Μπουένος Άιρες, 3 Δεκέμβρη 1928.
Στον σύντροφο Ε. Αρμάν.
Αγαπητέ σύντροφε,
Το κίνητρο της παρούσας επιστολής είναι, πρωτίστως, να σε συμβουλευτώ.
Χρειάζεται να πράττουμε, σε όλες τις στιγμές της ζωής, σε συμφωνία με τον τρόπο που βλέπουμε κι αναλογιζόμαστε τα πράγματα, με τέτοιον τρόπο ώστε οι μομφές ή οι επικρίσεις άλλων ανθρώπων να βρίσκουν την ατομικότητά μας προστατευμένη με τις πιο υγιείς έννοιες ευθύνης κι ελευθερίας, στεριώνοντας έτσι ένα τείχος που ν’ απωθεί τέτοιες επιθέσεις. Γι’ αυτό, οφείλουμε να ’μαστε συνεπείς με τις ιδέες μας.
Η περίπτωσή μου, σύντροφε, είναι ερωτικής τάξεως. Είμαι μια νεαρή σπουδάστρια που πιστεύει στη νέα ζωή. Πιστεύω ότι, χάρη στην ελεύθερη δράση μας, ατομική ή συλλογική, μπορούμε να καταλήξουμε σ’ ένα μέλλον αγάπης, αδερφοσύνης και ισότητας. Επιθυμώ για όλους αυτό που επιθυμώ για μένα: την ελευθερία να πράττουν, ν’ αγαπάνε, να σκέφτονται. Πάει να πει, επιθυμώ την αναρχία για όλη την ανθρωπότητα. Πιστεύω ότι, για να φτάσουμε εκεί, θα πρέπει να κάνουμε μια κοινωνική επανάσταση. Αλλά είμαι επίσης της γνώμης ότι, προκειμένου να οδηγηθούμε σ’ αυτή την επανάσταση, είναι αναγκαίο ν’ απελευθερωθούμε από κάθε λογής προκαταλήψεις, συμβατισμούς, ηθικές απατηλότητες και παράλογους κώδικες διαγωγής. Κι όσο περιμένουμε να ξεσπάσει η μεγάλη επανάσταση, χρειάζεται να πραγματώνουμε αυτό το έργο σε όλες τις ενέργειες της ύπαρξής μας. Για να επέλθει αυτή η επανάσταση, εξάλλου, δεν μπορούμε ν’ αρκούμαστε στο να περιμένουμε, αλλά χρειάζεται ν’ αναλαμβάνουμε καθημερινή δράση. Όπου είναι δυνατόν, θα πρέπει να ενεργούμε απ’ την αναρχική, άρα κι ανθρώπινη, σκοπιά.
Στον έρωτα, για παράδειγμα, δεν θα προσμείνουμε την επανάσταση. Και θα σμίξουμε ελεύθερα, σε πείσμα των προκαταλήψεων, των φραγμών, των αμέτρητων ψεμάτων που μας αντιτίθενται ως εμπόδια.
Έχω γνωρίσει έναν άντρα, έναν σύντροφο στις ιδέες. Σύμφωνα με τους αστικούς νόμους, είναι «νυμφευμένος». Έσμιξε με μια γυναίκα ως απότοκο μιας παιδιάστικης περίστασης, δίχως έρωτα. Εκείνη την εποχή δεν ήξερε τις ιδέες μας. Όπως και να ’χει, έζησε μ’ αυτήν τη γυναίκα για αρκετά χρόνια, κι έκαναν παιδιά. Ζώντας μαζί της, δεν βίωσε την ικανοποίηση που θα ’χε αισθανθεί μ’ ένα ερωμένο πλάσμα. Η ζωή έγινε ανιαρή, και το μόνο που συνέδεε αυτά τα δυο πλάσματα ήτανε τα παιδιά.
