Η συγκυβέρνηση Σύριζα-ΑΝΕΛ προχώρησε στο δημοψήφισμα, αφού βρέθηκε σε συνθήκες αδιεξόδου και ήττας στις διαπραγματεύσεις με τους δανειστές του ελληνικού κράτους. Ας μην ξεχνάμε ότι και ο Σαμαράς πριν από λίγους μήνες εξαναγκάστηκε να πάει σε εκλογές και να «παραδώσει» την εξουσία στον Σύριζα, ύστερα από τις μεγάλες απαιτήσεις των δανειστών, τις οποίες και αδυνατούσε να υπερασπιστεί και να περάσει από την βουλή για ένα πρόγραμμα ύψους 800 εκ. ευρώ, πολύ πιο ήπιο από αυτό που πρότεινε ο Σύριζα και απέρριψαν οι «εταίροι», το ύψος του οποίου έφτανε τα 8,5 δισ. ευρώ. Το δημοψήφισμα δεν ήταν πράξη αντίστασης, αλλά πράξη απελπισίας και αδιεξόδου, αφού οι πολιτικές φιλοδοξίες του Σύριζα να εκβιάσει την ΕΕ για να αφήσει την ελληνική κυβέρνηση να προχωρήσει σε πολιτικές αντιμετώπισης της κρίσης, διαφοροποιημένες έστω και στο ελάχιστο από τις ακραίες νεοφιλελεύθερες συνταγές της τρόικας, έπεσαν στο κενό.
Έτσι καταλήξαμε σε ένα διπλό κραχ. Το οικονομικό –με την τυπική πλέον χρεοκοπία της ελληνικής οικονομίας, που εκφράστηκε με την στάση πληρωμών του κράτους στο εσωτερικό αλλά και στο εξωτερικό με τη μη καταβολή οφειλών στο ΔΝΤ, με τους κεφαλαιακούς ελέγχους στην κίνηση κεφαλαίων και με το ελληνικό καθεστώς να βρίσκεται με το ένα πόδι εκτός ευρώ– και το πολιτικό – με την πολιτική του Σύριζα να έχει χτυπήσει στον τοίχο της ΕΕ και το υπόλοιπο πολιτικό προσωπικό στην χώρα να έχει φθαρεί ανεπανόρθωτα μέσα από τις πολιτικές διάσωσης του καπιταλισμού στην Ελλάδα που είχαν επιχειρήσει τα προηγούμενα χρόνια.
Από την συνολική στάση της ΕΕ, της ΕΚΤ και του ΔΝΤ σε όλο το διάστημα από την έναρξη της μνημονιακής περιόδου ως σήμερα, με την εντεινόμενη πίεση για όλο και πιο σκληρά μέτρα που πλήττουν τους οικονομικά αδύναμους και την «προφύλαξη» των πιο εύπορων στρωμάτων, επιβάλλοντας τη μη εφαρμογή «υφεσιακών μέτρων» όπως η αύξηση της φορολογίας σε επιχειρήσεις, με την προώθηση πολιτικών που εντείνουν συνεχώς την κοινωνική γενοκτονία στην χώρα –τακτικές ευθυγραμμισμένες με το νεοφιλελεύθερο μοντέλο εξόδου από τις κρίσεις– γίνεται κατανοητό ότι οι προϋποθέσεις για την παράταση της παραμονής της Ελλάδας στην ΟΝΕ και την ΕΕ γίνονται όλο και πιο σκληρές, καθώς η κρίση του συστήματος παγκόσμια, η κρίση στην ΕΕ και στην Ελλάδα όχι μόνο δεν ξεπερνιέται, αλλά βαθαίνει.
Από την αρχή που εκδηλώθηκε η συστημική κρίση στην Ευρώπη, η ΕΕ βρίσκεται σε τροχιά επαπειλούμενης διάλυσης. Αυτή την κατεύθυνση επιτείνουν οι ίδιες οι πολιτικές της ευρωπαϊκής ελίτ, καθώς κατέστησε υπεύθυνες τις κυβερνήσεις για την επιβίωση των τραπεζών σε κάθε χώρα και προχώρησε στην κοινωνικοποίηση των κρατικών χρεών. Το τραπεζικό σύστημα στην ΕΕ είναι χρεοκοπημένο και στηρίζεται στην περιορισμένη ρευστότητα της ΕΚΤ, αλλά κυρίως στην οικονομική και πολιτική εγγύηση ότι το ευρωπαϊκό οικοδόμημα θα ξεπεράσει την κρίση και θα μπει ξανά σε τροχιά καπιταλιστικής ανάπτυξης. Αυτή την εγγύηση την διασφαλίζει η ανοχή και οι αντοχές της κοινωνικής βάσης στην Ευρώπη που βυθίζεται στην ανέχεια και την εξαθλίωση, με τις χώρες του νότου, συμπεριλαμβανομένης της Γαλλίας που είναι και το μεγάλο πρόβλημα της ΟΝΕ, να βρίσκονται στην πρώτη γραμμή της φτώχειας. Την πρωτιά, φυσικά, κρατάει σταθερά η Ελλάδα, με τους ανθρώπους που ζουν κάτω από το όριο της φτώχειας να φτάνει το 40%, ενώ με βάση τις επίσημες μετρήσεις το ποσοστό αυτό χωρίς τις όποιες βοήθειες παρέχονται για την αντιμετώπιση της ανθρωπιστικής κρίσης θα ξεπερνούσε το 50%. Παράλληλα η κοινωνικοποίηση του κρατικού χρέους που έγινε για να απαλλαχτεί από τον κίνδυνο μιας αθέτησης πληρωμών το ευρωπαϊκό χρηματοπιστωτικό σύστημα, και ενώ όλη η Ευρώπη βρίσκεται σε ύφεση, είναι μια πολιτική που υποδαυλίζει τον ανταγωνισμό ανάμεσα στους ευρωπαϊκούς λαούς.
