[Αθήνα] Αναρχικός Μαύρος Σταυρός, πυρήνας έμπρακτης αναρχικής αλληλεγγύης: Για τον αγώνα των κρατουμένων στις φυλακές των ΗΠΑ

Ανάρτηση πανό στο Πολυτεχνείο, επί της Πατησίων, ως ελάχιστη ένδειξη αλληλεγγύης στον αγώνα των κρατουμένων στις φυλακές των ΗΠΑ (9/9).

Τοποθέτηση που λάβαμε στις 8/9, όπου προτείνεται η 1η Οκτώβρη 2016 ως Διεθνής Μέρα Αλληλεγγύης στον αγώνα κατά της σκλαβιάς του εγκλεισμού:

“Φυλακές στις ΗΠΑ – Η σκοτεινή πλευρά της δουλείας στην αμερικανική κοινωνία”

Για να είμαστε σε θέση να κατανοήσουμε την σημασία και την αναγκαιότητα του αγώνα των κρατουμένων στις φυλακές των ΗΠΑ πρέπει πρώτα να αναλύσουμε τον ρόλο της δουλείας στην ίδρυση και την εξέλιξη του αμερικανικού κράτους, τους ιστορικούς της δεσμούς και την αναπόσπαστη σύνδεση της με το κεφάλαιο έως και σήμερα.

Η δουλεία στις διάφορες μορφές της αποτέλεσε ουσιαστικά τα θεμέλια πάνω στα οποία χτίστηκε σταδιακά η παντοδυναμία της αμερικανικής επικυριαρχίας. Οι ρίζες του φαινομένου αυτού βρίσκονται στην εποχή που οι χριστιανικές αυτοκρατορίες της Ευρώπης ξεκινούσαν μια κούρσα για την κατάκτηση άγνωστων περιοχών ιδρύοντας καθεστώτα αποικιοκρατίας, στην εποχή των βάρβαρων γενοκτονιών των ιθαγενών πληθυσμών και του δουλεμπορίου του μαύρου πληθυσμού της Αφρικής.

Από τότε μέχρι και σήμερα οι κοινωνικές και πολιτικές συνθήκες έχουνε μεταβληθεί ραγδαία κυρίως λόγω ενός βαρύ φόρου αίματος που έχει πληρωθεί από τα κάτω στην κατεύθυνση της μερικής ή της ολικής αποτίναξης του θεσμού της δουλείας αλλά παρ’ όλα αυτά εξακολουθεί να υπάρχει έως σήμερα λιγότερο ή περισσότερο μεταμφιεσμένη.

Η σημερινή ταξική και φυλετική σύνθεση των κρατουμένων, η διάδοση των ιδιωτικών φυλακών, η θεσμοθέτηση της καταναγκαστικής εργασίας ως μορφή ποινικής κύρωσης, η εκμετάλλευση των κρατουμένων από εταιρείες κολοσσούς υπογραμμίζουν την θεμελιώδη σύνδεση κράτους – καπιταλισμού – δουλείας και φυλακών.

“Η δουλεία στα πρώτα συστήματα αποικιών”

Κατά τα πρώτα χρόνια του εποικισμού του «Νέου Κόσμου» μέχρι τις αρχές του 18ου αιώνα η πλειονότητα των αποίκων δεν ήταν ελεύθεροι αλλά βρίσκονταν κάτω από ένα καθεστώς ιδιότυπης δουλείας γνωστό ως «indentured servitude» (μισθωμένες υπηρεσίες) που αποσκοπούσε στον εφοδιασμό των αποικιών με φτηνό εργατικό δυναμικό. Ο indentured servant (μισθωμένος υπηρέτης) υπέγραφε μια σύμβαση σύμφωνα με την οποία αναλάμβανε να υποθηκεύσει την ελευθερία του και να παρέχει εργασία για ένα χρονικό διάστημα 5-7 ετών σε έναν αφέντη και σε αντάλλαγμα ο τελευταίος του κάλυπτε τα έξοδα του ταξιδιού στα αποικιακά εδάφη. Στην πράξη αυτό γινόταν με την υπογραφή της σύμβασης μεταξύ του “μισθωμένου υπηρέτη” και του πλοιοκτήτη και στην συνέχεια με την άφιξη στο αμερικανικό έδαφος το συμβόλαιο μεταβιβαζόταν στον νέο αφέντη. Ο θεσμός εισήχθη για πρώτη φορά το 1619 μέσω της Virginia Company. Υπολογίζεται ότι το 80% των μεταναστών στις αποικίες της αμερικάνικης ηπείρου πριν την Αμερικανική Επανάσταση βρίσκονταν σε αυτό το καθεστώς ενώ μόλις ένα 40% κατάφερε να επιβιώσει.