Έφηβος ακόμη, αυτός ο άντρας έλαβε γνώση των ιδεών μας, κι εντός του γεννήθηκε μια συνείδηση. Έγινε ένας γενναίος μαχητής. Αφιερώθηκε στην προπαγάνδα με ζήλο κι ευφυΐα. Όλο τον έρωτα που δεν είχε στρέψει σ’ ένα πρόσωπο τον πρόσφερε στο ιδανικό του. Στο σπιτικό τους, εν τω μεταξύ, η ζωή συνεχιζόταν, με τη μονοτονία να σπάει μοναχά απ’ τη χαρά των μικρών παιδιών τους.
Συνέβη κι οι συνθήκες μάς φέρανε κοντά, αρχικά ως συντρόφους των ιδεών. Μιλήσαμε, συμπαθήσαμε ο ένας τον άλλον, και λίγο λίγο γνωριστήκαμε καλά. Έτσι γεννήθηκε ο έρωτάς μας. Στην αρχή πιστέψαμε πως δεν γινόταν να συμβεί. Αυτός, που ’χε ερωτευτεί μόνο στα όνειρα, και εγώ, που μόλις έκανα την είσοδό μου στη ζωή. Κι οι δυο μας εξακολουθήσαμε να ζούμε μεταξύ αμφιβολίας και έρωτα. Το πεπρωμένο –ή, καλύτερα, ο έρωτας– έκανε τα υπόλοιπα. Ανοίξαμε τις καρδιές μας, κι ο έρωτάς μας και η ευτυχία μας άρχισαν ν’ αρθρώνουν το τραγούδι τους εν μέσω του αγώνα και του ιδανικού, που μας έδωσαν ακόμα μεγαλύτερη ορμή. Και τα μάτια μας, τα χείλια μας, οι καρδιές μας εκφράστηκαν με τη μαγική γητειά ενός πρώτου φιλιού. Εμείς, που εξιδανικεύαμε τον έρωτα, τον κάναμε πλέον πράξη. Τον ελεύθερο έρωτα, που δεν γνωρίζει ούτε φραγμούς ούτε εμπόδια. Αυτήν τη δημιουργική δύναμη που κινεί δυο πλάσματα σ’ ένα λουλουδένιο μονοπάτι, στρωμένο με ρόδα –και μερικές φορές αγκάθια–, όπου απαντάται πάντοτε η ευτυχία.
Σάμπως δεν μετατρέπεται ολάκερο το σύμπαν σε παράδεισο όταν δυο πλάσματα ερωτεύονται το ένα τ’ άλλο;
Η γυναίκα του –παρότι δεν έχει πλήρη επίγνωση– συμμερίζεται κι αυτή τις ιδέες μας. Τώρα τελευταία απέδειξε έμπρακτα την περιφρόνησή της για τους έμμισθους δολοφόνους της αστικής τάξης, όταν η αστυνομία άρχισε να καταδιώκει τον φίλο μου. Έτσι λοιπόν γίναμε φίλες με τη σύζυγο του συντρόφου μου. Επ’ ουδενί δεν αγνοεί τι αποτελεί για μένα ο άντρας που έχει ζήσει στο πλευρό της. Το αίσθημα της αδερφικής στοργής που υπήρχε αναμεταξύ τους του επέτρεψε να της εκμυστηρευτεί το τι συμβαίνει. Κι έπειτα, της έδωσε το ελεύθερο να ενεργεί καταπώς η ίδια το επιθυμεί, ακριβώς όπως αρμόζει σε κάθε ενσυνείδητο αναρχικό.
Ως ετούτη τη στιγμή, για να πω την αλήθεια, βιώνουμε ένα πραγματικό μυθιστόρημα. Ο έρωτάς μας γίνεται εντονότερος μέρα με τη μέρα. Δεν μπορούμε να ’χουμε ολότελα κοινή ζωή, δεδομένης της πολιτικής κατάστασης του φίλου μου και του γεγονότος ότι έχω ακόμη να ολοκληρώσω τις σπουδές μου. Συναντιόμαστε πολύ συχνά σε διαφορετικά μέρη. Σάμπως δεν είναι αυτός ο καλύτερος τρόπος για να μετουσιώνει κανείς τον έρωτα, αποτραβώντας τον από τις έγνοιες της οικιακής ζωής; Αν και είμαι σίγουρη πως, όταν πρόκειται για αληθινό έρωτα, το πιο όμορφο πράγμα είναι να ζεις μαζί με τον άλλον.
