Οι άδειες είναι μια κατάκτηση των κρατουμένων, ως αποτέλεσμα πολύχρονων αγώνων. Υπό αυτό το πρίσμα, δεν είναι ούτε προνόμιο ούτε κάποια ανθρωπιστική παραχώρηση από την πλευρά του κράτους.
Για κάθε κρατούμενο η άδεια αντιπροσωπεύει ανάσες «ελευθερίας».
Το κράτος όμως, αποβλέπει στο να εκμεταλλευτεί αυτή τη συνθήκη. Αφενός, χρησιμοποιώντας την σαν βαλβίδα αποσυμπίεσης της οργής που συσσωρεύεται στις φυλακές και αφετέρου να μετατρέψει αυτήν την κατάκτηση σε εκβιασμό για πειθαρχημένες συμπεριφορές, κρατώντας συγχρόνως σε μια διαρκή ομηρία το σύνολο των κρατουμένων.
Σχετικά με τους πολιτικούς κρατούμενους το ζήτημα των αδειών για μια σειρά συντρόφων έχει ήδη ανοίξει, ενώ αρκετοί άλλοι σε σύντομο χρονικό διάστημα θα πληρούν τις προϋποθέσεις για διεκδίκηση άδειας.
Ειδική περίπτωση αποτελεί ο επαναστάτης Δημήτρης Κουφοντίνας, ο οποίος εδώ και χρόνια πληροί τις απαραίτητες προϋποθέσεις. Στο πρόσωπό του όμως, έχουν φανεί ξεκάθαρα μια σειρά επιδιώξεων του κράτους, τόσο για πολιτικούς λόγους, που έχουν να κάνουν με την δράση του στην οργάνωση 17Ν, καθώς όμως και για τη στάση που κράτησε κατά την σύλληψη του αλλά και σε όλη την διάρκεια της φυλάκισής του έως σήμερα, ενώ το κράτος τη χρησιμοποιεί για να παραδειγματίσει το σύνολο των πολιτικών κρατουμένων. Οι προθέσεις αυτές φάνηκαν στο σκεπτικό, που συνόδευε την απόρριψη της τελευταίας αίτησης του για άδεια, όπου ανάμεσα στα άλλα αναφέρεται, ότι παραμένει αμετανόητος ως προς τις επιλογές αγώνα, που είχε και συνεχίζει να τις υπερασπίζεται με κείμενά του. Επίσης, γίνεται αναφορά στη συναναστροφή του με μέλη οργανώσεων αντάρτικου (ΣΠΦ – ΕΑ).
Με αυτόν τον τρόπο, το κράτος ζητάει έμμεσα σιωπηλές δηλώσεις μετανοίας. Άμεσα δεν θα επιδιώξει, θεσμικά τουλάχιστον, τέτοιες δηλώσεις για διάφορους λόγους, παραδείγματος χάριν, υπάρχουν ιστορικοί λόγοι, για τους οποίους οι δηλώσεις μετανοίας είναι φορτισμένες αρνητικά για μεγάλα κομμάτια της κοινωνίας, αφού έχουν ταυτιστεί με μια περίοδο (1946-1974) εξοριών, βασανιστηρίων, εκτελέσεων.
Παρόλα αυτά το κράτος θέλει να εξασφαλίσει την πολιτική σιωπή των πολιτικών κρατουμένων, την αυτοαπομόνωσή τους καθώς και τη διάσπαση τους υπό μια λογική του «διαίρει και βασίλευε», με στόχο τον πολιτικό παροπλισμό τους.
Η διεκδίκηση της άδειας του Δ. Κουφοντίνα πρέπει να λειτουργήσει σήμερα ως αιχμή του συνολικότερου αγώνα για τις άδειες, από τη μία γιατί στο πρόσωπό του συμπυκνώνονται όλες οι κρατικές επιδιώξεις, αλλά και επειδή αποτελεί μια εμβληματική μορφή για το σύνολο του ανταγωνιστικού κινήματος.
Σε ότι αφορά τους πολιτικούς κρατούμενους και το ζήτημα των αδειών, σαφέστατα είναι συνέχεια του ειδικού καθεστώτος εξαίρεσης, το οποίο τίθεται σε ισχύ γι’ αυτούς από την πρώτη μέρα της σύλληψής τους. Τρομονόμοι, ειδικές συνθήκες διεξαγωγής των δικών, ειδικές συνθήκες κράτησης κλπ.