Οι “μισθωμένοι υπηρέτες” αποτελούνταν από τρεις κατηγορίες : 1) φτωχούς μετανάστες που επιδίωκαν μια καλύτερη ζωή στις αποικίες 2) μετανάστες που αναγκάζονταν να διαφύγουν από τη χώρα τους λόγω θρησκευτικών διώξεων ή άλλων λόγων και 3) καταδίκους. Αποτελούνταν τόσο από λευκό όσο και από μαύρο πληθυσμό. Ειδικότερα στις καλλιέργειες του νότου ο θεσμός ευνόησε την περαιτέρω επέκταση της μεγάλης γαιοκτησίας καθώς ο θεσμός των “μισθωμένων υπηρετών” συνδέθηκε με το σύστημα headright. (Ως headright νοείται το δικαίωμα κάθε αποίκου σε περίπου 4 στρέμματα γης. Οι μεγαλογαιοκτήμονες κατάφεραν να επεκτείνουν την κατοχή γης καθώς για κάθε εργάτη που έφερναν στα αποικιακά εδάφη με το σύστημα των “μισθωμένων υπηρετών” αφενός επιχορηγούνταν με τα 4 στρέμματα σύμφωνα με το headright αφετέρου εκμεταλλεύονταν την εργατική δύναμη του “μισθωμένου υπηρέτη” που είχαν στην ιδιοκτησία τους.)

Έτσι αν και σκλάβοι υπήρχαν στις αγγλικές αποικίες ήδη στα 1600 ο θεσμός αυτός ήταν προτιμητέος μεταξύ των ιδιοκτητών φυτειών. Όμως όταν οι “μισθωμένοι υπηρέτες” άρχισαν να απελευθερώνονται σταδιακά κάπου στα μέσα του 1600 η γη που τους χορηγήθηκε ήταν κακής ποιότητας και υπό τον κίνδυνο ινδιάνικων επιδρομών με αποτέλεσμα σύντομα να δημιουργηθεί ένα φτωχό και δυσαρεστημένο κοινωνικό στρώμα η ύπαρξη του οποίου θορύβησε του μεγαλογαιοκτήμονες, οι οποίοι στη συνέχεια επάνδρωσαν τις φυτείες τους με μόνιμους σκλάβους. Επιπρόσθετα παρόλο που οι Ευρωπαίοι “μισθωμένοι υπηρέτες” βρίσκονταν σε καθεστώς παροδικής δουλείας σε σχέση με τους μόνιμους σκλάβους αρκετοί συνέπραξαν με Αφρικανούς και Ινδιάνους σκλάβους ώστε να δραπετεύσουν, να αντισταθούν στην τυραννία των αφεντικών τους ή να οργανώσουν εξεγέρσεις. Αυτή η συμμαχία δυσαρέστησε την άρχουσα τάξη η οποία ανταπάντησε με μια τακτική διαχωρισμού του λευκού και του μαύρου πληθυσμού – όπως και έγινε για παράδειγμα στην Virginia με την ψήφιση των Virginia Slave Codes το 1705. Ήδη όμως κατά τη διάρκεια του 18ου αιώνα οι Ευρωπαίοι που ήταν πρόθυμοι να ταξιδέψουν στην αμερικανική ήπειρο ως “μισθωμένοι υπηρέτες” είχαν μειωθεί αισθητά ιδίως ύστερα από την γνωστοποίηση των συνθηκών που επικρατούσαν στις φυτείες. Η άρχουσα τάξη από την άλλη στα πλαίσια της τακτικής του προαναφερόμενου διαχωρισμού είχε αρχίσει να παραχωρεί προνόμια και ελαφρύτερη εργασία στους λευκούς “μισθωμένους υπηρέτες” σε σχέση με τους Αφρικανούς και τους Ινδιάνους σκλάβους. Έτσι σταδιακά άρχισε να δομείται η συμμαχία μεταξύ των λευκών όλων των κοινωνικών στρωμάτων και ο φυλετικός διαχωρισμός. Το σύστημα των “μισθωμένων υπηρετών” καταργήθηκε μετά τον Εμφύλιο Πόλεμο με την 13η Τροπολογία του Συντάγματος των ΗΠΑ το 1865.