Αυτό το ευρωπαϊκό κοινωνικό, πολιτικό και οικονομικό υπόστρωμα, όχι μόνο δεν είναι ικανό να απορροφήσει τους κραδασμούς μιας κρίσης που βαθαίνει, αλλά επιτείνει την ευρωπαϊκή διάλυση. Πέρα λοιπόν από τον διαχωρισμό της Ευρώπης σε χώρες δανειστές και χώρες οφειλέτες –συνθήκη που έχει δημιουργήσει σχέσεις άγριας εξουσιαστικής σχέσεις μεταξύ βόρειων και νότιων χωρών–, πέρα από το γεγονός ότι το ευρώ από την δημιουργία του έχει καταστήσει μονόδρομο τη μετατροπή των αδύναμων οικονομικά χωρών σε τριτοκοσμικές, αφού υποχρεώνονται να δανείζονται σε ξένο στην ουσία νόμισμα, καθώς δεν έχουν δικαίωμα να τυπώσουν οι ίδιες χρήμα για να αποφύγουν την χρεοκοπία, οι κοινωνικοί διαχωρισμοί που έχει δημιουργήσει η ΕΕ, φέρνοντας τους λαούς τον έναν αντιμέτωπο με τον άλλον, καθιστούν το ευρωπαϊκό σύστημα έναν εχθρό της κοινωνικής και ταξικής αλληλεγγύης στην Ευρώπη, ένα πεδίο που τρέφεται η μισαλλοδοξία, ο εθνικισμός, το μίσος. Με δυο λόγια η ΕΕ οδεύει προς την διάλυση λόγω της κρίσης και των πολιτικών αντιμετώπισής της και των ανταγωνιστικών κοινωνικών και πολιτικών συνθηκών που διαμορφώνονται στην κοινωνική βάση των ευρωπαϊκών χωρών λόγω των ίδιων πολιτικών της ευρωπαϊκής οικονομικής και πολιτικής ελίτ.
Η επιβίωση της ΕΕ με κάθε κόστος για τους λαούς είναι ένα στοίχημα για την υπερεθνική οικονομική και πολιτική ελίτ, καθώς σε αυτό το σημείο διακυβεύεται η ίδια η παγκοσμιοποίηση του συστήματος, απαραίτητη προϋπόθεση ώστε το σύστημα να επιβιώσει. Και όσον αφορά στο ελληνικό ζήτημα, οι θέσεις της ευρωπαϊκής ελίτ διίστανται, με ένα μέρος της να βλέπει την έξοδο της Ελλάδας απαραίτητη για την σταθεροποίηση του ευρώ και ένα άλλο να ιεραρχεί την γεωστρατηγική ισορροπία ως σημαντικότατο παράγοντα, που απαιτεί η Ελλάδα να παραμείνει στην ΟΝΕ και την ΕΕ.
Με μαθηματική ακρίβεια η ελληνική κυβέρνηση λίαν συντόμως θα έχει να επιλέξει ανάμεσα σε ένα κοινωνικό και ταξικό πραξικόπημα για να παρατείνει την παραμονή της χώρας στο ευρώ ή θα έρθει σε πραγματική ρήξη με την ΕΕ. Και λέω πραξικόπημα, γιατί είναι φανερό πως στην πλειοψηφία της η ελληνική κοινωνία δεν αντέχει να σηκώνει άλλα μέτρα και δείχνει ότι θέλει να τελειώνει ο εφιάλτης των μνημονίων.
Το παραπάνω αναδείχτηκε και μέσω του δημοψηφίσματος. Για να αναλύσουμε το αποτέλεσμα θα πρέπει να δούμε ποιος ψήφισε, τι ψήφισε και για ποιο λόγο το ψήφισε. Αλλά πρώτα πρέπει να δούμε ποιο ήταν το ερώτημα. Το ερώτημα ήταν η αποδοχή ή η άρνηση μιας πρότασης των δανειστών που τέθηκε ως τελεσίγραφο στην ελληνική κυβέρνηση προκειμένου να συνεχιστεί η χρηματοδότηση. Αυτή η πρόταση με την κήρυξη του δημοψηφίσματος αποσύρθηκε και παράλληλα αποσύρθηκε το δίλημμα. Παράλληλα υπόγειες συζητήσεις συνεχίζονταν όλη την εβδομάδα πριν το δημοψήφισμα, με τον πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής να βάζει νέα πρόταση προκειμένου να ακυρωθεί το δημοψήφισμα. Τα «ναι» και τα «όχι» που καταγράφηκαν πάνω σε ένα ψηφοδέλτιο που διατυπώνει μια αποσυρμένη πρόταση για να ψηφιστεί ή να απορριφθεί, όπως και η αποχή, είναι κατανοητό ότι έχουν τέτοια σημασία που απέχουν πολύ από το να συνιστούν απαντήσεις σε ένα ψευτοδίλημμα που τέθηκε από την κυβέρνηση. Η σημασία τους είναι πολύ βαθύτερη και αφορά όχι μόνο το αποτέλεσμα της ταξικής και κοινωνικής σύγκρουσης των τελευταίων ετών στην χώρα, αλλά σκιαγραφούν και την προοπτική αυτής της σύγκρουσης για το άμεσο μέλλον.
Πρώτα να δούμε τι σημαίνει η υψηλή αποχή. Από το αποτέλεσμα και με βάση απλά μαθηματικά, καταλαβαίνουμε πως το 61,5% που ψήφισε «όχι», επί του συνόλου του εκλογικού σώματος και αφαιρώντας το 37,5% της αποχής, δίνει ένα 38,3% που είναι και το καθαρό ποσοστό του «όχι». Αντιστοίχως το 38,69% του «ναι» αντιστοιχεί στο 24,18% στο σύνολο του εκλογικού σώματος. Αυτό το πολύ μεγάλο για δημοψήφισμα ποσοστό της αποχής σίγουρα δεν είναι αποτέλεσμα της απάθειας και της αποπολιτικοποίησης. Ήταν στην ουσία ένα εκκωφαντικό γύρισμα της πλάτης ενός μεγάλου μέρους της κοινωνίας σε κάθε διαδικασία συστημικής λύσης της κρίσης και στα διλήμματα που θέτει η πολιτική εξουσία, ακόμα και αν αυτή είναι αριστερής απόχρωσης. Είναι έκφραση της πολιτικής χρεοκοπίας του συνόλου του πολιτικού συστήματος. Ήταν η αποστασιοποίηση από την καθεστωτική πολιτική και τα διλήμματα που βάζει. Και σίγουρα αυτοί που απείχαν ήταν αυτοί που έχουν αποκλειστεί εδώ και καιρό από τις οικονομικές και κοινωνικές λειτουργίες σε αυτό τον τόπο και είναι λογικό να γυρίζουν την πλάτη και στις πολιτικές διαδικασίες που βάζει το σύστημα, απ’ όποια πολιτική τάση και αν προέρχονται.
