περισσότερους ένστολους και μπατσοπασιφιστές.
Το κάναμε για να το φχαριστηθούμε.
Το κάναμε για να σηματοδοτήσουμε μια ρήξη.
Επειδή νιώθουμε χαρά, αλλά είμαστε και τίγκα στην οργή.
Όπου κι αν μας περιμένετε, δε γουστάρουμε να σκάσουμε εκεί.
Θα θέλαμε να στείλουμε μια διπλή μαχητική αγκαλιά.
Πρώτα, στη Μόνικα και στον Φρανσίσκο στην Ισπανία.
Μετά, στους συντρόφους και στις συντρόφισσες απ’ τις Βρυξέλλες που επίσης υφίστανται καταστολή, αντιμετωπίζοντας κατηγορίες για τρομοκρατία.
Η αλληλεγγύη μας είναι η επίθεση, το έγκλημά μας η λευτεριά.
Τα ματαλέμε.