“Οι πρώτες φυλακές και η καταναγκαστική εργασία μέχρι το τέλος του Εμφυλίου”

Η φυλάκιση ως μορφή ποινικής κύρωσης εγκαθιδρύθηκε στην Αμερική λίγο πριν την Αμερικάνικη Επανάσταση του 1765. Η πρώτη περίοδος όπου ο εγκλεισμός χρησιμοποιήθηκε μαζικά ως μέσο για την αντιμετώπιση των παραβατών, των ψυχικά ασθενών και των φτωχών ανευρίσκεται στις αρχές του 1800 στη λεγόμενη Jacksonian Era. Στην περίοδο αυτή ο εγκλεισμός και η καταναγκαστική εργασία αποτέλεσαν τις κύριες ποινικές κυρώσεις για τα περισσότερα εγκλήματα μέχρι και τα χρόνια του αμερικάνικου εμφυλίου. Στο νότο ωστόσο, που ήταν διαδεδομένη η δουλεία, ο εγκλεισμός δεν είχε να προσφέρει και πολλά στη διατήρηση της τάξης καθώς οι δούλοι ήταν στο έλεος των αφεντικών τους. Παρόλα αυτά ο εγκλεισμός λευκών έλαβε χώρα σε κάποιες περιοχές του νότου.

Η πρώτη περίπτωση καταναγκαστικής εργασίας κρατουμένων προς όφελος ιδιωτικών επιχειρήσεων αλλά και του κράτους απαντάται το 1820 στις φυλακές Auburn της Νέας Υόρκης. Ο θεσμός γρήγορα εξαπλώθηκε στο Βορρά και αργότερα στη Δύση. Το 1825 στο Kentucky ο Joel Scott πλήρωσε 1000 δολάρια ώστε να χρησιμοποιήσει τους κρατούμενους της φυλακής του Kentucky ως εργατικό δυναμικό σε κατασκευαστικά έργα. Στη συνέχεια προχώρησε στην ανέγερση της δικιάς του ιδιωτικής φυλακής για να τους στεγάσει. Παρόμοιες συμφωνίες ανευρίσκονται το 1844 στη Louisiana και το 1852 στην California. Παρόλα αυτά η κύρια αξιοποίηση των κρατουμένων ως εργατικό δυναμικό και η εξέλιξη της αντίληψης γύρω από την αξιοποίηση των αποκλεισμένων πληθυσμών θα λάβει χώρα μετά το τέλος του αμερικάνικου εμφυλίου πολέμου.

“Η ένταξη της καταναγκαστικής εργασίας στο ποινικό σύστημα (convict leasing)”

Μετά το τέλος του Αμερικάνικου Εμφυλίου Πολέμου (1861-1865) ο καπιταλισμός θα κυριαρχήσει στις ΗΠΑ και θα την αναδείξει σταδιακά στην σύγχρονη υπερδύναμη που είναι σήμερα.