Αυτοί που ψήφισαν «ναι», σίγουρα σε ένα ποσοστό αποτελούν αυτούς που κατατρομοκρατημένοι από την καθεστωτική προπαγάνδα της ευρωπαϊκής οικονομικής και πολιτικής ελίτ, μέρους της πολιτικής ελίτ στην Ελλάδα και των ντόπιων ΜΜΕ, πιστεύοντας πως το όχι σημαίνει ολοκληρωτική καταστροφή, προτίμησαν την «σιγουριά» της υπάρχουσας οικονομικής συνθήκης από την προοπτική της καταστροφής που πίστεψαν ότι θα επακολουθήσει. Όμως το κύριο πολιτικό προφίλ του «ναι» είναι κατά κύριο λόγο ταξικό και αφορά αυτούς που κρατούν στα χέρια τους τον παραγωγικό και κοινωνικό πλούτο της χώρας, αυτούς που τα συμφέροντά τους είναι αδιάρρηκτα συνδεμένα με το ευρωπαϊκό σύστημα, που παρά το γεγονός ότι έχουν πληγεί ως ένα βαθμό από την κρίση, βλέπουν στα μνημόνια που πληρώνουν οι φτωχοί τη μόνη δυνατότητα να βελτιώσουν την θέση τους στο σύστημα.
Το «όχι» είναι αρκετά σύνθετο να αναλυθεί καθώς δεν συνιστά μια μονοδιάσταση πολιτική τάση. Το σίγουρο πάντως είναι ότι αυτό το «όχι» δεν αφορά στο ερώτημα αυτό καθαυτό έτσι όπως διατυπώθηκε στα ψηφοδέλτια, αφού είναι αστείο να πιστεύουμε πως πήγαν άνθρωποι και ψήφισαν πάνω σε μια πρόταση που είχε αποσυρθεί και που μια νέα την είχε διαδεχτεί (πρόταση Γιουνκέρ), η οποία συζητιόταν κατά την διάρκεια της εβδομάδας του δημοψηφίσματος, με τον Τσίπρα όμως εγκλωβισμένο στις επιλογές του να μην μπορεί να κάνει τίποτα. Υπάρχει άραγε έστω και ένας που συμφώνησε με την διαφορά που είχαν κυβέρνηση και δανειστές ως προς την αύξηση του ΦΠΑ, ότι συμφωνούσαν με την πρόταση της κυβέρνησης να μην προχωρήσει σε άμεση μείωση μισθών και συντάξεων, αλλά σε έμμεση μέσω του ΦΠΑ; Ή ότι το «όχι» τους μπορεί να αφορά στο γεγονός ότι οι δανειστές ήθελαν αύξηση της φορολογίας για τους εφοπλιστές, οι οποίοι απολαμβάνουν μοναδικές σε παγκόσμιο επίπεδο φοροαπαλλαγές, ή μείωση των αμυντικών δαπανών που είναι από τις μεγαλύτερες στο ΝΑΤΟ, ενώ για την κυβέρνηση ήταν κόκκινες γραμμές;
Ένα μέρος των ψηφοφόρων του «όχι» ίσως πραγματικά πιστεύει πως με αυτό το «όχι» και με την ψήφο εμπιστοσύνης του στην κυβέρνηση μπορεί να φρενάρει τα μέτρα λιτότητας, αλλάζοντας σταδιακά τη νεοφιλελεύθερη πολιτική. Ένα μεγάλο μέρος εκφράζει τις αριστερές τάσεις που θέλουν έξοδο από την ΟΝΕ, αντανακλώντας την ενισχυμένη τάση στην Ελλάδα που στρέφεται εχθρικά πλέον απέναντι στην ΕΕ και το ευρώ. Η πλειοψηφία όμως αυτού του κόσμου ψήφισαν «όχι» γιατί απλώς δεν θέλουν άλλα μνημόνια. Δεν ευελπιστούν σε καλύτερες συμφωνίες, δεν θέλουν καμία συμφωνία αφού αυτή θα σημαίνει νέα μέτρα, νέα εξαθλίωση, νέα εξόντωση. Και σίγουρα υπάρχει το «όχι» των ακροδεξιών, που κατά την άποψή μου είναι απλουστευτική η ερμηνεία του ως τυχοδιωκτική, επειδή το «όχι» είναι το κυρίαρχο ρεύμα. Σε όλη την Ευρώπη, η ακροδεξιά προωθεί τον αντιευρωπαϊσμό, την εθνικοποίηση των οικονομιών και την επιστροφή σε εθνικό νόμισμα, ενώ οι ντόπιοι φασίστες είναι εναντίον της παγκοσμιοποίησης. Καθοριστικός παράγοντας για την ανάγκη άρσης των συνόρων είναι οι μετανάστες, τους οποίους θέλουν να εξοντώσουν. Και ένας επίσης καθοριστικός παράγοντας είναι τα συμφέροντα των εφοπλιστών που υπηρετούν απροκάλυπτα, καθώς οι δανειστές απαίτησαν αύξηση της φορολογίας τους, απαίτηση που αρνήθηκε να δεχτεί η κυβέρνηση.