Αυτό είναι που ’θελα να εξηγήσω.
Μερικοί έχουν μετατραπεί σε δικαστές εδώ πέρα. Και δεν πρόκειται τόσο πολύ γι’ απλό κόσμο, όσο για συντρόφους των ιδεών που θεωρούν τους εαυτούς τους απαλλαγμένους από προκαταλήψεις, αλλά κατά βάθος είναι δυσανεκτικοί. Ένας απ’ αυτούς λέει ότι ο έρωτάς μας είναι μια παλαβομάρα. Ένας άλλος επισημαίνει πως η σύζυγος του φίλου μου παίζει τον ρόλο «μάρτυρα», παρά το γεγονός ότι αυτή γνωρίζει οτιδήποτε μας αφορά, ορίζει η ίδια τον εαυτό της και απολαμβάνει την ελευθερία της. Ένας τρίτος εγείρει το γελοίο οικονομικό εμπόδιο. Είμαι ανεξάρτητη, ακριβώς όπως ο φίλος μου. Κατά πάσα πιθανότητα θα δημιουργήσω για τον εαυτό μου μια προσωπική οικονομική κατάσταση που θα με απαλλάξει από κάθε ανησυχία υπ’ αυτή την έννοια.
Μετά είναι το θέμα των παιδιών. Πώς σχετίζονται τα παιδιά με τα αισθήματα της καρδιάς; Γιατί δεν μπορεί να ερωτευτεί ένας άνθρωπος που έχει παιδιά; Είναι σαν να λέμε ότι ο πατέρας μιας οικογένειας δεν μπορεί να εργαστεί για την ιδέα, να κάνει προπαγάνδα κι ούτω καθεξής. Τι τους κάνει να πιστεύουν ότι τα πλασματάκια αυτά θα ξεχαστούν επειδή ο πατέρας τους με αγαπά; Αν ο πατέρας ήταν να ξεχάσει τα παιδιά του, θ’ άξιζε την περιφρόνησή μου και θα έπαυε να υπάρχει έρωτας ανάμεσά μας.
Εδώ, στο Μπουένος Άιρες, ορισμένοι σύντροφοι έχουν μια πραγματικά πενιχρή ιδέα περί ελεύθερου έρωτα. Φαντάζονται πως είναι μόνο να συζεί κανείς χωρίς να είναι νόμιμα παντρεμένος, κι εν τω μεταξύ, στα σπιτικά τους εξακολουθούν να ισχύουν όλες οι γελοιότητες και οι προκαταλήψεις που προσιδιάζουν στους αδαείς. Τέτοιας λογής δεσμοί, που παραβλέπουν τον ληξίαρχο και τον παπά, υφίστανται και στην αστική κοινωνία. Είναι αυτό το πράγμα ελεύθερος έρωτας;
Τέλος, επικρίνουν τη διαφορά της ηλικίας μας, απλώς επειδή εγώ είμαι 16 ετών κι ο φίλος μου έχει πατήσει τα 26. Κάποιοι με ψέγουν λέγοντας ότι κυνηγάω να στήσω εμπορική επιχείρηση. Άλλοι με χαρακτηρίζουν ως άβγαλτη. Αχ, αυτοί οι ποντίφικες του αναρχισμού! Κάνουν το ζήτημα της ηλικίας να παρεμβαίνει στον έρωτα! Λες και η κρίση του μυαλού δεν επαρκεί για να ’ναι ένα άτομο υπεύθυνο για τις πράξεις του! Απ’ την άλλη μεριά, αυτό είναι δικό μου πρόβλημα, κι αν η ηλικιακή διαφορά δεν μετράει καθόλου για μένα, γιατί θα πρέπει να ’χει σημασία για οποιονδήποτε άλλον; Αυτό που εκτιμάω και αγαπάω είναι η νιότη του πνεύματος, κι αυτή είναι αιώνια.