Κατά τα έτη 1865-1920 τα επιχειρηματικά συμφέροντα εξυπηρετούνταν από όλα τα κυβερνητικά επίπεδα. Οι κυβερνήσεις υπάκουαν σχεδόν ολοκληρωτικά στις μεγάλες εταιρείες. Σε πολλές περιπτώσεις ήταν οι βιομηχανικές επιχειρήσεις αυτές που καθόριζαν την αξία της περιούσιας τους για φορολογικούς λόγους αντί για τους ίδιους τους εφοριακούς. Ο ιδιωτικός και ο δημόσιος τομέας ήταν σε μεγάλο βαθμό αδιαχώριστοι- για παράδειγμα στα 1880 ο ιδιοκτήτης της μεγαλύτερης τράπεζας στη Μοντάνα ήταν επίσης τοπικός κυβερνήτης. Η καπιταλιστική ανάπτυξη, ωστόσο, δεν υπήρξε ευθύγραμμη. Από τα μέσα του 1870 μέχρι τα μέσα του 1890 (περίοδος που ονομάστηκε «the long depression») η οικονομία κλυδωνίζεται από μαζικές πτωχεύσεις, πληθωρισμό και τον ανελέητο ανταγωνισμό μεταξύ των επιχειρήσεων ως προς τη μείωση του εργατικού κόστους.

Μέσα σε αυτά τα πλαίσια η χρήση των κρατουμένων ως εργατικό δυναμικό αποτέλεσε ιδανική λύση και ο θεσμός «convict leasing» διαδόθηκε τόσο στο Νότο όσο και στο Βορρά- τα 2/3 το κρατουμένων εκχωρήθηκαν σε ιδιωτικές εταιρείες. Οι εταιρείες υπέγραφαν συμβόλαια με το κράτος ότι το εργατικό δυναμικό θα αντικαθίσταται σε περίπτωση που ο κρατούμενος αρρώσταινε, πέθαινε ή κρινόταν ακατάλληλος.

Η εκρηκτική ανάπτυξη της βιομηχανίας και της οικονομίας οφείλετε σε ένα μεγάλο βαθμό και στην συγκεκριμένη διαμόρφωση του σωφρονιστικού συστήματος. Την ανάγκη για φτηνό εργατικό δυναμικό ακολούθησε η μαζική ποινικοποίηση συμπεριφορών και οι μαζικές συλλήψεις. Οι άνθρωποι στέλνονταν στη φυλακή για ασήμαντες αφορμές, όπως για χαρτοπαιξία και οινοποσία. Καθώς ο καπιταλισμός εξελισσόταν σταδιακά στην μονοπωλιακή μορφή του (στην οποία θα φτάσει μετά το 1890) οι κατάδικοι άρχισαν να εκχωρούνται μόνο στις πιο ισχυρές επιχειρήσεις κάθε Πολιτείας.

Νομική βάση του θεσμού αποτέλεσε η θεσμοθέτηση της δουλείας στην 13η τροπολογία του Συντάγματος των ΗΠΑ ως ποινή για την τέλεση κάποιου αδικήματος. Στο Νότο το σύστημα convict-lease εξαπλώθηκε παντού και αποτέλεσε τον νέο τρόπο αξιοποίησης και πειθάρχησης των προσφάτως απελευθερωμένων σκλάβων οι οποίοι πλέον βρίσκονταν στο καθεστώς διαχωρισμού που τους επιβλήθηκε με τη νομοθεσία του Jim Crow υπό το ιδεολόγημα της λευκής υπεροχής. Στις φυλακές του Νότου μετά το 1865 το 90% των κρατουμένων ήταν μαύροι. Οι κατάδικοι εκχωρούνταν στα ορυχεία, σε σιδηροδρομικές εταιρείες και στη βιομηχανία σιδήρου και ατσαλιού. Όλες οι εξορυκτικές εταιρίες του Νότου αλλά και η αγροτική οικονομία βαμβακιού και ζάχαρης βασίζονταν στην εργασία των καταδίκων. Στο Βορρά επίσης υπήρξε στενή συνεργασία μεταξύ των βιομηχανικών, εμπορικών και αγροτικών επιχειρήσεων με όλες τις αρχές επιβολής της τάξης καθώς και το δικαστικό σύστημα. Σερίφηδες, τοπικοί ειρηνοδίκες, αστυνομικοί, δικαστές και κυβερνήτες όλοι δούλευαν από κοινού για την διατήρηση του συστήματος. Εργατικές ενώσεις, συνδικάτα και εργατικά κόμματα αντέδρασαν στο θεσμό αρχικά ως προς τη χρήση κρατουμένων ως ειδικευμένου εργατικού δυναμικού καθώς αυτό έθιγε τα συμφέροντα τους.