Αυτό το συνονθύλευμα τάσεων που στεγάστηκε κάτω από ένα «όχι», απέχει πολύ από το να συνιστά ψήφο εμπιστοσύνης στην κυβέρνηση. Τουλάχιστον για τους περισσότερους. Και σίγουρα δεν αποτελεί δεδομένο ότι ενώ ψήφισαν «όχι» στα μνημόνια, θα δεχτούν τα σκληρά μέτρα μιας αριστερής κυβέρνησης –ή τουλάχιστον έτσι θα έπρεπε να είναι– είτε αυτά έλθουν με τη μορφή νέου μνημονίου είτε με τη μορφή μέτρων οικονομικής ανασυγκρότησης της διαλυμένης ελληνικής οικονομίας μετά από μια ενδεχόμενη έξοδο από το ευρώ, την οποία ανασυγκρότηση φυσικά και θα πρέπει να πληρώσουν οι οικονομικά αδύναμοι.
Ένα σημαντικό συμπέρασμα από αυτό το δημοψήφισμα είναι ότι μεγάλο μέρος του κόσμου που απείχε έχει κόψει κάθε γέφυρα με το πολιτικό καθεστώς κάθε πολιτικής απόχρωσης. Και πιστεύω πως μέρος από αυτούς και από όσους ψήφισαν «όχι» επιθυμούν μια ρήξη όχι μόνο με τους δανειστές αλλά και με το σύνολο του πολιτικού καθεστώτος.
Η πολιτική ελίτ εντός και εκτός Ελλάδας δεν είναι ηλίθια να μην καταλαβαίνει πως οι συνθήκες στην κοινωνική βάση της Ελλάδας συνιστούν ένα απέραντο πεδίο με ξεραμένα χόρτα που με την παραμικρή σπίθα μπορούν να πάρουν φωτιά. Δεν είναι ηλίθιοι να πιστεύουν πως θα είναι εύκολο να επιβληθούν τα νέα μέτρα, ακόμα πιο σκληρά από τα προηγούμενα, που απαιτούν οι δανειστές για να συνεχιστεί η δανειοδότηση του ελληνικού κράτους. Καταλαβαίνουν πως η κατάσταση γίνεται όλο και πιο έκρυθμη.
Όσον αφορά την κυβέρνηση, αυτή με το δημοψήφισμα και το μεγάλο ποσοστό του «όχι», που ούτε η ίδια δεν περίμενε, έχει εγκλωβιστεί πολιτικά. Είναι κάτι περισσότερο από βέβαιο πως η κυβέρνηση κινείται με όρους ήττας και όχι νίκης και αυτό γιατί δεν θέλει καμία σύγκρουση με την ντόπια ελίτ, με την ευρωπαϊκή ελίτ, με τους δανειστές. Ξέρει πως θα είναι πολύ δύσκολο να φέρει προς ψήφιση στην ελληνική βουλή ένα νέο πολύ σκληρό μνημόνιο με μέτρα που θα ικανοποιήσουν τους δανειστές ώστε να ανεχθούν για το επόμενο διάστημα την Ελλάδα στην ΟΝΕ. Όμως τελικά θα είναι αυτό που θα κάνει κυνηγώντας μια άνευ όρων παράδοση με στόχο την παραμονή της χώρας στο ευρώ. Το ζήτημα είναι αν θα καταφέρει να αντιστρέψει το εχθρικό πολιτικό κλίμα στην Ευρώπη.
Γιατί δεν κλείνουν τελικά αυτήν την πόρτα στα μούτρα της ελληνικής κυβέρνησης και να πετάξουν την Ελλάδα εκτός ευρώ; Οι ελληνικές κυβερνήσεις πρόθυμες πάντα να επιβάλουν συνεχή μέτρα κοινωνικής εξαθλίωσης και να διασφαλίζουν την απαραίτητη πολιτική και κοινωνική σταθερότητα, κατάφεραν να παίρνουν διαρκώς παρατάσεις για την παραμονή της Ελλάδας στην ΟΝΕ. Σήμερα όμως η παραμονή της χώρας στο ευρώ καθορίζεται κυρίως από τις πολιτικές απαιτήσεις και τις γεωστρατηγικές ανάγκες της ΕΕ και της περιοχής γύρω από την Ελλάδα, καθώς πλέον μια έξοδό της η ΕΕ μπορεί να την διαχειριστεί οικονομικά, αφού το ελληνικό χρέος έχει φύγει από τις ευρωπαϊκές τράπεζες και έχει περάσει εξολοκλήρου σε κρατικούς και ευρωπαϊκούς θεσμούς. Αν δεν υπήρχαν ισχυροί γεωπολιτικοί λόγοι, λόγοι που δεν υπήρχαν πριν μερικά χρόνια, αυτό θα είχε συμβεί εδώ και καιρό. Οι λόγοι αυτοί είναι γνωστοί: η πολεμική κατάσταση στην Ουκρανία και η σύγκρουση ΕΕ, ΗΠΑ με την Ρωσία, η απειλή των τζιχαντιστών και γενικότερα το πολύ ρευστό και επικίνδυνο για την καπιταλιστική ισορροπία περιβάλλον στην ευρύτερη περιοχή γύρω από την Ελλάδα, η οποία θεωρητικά θα έπρεπε να παραμείνει ένας σταθερός πολιτικός παράγοντας. Αυτό όμως που είναι επίσης επικίνδυνο είναι το απρόβλεπτο πολιτικοκοινωνικό περιβάλλον εντός της χώρας που η ρευστότητά του αναδείχτηκε με το δημοψήφισμα, με κυρίαρχο πλέον τον φόβο μιας γενικευμένης κοινωνικής ανταρσίας εντός της χώρας που θα φέρει ρήξη με την ΕΕ, ανατροπές στο πολιτικό καθεστώς, ίσως και μια επαναστατική απόπειρα, την δυνατότητα εκδήλωσης της οποίας δεν αποκλείουν στα κέντρα συζητήσεων και αποφάσεων της υπερεθνικής ελίτ.