Το επόμενο διάστημα, το ζήτημα των αδειών πρέπει να αποτελέσει πεδίο σύγκρουσης με το κράτος. Πολύ πιθανόν μάλιστα, είναι να το συνοδεύσει με μια σειρά «επιλογών», όπως ήδη έκανε με κάποιες από τις εκπαιδευτικές άδειες που έχουν δοθεί. Δηλαδή, να συνδέσει το θέμα της χορήγησης των αδειών με περιοριστικούς όρους π.χ. «βραχιολάκι», απαγόρευση συμμετοχής σε πολιτικές δραστηριότητες, κατ’ οίκον περιορισμό, απαγόρευση εισόδου σε πανεπιστημιακά ιδρύματα ή και ολόκληρες περιοχές (πχ Εξάρχεια) κλπ. Ζητήματα που έχουμε δει στο παρελθόν σε προσωρινές αποφυλακίσεις και πολύ δε περισσότερο έχουν εφαρμοστεί και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες.
Από πολιτική θέση, είμαστε ενάντια στους περιοριστικούς όρους. Ωστόσο, αντιλαμβανόμαστε, ότι η μη αποδοχή των πιθανών περιοριστικών όρων ισοδυναμεί με την άρνηση χορήγησης της άδειας. Σαφώς η επιλογή κάθε πολιτικού κρατούμενου είναι προσωπική, αλλά συγχρόνως έχει και ιδιαίτερη πολιτική βαρύτητα καθώς με την επιβολή τέτοιων περιοριστικών όρων από το κράτος αντικειμενικά ανοίγει ο δρόμος της γενίκευσής τους περιστέλλοντας ακόμη περισσότερο τις όποιες καταχτήσεις έχουν κερδηθεί έως σήμερα. Σε κάθε περίπτωση η αλληλεγγύη μας είναι δεδομένη, γιατί αντιλαμβανόμαστε τους πολιτικούς κρατούμενους σαν κομμάτι του συνολικότερου αγώνα για την επανάσταση.
Με βάση τα παραπάνω και παρόλο που κάθε άδεια εμπεριέχει την ατομική διεκδίκηση, αυτός ο αγώνας οφείλει και πρέπει να έχει ενιαίο πολιτικό πλαίσιο και κοινή αγωνιστική στάση τόσο εντός όσο και εκτός των τειχών, καθώς εντάσσεται στον αγώνα ενάντια στο καθεστώς εξαίρεσης, θέτοντας συγχρόνως το πρόταγμα «Κανένα καθεστώς εξαίρεσης – Άδειες σε όλους χωρίς περιοριστικούς όρους».
Κάθε απόρριψη άδειας, ανεξάρτητα του σκεπτικού που τη συνοδεύει, πρέπει να αποτελέσει πεδίο σύγκρουσης με το κράτος τόσο από την πλευρά των πολιτικών κρατουμένων όσο και από το σύνολο του ανταγωνιστικού κινήματος. Είναι ζητούμενο η κατάργηση των περιοριστικών όρων, ακόμα και αν αυτοί γενικευτούν, να αποτελέσει σημείο κοινής στάσης μέσα στο συνολικό αγώνα για τις άδειες.
Συγχρόνως το ζήτημα των αδειών, δηλαδή μια μερική συνθήκη, πρέπει να συνδέεται με τους γενικότερους στόχους του κινήματος αλληλεγγύης που συμπυκνώνονται στο «Λευτεριά στους πολιτικούς κρατούμενους» και «Αγώνας μέχρι το γκρέμισμα και της τελευταίας φυλακής».
ΑΓΩΝΙΣΤΙΚΟ ΜΕΤΩΠΟ ΕΝΤΟΣ ΚΑΙ ΕΚΤΟΣ ΤΩΝ ΤΕΙΧΩΝ ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΤΟ ΚΑΘΕΣΤΩΣ ΕΞΑΙΡΕΣΗΣ
ΑΔΕΙΕΣ ΣΕ ΟΛΟΥΣ ΧΩΡΙΣ ΠΕΡΙΟΡΙΣΤΙΚΟΥΣ ΟΡΟΥΣ
Συνέλευση Αλληλεγγύης για τους πολιτικούς κρατούμενους,
τους φυλακισμένους και διωκόμενους αγωνιστές