Η εργασία κρατουμένων αξιοποιήθηκε επίσης ως αντίβαρο στις προσπάθειες των εργατών να οργανωθούν- οι επιχειρήσεις σε περίπτωση απεργιών και διεκδικήσεων μπορούσαν να αντικαταστήσουν το εργατικό δυναμικό τους με κρατούμενους οι οποίοι εργάζονταν κάτω από σκληρές και θανατηφόρες συνθήκες. Με αυτόν τον τρόπο έσπασαν πολλές απεργίες εργαζομένων στα ορυχεία.

Στα 1890 όμως κατά τη διάρκεια μιας απεργίας στα ορυχεία η εταιρεία TC&I προσπάθησε να χρησιμοποιήσει καταδίκους για να σπάσει την απεργία. Απεργοί και σύμμαχοι τους, φίλα προσκείμενη στο εργατικό κίνημα «the Κnights of labor» ξεκίνησαν ανταρτοπόλεμο με επιθέσεις στην περίφραξη της φυλακής και απελευθέρωσαν κρατουμένους. Στη συνέχεια αρνήθηκαν να υπακούσουν την εντολή του κυβερνήτη να τους επιστρέψουν πίσω και ακολούθησαν ένοπλες συγκρούσεις. Από το 1890 όμως αρχίζουν να πυκνώνουν και οι εξεγέρσεις και οι απεργίες κρατουμένων, ιδίως στο Βορρά όπου πλέον ένα σεβαστό ποσοστό κρατουμένων είναι βετεράνοι του Αμερικάνικου Εμφυλίου αλλά και πρώην εργάτες.

Το σύστημα convict-lease επιβίωσε μέχρι και τις αρχές του 20ού αιώνα με την Αλαμπάμα να είναι η τελευταία Πολιτεία που το κατάργησε το 1928.

“Η ανάπτυξη του φυλακο-βιομηχανικού συμπλέγματος (prison industrial complex)”

Από τη δεκαετία του ’70 μέχρι σήμερα οι φυλακές συνέχισαν να αποτελούν ένα προνομιούχο πεδίο κέρδους και καταστολής στις ΗΠΑ ενώ ταυτόχρονα μέσω της συγκρότησης του φυλακο-βιομηχανικού συμπλέγματος περνάμε σε νέες μορφές κοινωνικού ελέγχου και επιτήρησης. Με τον όρο αυτό νοείται η αλληλεπίδραση και συνεργασία στον σωφρονιστικό τομέα μεταξύ της βιομηχανίας των ιδιωτικών φυλακών, των κατασκευαστικών εταιριών, των εταιρειών προμηθειών των φυλακών, των εταιρειών που εκμεταλλεύονται την καταναγκαστική εργασία των κρατουμένων και του πολιτικού συντηρητισμού εν γένει.

Έτσι λοιπόν η προπαγάνδα του αμερικανικού καθεστώτος για την κοινωνική νομιμοποίηση του στρατιωτικό- βιομηχανικού συμπλέγματος που αποκόμιζε τεράστια κέρδη κατά την διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου έδωσε σταδιακά τη θέση του στο φυλακο-βιομηχανικό σύμπλεγμα με αφορμή αυτή τη φορά τον «πόλεμο ενάντια στα ναρκωτικά».