Τα δεδομένα σήμερα έχουν ως εξής: Ή θα φέρει η κυβέρνηση ένα πολύ σκληρό μνημόνιο, ακυρώνοντας και το δημοψήφισμα και τις υποσχέσεις της, ή θα αφήσει την Ελλάδα να πεταχτεί εκτός ευρώ. Στην πρώτη περίπτωση θα πρέπει να αφήσει να διαλυθεί το κόμμα του, ίσως να κάνει ευρύτερες συμμαχίες με άλλα κόμματα, ακόμα και να παραιτηθεί. Στην δεύτερη περίπτωση θα πρέπει να αντιμετωπίσει ακόμα και το ενδεχόμενο μιας πολιτικής ανατροπής του που μπορεί να φτάσει και στα όρια της πολιτικής εκτροπής, κάτι που ήδη προωθούν η ντόπια οικονομική ελίτ με πρωταγωνιστές τους μεγαλοεργολάβους, σε συνεργασία κατά πρώτο λόγο με την ΝΔ και κατά δεύτερο με το ΠΑΣΟΚ και το Ποτάμι και σε απόλυτη σύμπνοια και συντονισμό με το αμερικάνικο κράτος. Εμμέσως πλην σαφώς αυτό έχει ήδη εκφραστεί δημόσια, με τον Μεϊμαράκη να δηλώνει πως «η αστική τάξη θα εμποδίσει να βγει η Ελλάδα από την ΕΕ», σειρά πολιτικών της ΝΔ να αποκαλούν «εσχάτη προδοσία» την έξοδο από το ευρώ, και την πολιτική ελίτ της Ελλάδας από την στιγμή που ανακοινώθηκε το δημοψήφισμα να πιέζει για πολιτική αλλαγή.
Αν η κυβέρνηση επιβάλει ένα μνημόνιο, ίσως θα έχει μια παράταση ζωής για να διαχειριστεί τα κοινωνικά «όχι» που ακούστηκαν με το δημοψήφισμα, δεδομένου ότι αυτό θα σημάνει την απόλυτη πολιτική προδοσία προς ένα τμήμα της ελληνικής κοινωνίας που πίστεψε ότι η κυβέρνηση αυτή αντιστέκεται. Έτσι το δημοψήφισμα θα έχει μετατραπεί σε όχημα για την παραμονή του Τσίπρα στην πρωθυπουργία.
Μετά από λίγους μήνες διακυβέρνησης η κυβέρνηση κατάλαβε ότι για να παραμείνει κάποιος μέσα στο παιχνίδι της υπερεθνικής οικονομικής και πολιτικής ελίτ, πρέπει να παίζει με τους όρους της. Η «αντίσταση» στους δανειστές για αυτήν περιοριζόταν σε έναν τύπο πολιτικού τζόγου που υπαγόρευε η «θεωρία των παιγνίων» του Βαρουφάκη και που την οδήγησε στο απόλυτο αδιέξοδο, καθώς οι δανειστές ούτε μπλόφαραν ούτε έπαιζαν. Μόνο που αυτό το παιχνίδι των δήθεν αντιμνημονιακών παιζόταν όλο αυτόν τον καιρό στις πλάτες των φτωχών της Ελλάδας, πολλοί από τους οποίους πίστεψαν ότι μπορεί να έρθουν καλύτερες μέρες με αυτή την κυβέρνηση. Αν υπάρχει ένα σημαντικό συμπέρασμα από αυτήν την ιστορία είναι πως όποιος κάνει μισές ρήξεις, σκάβει τον λάκκο του.
Οι περισσότεροι από τον Σύριζα δεν έχουν καμία αντίληψη της πραγματικότητας. Κάποιοι πίστεψαν πως η έξοδος από το ευρώ και η επιστροφή σε εθνικό νόμισμα θα είναι μια ομαλή διαδικασία, που θα αφορά μόνο τεχνικά ζητήματα. Η ανεκδιήγητη φράση του Λαπαβίτσα, υποστηρικτή της δραχμής, ότι «ο κόσμος συνηθίζει τους κεφαλαιακούς ελέγχους και τις ουρές στα ΑΤΜ», δείχνει όχι μόνο άγνοια, αλλά και χυδαία αδιαφορία για τα όσα συμβαίνουν τις τελευταίες μέρες έξω από τις τράπεζες. Δεν έχουν ιδέα ότι μια έξοδος της Ελλάδας από το ευρώ σημαίνει πολιτικό, οικονομικό και κοινωνικό σεισμό τεράστιου μεγέθους που θα επιφέρει τεκτονικές αλλαγές και ανατροπές σε όλα. Και προφανώς δεν έχουν αντιληφθεί ότι μια ρήξη με τους δανειστές σημαίνει ότι πρέπει να έχεις προετοιμάσει το έδαφος για όσα θα επακολουθήσουν σε οικονομικό, πολιτικό και κοινωνικό επίπεδο. Κατά την πάγια και όπως αποδεικνύεται σωστή θέση του Επαναστατικού Αγώνα, μια ρήξη με τους δανειστές δεν είναι δυνατό να την διαχειριστείς αν δεν είσαι αποφασισμένος να προχωρήσεις σε σειρά ανατροπών σε κάθε επίπεδο. Μια «ρήξη» που έχουν στην ουσία προκαλέσει οι δανειστές και που έρχεται ως αποτέλεσμα ήττας και αδιεξόδου, μια «ρήξη» που δεν είναι στα σχέδιά σου, αλλά εκτοπίζεσαι χωρίς να το θέλεις προς τα εκεί, μια «ρήξη» ανάπηρη, για την οποία δεν έχεις προετοιμάσει ούτε τον εαυτό σου ούτε την κοινωνία, χωρίς σχέδιο, μια «ρήξη» και επιστροφή στην δραχμή που αντιμετωπίζεται με όρους του ’60 και του ’70, που αγνοεί την ολοκληρωτική συγκεντροποίηση των οικονομικών λειτουργιών στα χέρια υπερεθνικών μηχανισμών και δομών και βλέπει ως τεχνητό ζήτημα την έξοδο από το ευρώ, μια «ρήξη» που δεν είναι σε θέση να προχωρήσει σε μεγάλες ανατροπές για την συνολική κοινωνική αλλαγή με την ανατροπή του καθεστώτος και την σύγκρουση με τα συμφέροντα των ισχυρών, είναι μια «ρήξη» ψεύτικη που το μόνο που θα φέρει είναι την πιο ραγδαία και άγρια φτωχοποίηση που θα έχει ζήσει ποτέ ο τόπος. Γι’ αυτό και οι ευρωπαίοι ήδη έχουν έτοιμη την πρώτη ανθρωπιστική βοήθεια προς την Ελλάδα, δηλαδή φάρμακα, τρόφιμα, είδη πρώτης ανάγκης, για την επερχόμενη εξαθλίωση –ανθρωπιστική βοήθεια ανάλογη αυτών που αποστέλλονται σε εμπόλεμες ζώνες–, ενώ θα πρέπει να λάβουν και μέτρα για την αποφυγή ενός κύματος μεταναστών, όχι από αφρικανικές χώρες αυτή τη φορά, αλλά από την Ελλάδα.