Υπάρχουν επίσης εκείνοι που μας αντιμετωπίζουν σαν έκφυλους, σαν αρρωστημένους, και μας λούζουν με διάφορους τέτοιους χαρακτηρισμούς. Σε όλους αυτούς λέω: για ποιον λόγο; Επειδή ζούμε τη ζωή με την αληθινή της έννοια, επειδή αφιερωνόμαστε ελεύθερα στον έρωτα; Επειδή αγαπάμε σαν τα πουλιά που σκορπίζουν χαρά σε μονοπάτια και κήπους, χωρίς να μας νοιάζουν οι κώδικες διαγωγής ή τα ψεύτικα ήθη; Επειδή είμαστε πιστοί στα ιδανικά μας; Απαξιώ όλους εκείνους που δεν μπορούν να καταλάβουν τι σημαίνει να ξέρεις ν’ αγαπάς.
Ο αληθινός έρωτας είναι καθάριος. Είναι ήλιος που οι αχτίδες του τυφλώνουν όσους δεν μπορούν να σκαρφαλώσουν στα ύψη. Πρέπει να ζούμε ελεύθερα τη ζωή. Ν’ αφιερωνόμαστε στην ωραιότητα, στις απολαύσεις του πνεύματος, στον έρωτα καταπώς τους αξίζει.
Αυτό είναι όλο κι όλο, σύντροφε. Θα ’θελα τη γνώμη σου για την περίπτωσή μου. Ξέρω πολύ καλά τι κάνω, και δεν χρειάζομαι κανέναν να μ’ εγκρίνει ή να μ’ αποτρέψει. Απλώς, έχοντας διαβάσει πολλά από τ’ άρθρα σου και συμφωνώντας με διάφορες προσεγγίσεις σου, θα μ’ ευχαριστούσε να μάθαινα την άποψή σου.
Η επιστολή δημοσιεύτηκε στο γαλλικό περιοδικό L’en dehors στις 20 Γενάρη 1929 με τον τίτλο «Ένα βίωμα», μαζί με την ακόλουθη απάντηση του Εμίλ Αρμάν [1872-1963], ο οποίος εκείνη την περίοδο έτρεχε το εν λόγω αναρχικό έντυπο:
«Συντρόφισσα: η γνώμη μου μικρή σημασία έχει ως προς το τι κάνεις στο ζήτημα που μου μεταφέρεις. Μέσα σου, εσύ είσαι εντάξει με την προσωπική σου αντίληψη περί αναρχικής ζωής ή δεν είσαι εντάξει; Αν είσαι, τότε αγνόησε τα σχόλια και τις προσβολές των άλλων και συνέχισε να τραβάς το δικό σου μονοπάτι. Κανείς δεν έχει το δικαίωμα να κρίνει το πώς ενεργείς εσύ για τον εαυτό σου, ακόμα και σε περίπτωση που η σύζυγος του φίλου σου έβλεπε εχθρικά αυτές τις σχέσεις. Κάθε γυναίκα που συνδέεται μ’ έναν αναρχικό (ή το αντίστροφο) γνωρίζει πολύ καλά ότι δεν πρέπει ν’ ασκεί επάνω του, ή να δέχεται από αυτόν, κανενός είδους κυριαρχία».
Η Αμέρικα Χοσεφίνα (Φίνα) Σκαρφό [1912-2006] ήταν 16 ετών όταν έγραψε αυτήν την επιστολή και φοιτούσε σ’ ένα επαγγελματικό λύκειο για να βγάλει δίπλωμα δασκάλας. Ο έρωτας στον οποίον αναφέρεται ήταν ο Σεβερίνο Ντι Τζοβάννι [1901-1931]. Όσον αφορά τη σχέση μεταξύ των δύο, βλ. και Osvaldo Bayer, Severino Di Giovanni, el idealista de la violencia, εκδόσεις Planeta, Μπουένος Άιρες (στα ελληνικά: Οσβάλντο Μπάγερ, Προς την απόλυτη ελευθερία με ένα 45άρι Κολτ, εκδόσεις Διάδοση).