Τις δεκαετίες ’60-’80 η CIA αφού αναμείχθηκε μυστικά στο εμπόριο ναρκωτικών που λάμβανε χώρα σε Βιετνάμ και Νικαράγουα διοχέτευσε στη συνέχεια μεγάλες ποσότητες στις φτωχογειτονιές των μαύρων. Κατά τη διάρκεια της δεκαετίας 70-80 πολλές εταιρείες μεταφέρθηκαν στο εξωτερικό σε αναζήτηση φτηνού εργατικού δυναμικού με αποτέλεσμα η ανεργία στις φτωχογειτονιές να αυξηθεί και μεγάλο μέρος ανειδίκευτων ανέργων να στραφεί στις κλοπές και στο εμπόριο ναρκωτικών. Το φαινόμενο έδωσε την κατάλληλη πολιτική αφορμή ώστε στα μέσα της δεκαετίας του 1980 ο Reagan να ξεκινήσει την καμπάνια του «πολέμου ενάντια στα ναρκωτικά». Την αυστηροποίηση του νομικού οπλοστασίου ακολούθησε ένα μεγάλο κύμα συλλήψεων μαύρων και ισπανόφωνων που οδήγησε με τη σειρά του στον υπερπληθυσμό των φυλακών. Καθώς όμως τα έξοδα για τη συντήρηση και την ανέγερση νέων φυλακών ξεπέρασαν τις δυνατότητες του κρατικού προϋπολογισμού οι ιδιωτικές φυλακές αποτέλεσαν μια συμφέρουσα διέξοδο τόσο για το κράτος όσο και για το κεφάλαιο. Το 1984 επενδυτές στο Tennessee με διασυνδέσεις στην κυβέρνηση συγκρότησαν την Corrections Corporations of America (CCA). Το σκεπτικό ήταν να ιδρύσουν ιδιωτικές φυλακές και να νοικιάζουν τα κρεβάτια στην κυβέρνηση. Η αξιοποίηση των ιδιωτικών φυλακών έφτασε στο αποκορύφωμα της τη δεκαετία του 90 επί Clinton όπου εταιρείες ιδιωτικών φυλακών ανέλαβαν τον εγκλεισμό μεταναστών χωρίς άδεια παραμονής και κρατουμένων «υψηλής επικινδυνότητας». Το 2000 η βιομηχανία των ιδιωτικών φυλακών προέβη σε δωρεές 1,2 εκατομμυρίων σε 830 υποψηφίους. Σήμερα οι μεγαλύτερες εταιρείες ιδιωτικών φυλακών είναι οι Corrections Corporation of America και η GEO Group (πρώην Wackenhut) ενώ το ποσοστό των εγκλείστων σε αυτές το 2013 υπολογιζόταν σε 8% του συνόλου των κρατουμένων.

Παράλληλα με το θεσμό των ιδιωτικών φυλακών η καταναγκαστική εργασία των κρατουμένων –που όπως προαναφέρθηκε βρίσκει έρεισμα στην 13η Τροπολογία– αποτελεί ακόμα ένα πεδίο κέρδους και διαχείρισης των αποκλεισμένων πληθυσμών.

Οι κρατούμενοι εργάζονται χωρίς ασφαλιστικά και συνδικαλιστικά δικαιώματα, άδειες και επιδόματα, κάτω από απάνθρωπες συνθήκες. Η άρνηση τους να εργαστούν έχει ως συνέπεια πειθαρχικά και στέρηση προνομίων. Τα τελευταία 30 χρόνια τουλάχιστον 37 Πολιτείες επιτρέπουν σε ιδιωτικές εταιρείες τη χρήση κρατουμένων με τη συμβολική αμοιβή των 0,93 με 4,73 δολαρίων την ημέρα. Εταιρείες που εκμεταλλεύονται την εργασία κρατουμένων είναι μεταξύ άλλων οι IBM, Boeing, Motorola, Microsoft, AT&T, Wireless, Texas Instrument, Dell, Compaq, Honeywell, Hewlett-Packard, Nortel, Lucent Technologies, 3Com, Intel, Northern Telecom, TWA, Nordstrom’s, Revlon, Macy’s, Pierre Cardin, Target Stores, Starbucks και Honda.