Έχω ήδη μιλήσει για την ψευτοαντίσταση του Σύριζα. Είναι υποκριτική και ψεύτικη η στάση του και για αυτό είναι ένα επικίνδυνο για την κοινωνία κόμμα. Η αντίσταση γι’ αυτούς είναι μια σειρά από μπλόφες και η προοπτική ρήξης είναι απίθανη ακόμα και με την έξοδο από το ευρώ. Η βασική τους αποστολή είναι η ήπια χειραγώγηση της κοινωνικής οργής, η ενσωμάτωση της δυσαρέσκειας, η ομαλοποίηση του εγχώριου καπιταλιστικού συστήματος. Μόνο που οι όροι που βλέπουν αυτοί ως αναγκαίους για αυτή την ομαλοποίηση, δεν είναι αυτοί που θέλουν οι οικονομικές και πολιτικές ελίτ, τόσο εντός όσο και εκτός της Ελλάδας, αφού δεν είναι ούτε εφικτές ούτε ρεαλιστικές εντός του υπάρχοντος διεθνοποιημένου καθεστώτος.
Με την ανακοίνωση του δημοψηφίσματος είπαν ότι αποκλείεται να υπάρξουν κεφαλαιακοί έλεγχοι στις τράπεζες. Τελικά η κυβέρνηση έδωσε την εντολή για αυτούς και ρίχνουν την ευθύνη στην ΕΚΤ που έκλεισε την στρόφιγγα ρευστότητας. Δεν γνώριζαν ότι αυτή η επιλογή θα ήταν αναπόφευκτη, αφού η μόνη ρευστότητα που έχουν εδώ και καιρό οι τράπεζες είναι αυτή του ELA; Και το ζητούμενο γι’ αυτούς δεν ήταν ούτε να πάρουν τις αποταμιεύσεις τους οι μικροκαταθέτες ούτε τις συντάξεις τους οι συνταξιούχοι. Στόχος τους ήταν να μην καταρρεύσει το τραπεζικό σύστημα, ακόμα και αν πρόκειται για ένα εδώ και καιρό χρεοκοπημένο τραπεζικό σύστημα, που ρουφάει εδώ και χρόνια σαν βρυκόλακας το αίμα της κοινωνικής βάσης. Γι’ αυτό το σύστημα πληρώνουμε τόσα χρόνια και θα συνεχίσουμε να πληρώνουμε πολλά δισεκατομμύρια. Στόχος, λοιπόν, η επιβίωση του τραπεζικού συστήματος με κάθε κόστος. Από την στιγμή που το σύνολο της οικονομικής λειτουργίας περνάει μέσα από τις τράπεζες οι οποίες ελέγχουν τα πάντα –από τις συντάξεις, τους μισθούς, μέχρι τις συναλλαγές σε χρήμα κάθε είδους για την παραγωγή, το εμπόριο κλπ–, από την στιγμή που στο σύστημα η κάθε λειτουργία περνάει μέσα από το χρηματοπιστωτικό σύστημα, το οποίο έχει μετατραπεί στο απόλυτο κέντρο της καπιταλιστικής λειτουργίας (για όσους μιλούν για την απουσία καρδιάς στο σύστημα, η περίοδος αυτή είναι η καλύτερη για να διορθώσουν την οπτική τους) και στον αιμοδότη κάθε οικονομικής δραστηριότητας, από την πιο απλή ως την πιο σύνθετη, είναι φυσικό ο οικονομικός στραγγαλισμός ενός ολόκληρου λαού να βρίσκεται στα χέρια λίγων τραπεζιτών της ΕΚΤ, που ανοιγοκλείνουν τις κάνουλες της ρευστότητας αναλόγως τον βαθμό συμμόρφωσης της εκάστοτε κυβέρνησης στις απαιτήσεις των δανειστών. Αυτό από μόνο του συνιστά την απόλυτη χούντα που καμία αριστερίζουσα κυβέρνηση, καμία πολιτική τάση που δεν θέλει Επανάσταση δεν μπορεί να αντιμετωπίσει. Γιατί σε μια Επανάσταση ούτε οι συντάξεις ούτε οι αποταμιεύσεις θα χάνονταν στα άδυτα των χρεοκοπημένων συστημικών τραπεζών.