Η σύζυγος του Σεβερίνο ήταν η εξαδέλφη του Τερεζίνα Μασκιούλλι [Teresina Masciulli]. Μαζί είχαν φύγει από τη μουσολινική Ιταλία και μετανάστευσαν στη Λατινική Αμερική, ώσπου το 1923 εγκαταστάθηκαν στην Αργεντινή.
Λέγεται πως η μητέρα της Φίνας περιέγραψε την εισδοχή του Σεβερίνο, μαζί με τη φαμίλια του, στην οικία των Σκαρφό ως εξής: «Πριν από μερικά χρόνια ήρθε στο σπίτι μου ένας άντρας που ήθελε να νοικιάσει ένα δωμάτιο. Ήταν ο Σεβερίνο Ντι Τζοβάννι. Η τιμή του ενοικίου τού φάνηκε βολική, κι έτσι τα βρήκαμε. Ήρθε την επόμενη μέρα με τη σύζυγό του Τερεζίνα και τα τρία παιδιά τους. Ήταν ένας άνθρωπος με καλή κι απλή εμφάνιση, μιλούσε καλά για τους φτωχούς και περνούσε τις ελεύθερες ώρες του διαβάζοντας. Στο επάγγελμα ήταν τυπογράφος. Τότε τρία από τα παιδιά μου [μεταξύ τους κι η Χοσεφίνα Αμέρικα] ήταν κάτω των είκοσι ετών. Ο Ντι Τζοβάννι άρχισε να τους δανείζει βιβλία και έγινε στενός τους φίλος. Με την τεράστια δύναμη έλξης που είχε, τα προσέγγισε και άρχισε να τα επηρεάζει με τις ιδέες του».
Ο Μπάγερ σημειώνει ότι, πριν από το γράμμα αυτό, «είχε ξεσπάσει μπουρίνι μεταξύ του Σεβερίνο και της Αμέρικα. Οι επικρίσεις συντρόφων, τα σχεδόν ανυπέρβλητα εμπόδια για τη συνέχιση του δεσμού, όπως κι η οικογενειακή της κατάσταση είχαν ταράξει την Αμέρικα, που τα ’βαλε με τον Σεβερίνο και του ’πε ότι η σχέση τους δεν πήγαινε άλλο. Όπως όμως συμβαίνει σε αρκετούς ερωτικούς καυγάδες, μια κατοπινή τους συνάντηση απάλειψε όλα αυτά τα προβλήματα και σφράγισε τον δεσμό τους με ακόμα μεγαλύτερη ορμή. Το γράμμα της Αμέρικα στο περιοδικό L’en dehors προέκυψε κατόπιν αυτής της επανασύνδεσής τους. Ήταν κατά κάποιον τρόπο μια πράξη επισημοποίησης των συναισθημάτων που μέχρι τότε είχαν κρατήσει μόνο στο μεταξύ τους».
Ο παράφορος έρωτας του Σεβερίνο αποτυπώνεται και λίγους μήνες πριν, στ’ ακόλουθα λόγια του προς τη Φίνα (επιστολή 19ης Αυγούστου 1928): «[…] Όταν σου μιλάω για αιωνιότητα –όλα όσα η καρδιά έχει ποθήσει κι αγαπήσει είναι αιώνια– αναφέρομαι στην αιωνιότητα του έρωτα. Ο έρωτας ποτέ δεν πεθαίνει. […] Να ξέρεις ότι σε σκέφτομαι πάντα, πάντα, πάντα. Είσαι ο ουράνιος άγγελος που με συνοδεύει σε όλες τις θλιβερές και χαρούμενες ώρες αυτής της ατίθασης και εξεγερμένης μου ζωής. Μαζί σου, τώρα και για πάντα».