“Οι αγώνες των κρατουμένων – Η αντίσταση βρίσκει χώρους και τόπους να εκδηλωθεί”

Όπως είναι αναμενόμενο το ασφυκτικό καθεστώς καταναγκαστικής εργασίας ως κομμάτι της ποινής, αυτή η μεταμφιεσμένη μορφή σύγχρονης δουλείας, συμπιέζει και συνθλίβει τόσο τους κρατούμενους ώστε να αρχίζει σιγά σιγά να γεννιέται ο σπόρος της αντίστασης, ένας σπόρος που φυτρώνει πάνω στην οργή και την απελπισία. Εδώ και αρκετό καιρό μια σειρά ζυμώσεων εντός των αμερικανικών κολαστηρίων, που ουσιαστικά αποτελούν κάτεργα σκλάβων, έχει οδηγήσει στο σχεδιασμό ενός συντονισμένου αγώνα μέσα στις φυλακές με στόχο την οριστική κατάργηση αυτής της βαρβαρότητας που αποκαλείται ευφημιστικά “κοινωνική προσφορά”. Παρ’ όλες τις τεράστιες δυσκολίες στην επικοινωνία μεταξύ κρατουμένων η δίψα για αγώνα κατάφερε να προσπεράσει όλα τα εμπόδια ώστε τελικώς το σχέδιο αγώνα να επικοινωνηθεί σε τέτοιο βαθμό που να μιλάμε πλέον ίσως για μια από τις μεγαλύτερες συντονισμένες εκστρατείες αγώνα από τους ίδιους τους κρατούμενους.

Η χρονική αφετηρία ενός τέτοιου αγώνα έχει οριστεί από τις επιτροπές των ίδιων των κρατουμένων στις 9/9/2016, μια ημερομηνία σύμβολο για τους αγώνες των κρατουμένων στις φυλακές των ΗΠΑ αφού 45 χρόνια πριν στις 9 Σεπτέμβρη 1971 έλαβε χώρα η εξέγερση στις φυλακές Άττικα της Νέας Υόρκης που αποτέλεσε την μεγαλύτερη και πιο δραματική εξέγερση φυλακών στην ιστορία των ΗΠΑ. Η βασική αφορμή ήταν η δολοφονία του κρατούμενου George Jacckson από τους Μαύρους Πάνθηρες που δολοφονήθηκε από τους δεσμοφύλακες.

Σαν Αναρχικός Μαύρος Σταυρός θεωρούμε ότι η αιχμή αυτού του αγώνα αποκτάει μια ιδιαίτερη σημασία καθώς αποτελεί μια συλλογική κραυγή αξιοπρέπειας μέσα από τα σύγχρονα κολαστήρια ενός κράτους που έχει αναγάγει τον εγκλεισμό σε επιστήμη αποτελώντας πρότυπο και παράδειγμα για κάθε φιλόδοξο ολοκληρωτικό καθεστώς.

Το καθεστώς δουλείας στις φυλακές είναι η επιτομή της βαρβαρότητας μέσα σε συνθήκες εγκλεισμού αφού καταργεί την ανθρώπινη υπόσταση του κάθε ατόμου και στοχεύει στην ολοκληρωτική του καθυπόταξη ανάμεσα στα γρανάζια των πολυεθνικών κολοσσών.

Σαν αναρχικοί δεν μπορεί να στεκόμαστε αδιάφοροι σε έναν αγώνα που προέρχεται από τους κολασμένους του κοινωνικού περιθωρίου που βρίσκονται σε ένα ιδιότυπο καθεστώς σκλαβιάς και διεκδικούν ακόμα και μέσα στις δυσμενείς συνθήκες του εγκλεισμού ανάσες αξιοπρέπειας και αυτοκαθορισμού.