Πώς όμως αντιμετωπίζει μέχρι τώρα ο Σύριζα και οι συνιστώσες του αυτήν την προοπτική; Συζητιέται η προοπτική του διπλού νομίσματος, μιας και ο Σύριζα δεν θέλει να βγει από την ΕΕ η Ελλάδα. Τι σημαίνει αυτό; Ότι το χρέος παραμένει σε ευρώ όπως και οι συναλλαγές της οικονομικής ελίτ ενώ η δραχμή θα είναι το νόμισμα των φτωχών. Μια δραχμή πληθωρισμένη φυσικά, που θα έχει σε μια νύχτα μειώσει τους μισθούς και τις συντάξεις στο μισό. Όπου τα εισοδήματα των χαμηλών στρωμάτων δεν θα αρκούν ούτε για την διατροφή. Και καθώς η Ελλάδα εισάγει τα μισά τρόφιμα που καταναλώνει, αυτά λόγω κόστους δεν θα είναι δυνατό να αγοραστούν. Παράλληλα η βιομηχανική παραγωγή έχοντας περάσει σε χέρια πολυεθνικών θα εκμεταλλεύεται τους μισθούς πείνας για να παράγει εξαγόμενα προϊόντα –οι επιχειρήσεις και το κράτος θα χρειάζεται ευρώ αφού το χρέος θα παραμένει σε ξένο νόμισμα– ενώ στο εσωτερικό ο κόσμος θα πεινάει. Όσον αφορά τις τράπεζες, αυτές έχοντας ήδη χρεοκοπήσει και με κομμένη πλέον κάθε παροχή ρευστότητας από την ΕΚΤ ή θα βάλουν λουκέτο κατάσχοντας τις αποταμιεύσεις όσων δεν μερίμνησαν να αποσύρουν τα χρήματά τους –σίγουρα σε αυτούς δεν συγκαταλέγονται τα μέλη του Σύριζα αφού έχουν φροντίσει να αποσύρουν τις καταθέσεις τους σε ξένες τράπεζες– ή θα κρατικοποιηθούν, με το κράτος να επωμίζεται το τεράστιο τραπεζικό χρέος, το οποίο φυσικά θα μετακυλήσει στην κοινωνική βάση και αφού έχει κάνει ένα γενναίο κούρεμα καταθέσεων για να μην καταρρεύσει το τραπεζικό σύστημα.
Μια έξοδος της Ελλάδας από το ευρώ μπορεί να γίνει χωρίς να σημειωθούν κατοχικές συνθήκες, μόνο αν υπάρχει ένα επαναστατικό σχέδιο και δυνάμεις έτοιμες να το επιχειρήσουν σηκώνοντας όλο το βάρος αυτής της επιλογής. Και επαναστατικό σχέδιο θα υπάρχει μόνο αν σαρωθεί άμεσα όλο το καθεστωτικό οικοδόμημα. Αν διασφαλιστεί ότι ο κοινωνικός πλούτος που υπάρχει στις τράπεζες δεν θα κατασχεθεί για την επιβίωση του χρηματοπιστωτικού συστήματος, ότι η έλλειψη ρευστότητας δεν θα φέρει μαζική ασιτία. Αν διασφαλιστεί ότι υπάρχουν οι όροι για να επιβιώσει αξιοπρεπώς ο κόσμος. Και ο μόνος τρόπος για να διασφαλιστεί αυτό σε αυτές τις συνθήκες είναι η συνολική σύγκρουση με την οικονομική και πολιτική ελίτ, ντόπια και ξένη. Είναι η ανατροπή του καθεστώτος, είναι η Επανάσταση. Μόνο με Επανάσταση διασφαλίζεται ότι ο πλούτος που είναι συγκεντρωμένος στα χέρια μιας μειοψηφίας δεν θα «φύγει» από την χώρα, αλλά θα απαλλοτριωθεί, θα κοινωνικοποιηθεί. Ο μόνος τρόπος για να διασφαλιστεί ότι δεν θα πεινάσουμε, δεν θα μετράμε νεκρούς στους δρόμους, δεν θα εξαθλιωθούμε περισσότερο, θα είναι η απαλλοτρίωση όλων των βιομηχανικών μονάδων που λειτουργούν στην χώρα και η τροποποίηση της παραγωγής κατά τις ανάγκες σίτισης και φαρμακευτικής περίθαλψης της κοινωνίας. Κάλυψη μεταφοράς, σίτισης, στέγασης, φαρμακευτικής περίθαλψης για όλους δωρεάν. Άμεση αναδιάρθρωση του οικονομικού μοντέλου με βάση την κάλυψη των εγχώριων αναγκών σε πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια παραγωγή. Παρεμπόδιση με κάθε τρόπο και μέσο της φυγής κινητής περιουσίας και κοινωνικού πλούτου στο εξωτερικό. Απαλλοτρίωση της περιουσίας της άρχουσας τάξης, των μεγάλων επιχειρήσεων και των πολυεθνικών. Οικοδόμηση σταδιακή ενός αποκεντρωμένου και ανθρώπινου σχεδίου οικονομικής οργάνωσης με επαναστατικούς όρους. Απαλλοτρίωση επιχειρήσεων εκμετάλλευσης ορυκτού πλούτου και δημιουργία νέων ενεργειακών μορφών που να προωθούν την απεξάρτηση από το εξωτερικό. Ώθηση με συλλογικές καλλιέργειες σε απαλλοτριωμένα εδάφη για την μεταστροφή της γεωργικής καλλιέργειας από το επίπεδο της μεγάλης κλίμακας προς όφελος της ευρωπαϊκής αγοράς και του ανταγωνισμού που είναι σήμερα, στην παραγωγή προϊόντων που χρειάζονται κατ’ αρχήν οι άνθρωποι που ζουν στην χώρα και η ίδια η εγχώρια παραγωγική διαδικασία. Αυτά είναι μόνο λίγα από όσα μπορούμε να κάνουμε σε μια Επανάσταση.
Προϋπόθεση όμως για να γίνει πραγματικότητα αυτό το εγχείρημα είναι η άμεση κατάργηση του κράτους και κάθε μορφή αντιπροσώπευσης. Την επαναστατική κοινωνική οργάνωση θα αναλάβουν οριζόντιες πολιτικές και οικονομικές οργανωτικές δομές στους χώρους δουλειάς, στις γειτονιές, στα χωριά. Με κεντρικό όργανο λήψης αποφάσεων την κομμούνα, την κοινότητα, το συμβούλιο των εργαζομένων εξασφαλίζεται η οικονομική ισότητα και η αποφυγή δημιουργίας νέων μορφών διαχωρισμών και εξουσίας. Σε περιφερειακό επίπεδο οι ομοσπονδίες και σε εθνικό μια κεντρική συνομοσπονδία, θα διαχειρίζεται και θα εφαρμόζει τις αποφάσεις που λαμβάνονται σε περιφερειακό επίπεδο από τις οργανώσεις βάσης.
Το επαναστατικό εγχείρημα είναι το μόνο αισιόδοξο, ελπιδοφόρο εγχείρημα μιας συλλογικής κοινωνικής προσπάθειας για την δημιουργία μιας κοινωνίας χωρίς πλούσιους και φτωχούς, χωρίς ισχυρούς και ανίσχυρους, χωρίς αφεντικά και δούλους. Μιας κοινωνίας πραγματικά ελεύθερων ανθρώπων.