Οι κρατούμενοι θα διεξάγουν τον αγώνα τους αρνούμενοι ουσιαστικά την διαδικασία της καταναγκαστικής εργασίας πραγματοποιώντας αποχή από τα προβλεπόμενα καθήκοντά τους, ουσιαστικά ένα είδος απεργίας εντός φυλακής που τιμωρείται με πειθαρχικές ποινές και απομονώσεις. Ένας αγώνας που στην ρίζα του βρίσκεται η πολιτική ανυπακοή και το σαμποτάζ σε επιχειρηματικά συμφέροντα που έχουν ταυτίσει την ύπαρξη τους με τις πιο στυγνές και αδίστακτες μορφές εκμετάλλευσης.

Οι κρατούμενοι έχουν απευθύνει προς τα έξω ένα κάλεσμα για υποστήριξη του αγώνα τους από όποιον αισθάνεται ότι αυτός ο αγώνας τον αφορά έστω και λίγο και βρίσκει ένα κομμάτι του εαυτού του μέσα σε αυτόν.

Στα πλαίσια αυτά σαν Αναρχικός Μαύρος Σταυρός είχαμε πραγματοποιήσει εκδήλωση και ενημέρωση στις 4/8 στην κατάληψη Θεμιστοκλέους 58 μαζί με τα συντρόφια από το μεταφραστικό δίκτυο αντιπληροφόρησης Contra Info στην οποία είχε μιλήσει εκτενώς γύρω από αυτά τα ζητήματα ένας σύντροφος από τον Αναρχικό Μαύρο Σταυρό του Πόρτλαντ με σκοπό την ενημέρωση του εγχώριου αναρχικού κινήματος για τον αγώνα που θα ακολουθούσε από τις 9 Σεπτέμβρη.*

Είμαστε διατεθειμένοι να εκδηλώσουμε την αλληλεγγύη μας με κάθε τρόπο στους κρατούμενους των φυλακών στις ΗΠΑ καθ’ όλη την διάρκεια του αγώνα τους. Σε αυτή την κατεύθυνση καλούμε όλες τις συλλογικότητες, τους πυρήνες του Αναρχικού Μαύρου Σταυρού διεθνώς αλλά και όποιον/α επιθυμεί να στηρίξει με τον τρόπο του να συντονίσουμε τις δυνάμεις μας σε μια Διεθνή Μέρα Αλληλεγγύης που θα είναι σημείο αναφοράς του διεθνούς κινήματος αλληλεγγύης στον συγκεκριμένο αγώνα και θα αποτελέσει μια αφορμή για περαιτέρω όξυνση των δράσεων μας στην συνέχεια. Προτείνουμε αυτή η μέρα να είναι η 1η Οκτώβρη.

Οι προοπτικές, τα διακυβεύματα αλλά και οι παρακαταθήκες που μπορεί να αφήσει ο συγκεκριμένος αγώνας στις φυλακές των ΗΠΑ θεωρούμε ότι αποτελούν μια ανοιχτή πρόκληση για κάθε αγωνιστή που θέλει να συμβάλει στην διεξαγωγή ενός διεθνοποιημένου και συντονισμένου αγώνα μέσα και έξω από τις φυλακές ενάντια στην σύγχρονη σκλαβιά και την οικονομική δικτατορία των πολυεθνικών.

Αλληλεγγύη και Δύναμη στον αγώνα των κρατουμένων στις φυλακές των ΗΠΑ!

Ο αγώνας είναι η μόνη προοπτική για να ζήσουμε με αξιοπρέπεια!

Φωτιά στις φυλακές!

Αναρχικός Μαύρος Σταυρός
πυρήνας έμπρακτης αναρχικής αλληλεγγύης
abcsolidaritycell.espivblogs.net
_

* Σημ. του Contra Info: Εδώ μπορείτε να κατεβάσετε και να ακούσετε συνέντευξη του συντρόφου στα Ραδιοφράγματα, όπως και τις ηχογραφήσεις της εκδήλωσης της 4ης Αυγούστου 2016. Εδώ μπορείτε επίσης να ακούσετε (στ’ αγγλικά) μια συζήτηση με τον ίδιο σύντροφο από τον Αναρχικό Μαύρο Σταυρό του Πόρτλαντ, όπως μεταδόθηκε στην αναρχική εκπομπή The Final Straw της 4ης Σεπτέμβρη 2016.