Ένα τέτοιο εγχείρημα, ένα επαναστατικό εγχείρημα, είναι η μόνη αισιόδοξη και ελπιδοφόρα προοπτική που έχουμε αυτή την στιγμή για να βγούμε από την ανέχεια, για να αποφύγουμε τους νέους όρους κοινωνικής γενοκτονίας που ετοιμάζονται, είτε η κατάληξη είναι έξοδος από το ευρώ είτε είναι ένα νέο μνημόνιο. Γιατί στην πρώτη περίπτωση θα έχουμε την ακαριαία εξαθλίωση μαζικά μεγάλων τμημάτων του πληθυσμού, ενώ στην δεύτερη αυτή η διαδικασία θα γίνεται αργά και για μεγάλο χρονικό διάστημα. Και στις δυο περιπτώσεις οι τάσεις αντιστροφής της οικονομικής και κοινωνικής κατάστασης δεν υπάρχουν, δεδομένου ότι η παγκόσμια συστημική κρίση όχι μόνο δεν θα ξεπεραστεί, αλλά επιδεινώνεται συνεχώς.
Το μέλλον αυτής της χώρας υπό τις υπάρχουσες συνθήκες θα είναι πολύ δύσκολο. Και στις δυο περιπτώσεις η προοπτική για αυτόν τον τόπο έχει χρώμα μαύρο και είναι πιο επιτακτικό από κάθε άλλη φορά να συγκροτηθεί ένας επαναστατικός φορέας για να προωθήσει άμεσα την σύγκρουση με το πολιτικό καθεστώς συνολικά ώστε να δώσει μια επαναστατική διέξοδο-ανάσα για τους κοινωνικά αδύναμους.
Η πιο πιθανή εκδοχή και αυτή που τελικά επιθυμεί με κάθε κόστος η κυβέρνηση αντιλαμβανόμενη το απόλυτο αδιέξοδο που έχει οδηγηθεί, είναι ένα τρίτο μνημόνιο με μέτρα πολύ χειρότερα από αυτά για τα οποία έγινε το δημοψήφισμα, με τον λογαριασμό να έχει ανέλθει στα 12 δισ. ευρώ (τα μέτρα της κυβερνητικής πρότασης που απέρριψαν οι δανειστές και κατέληξε στο δημοψήφισμα, μέτρα που προκαλούσαν ίλιγγο, ήταν ύψους 8,5 δισ.), το οποίο μνημόνιο η κυβέρνηση έχει ήδη έτοιμο και με αγωνία περιμένει να γίνει αποδεκτό από τους δανειστές και τα υπόλοιπα κράτη της ΕΕ για να μην πετάξουν την Ελλάδα εκτός ευρώ. Μεγάλη επιτυχία τελικά το δημοψήφισμα! Και η «περήφανη» και «αξιοπρεπής» κυβέρνηση αφού κάλεσε τον λαό να ψηφίσει «όχι», σκύβει ως κακός μαθητής το κεφάλι στην ΕΕ, αποδεχόμενη να φτιάξει η ίδια την θηλιά που θα περάσει στον λαό αυτού του τόπου τα επόμενα χρόνια.
Απέναντι σε αυτήν την προοπτική, όσοι ψήφισαν «όχι», ακόμα και αν αυτό το «όχι» περιοριζόταν στην επιδίωξη του «έντιμου συμβιβασμού», τι θα κάνουν; Και ακόμα περισσότερο, αυτοί που το «όχι» τους σημαίνει όχι σε νέα μνημόνια και μέτρα συνολικά, πώς θα ανεχτούν αυτό το αποτέλεσμα; Ή μήπως ανεχόμαστε τα μνημόνια μιας αριστερής κυβέρνησης; Τέλος αυτοί που το «όχι» τους σημαίνει ρήξη με τους δανειστές και έξοδο από την ΕΕ, δεν πρέπει να αντιδράσουν; Η μη αντίδραση στην πιθανή εκδοχή ενός τρίτου μνημονίου και σε νέα σκληρά μέτρα από την κυβέρνηση είναι αιτία πολέμου για όλα τα αριστερά ή κομμουνιστικά «όχι». Αν δεν υπάρξει αντίδραση, αν δεν έρθουν εμπράκτως σε σύγκρουση με τον Σύριζα αυτές οι πολιτικές τάσεις, τότε το «όχι» τους δεν σημαίνει απολύτως τίποτα και θα καταγραφεί ιστορικά ως ψήφος εμπιστοσύνης στην κυβέρνηση που θα τη νομιμοποιεί να περάσει ένα πολύ σκληρό μνημόνιο.
Σε κάθε περίπτωση, είτε εντός είτε εκτός ευρώ, κάθε «όχι» που δεν λαμβάνει την μορφή έμπρακτης δυναμικής αντίστασης στην κυβέρνηση και την αναπόφευκτη γι’ αυτήν επιβολή πολύ σκληρών μέτρων που θα πλήττουν πρώτα και κύρια τους οικονομικά αδύναμους, ακυρώνεται, αφού τα μέτρα που θα επιβληθούν θα είναι αδύνατο να τα σηκώσει ένας ρημαγμένος από την ανέχεια λαός. Όμως να θυμίσω πως ενίοτε οι λαοί πρέπει να υπερασπίζονται τα «όχι» τους με τα όπλα ενάντια τόσο σε ξένους όσο και σε ντόπιους δυνάστες. Και ο καθένας ας αναλάβει τις ευθύνες του μπροστά στις δύσκολες μέρες που έρχονται.
Ο Επαναστατικός Αγώνας εδώ και χρόνια φωνάζει πως μόνη διέξοδος από την κρίση είναι η κοινωνική Επανάσταση. Δεδομένων των άγριων κοινωνικών συνθηκών που πρόκειται να διαμορφωθούν και της κοινωνικής γενοκτονίας που γενικεύεται, είναι ώρα το σύνθημα να τροποποιηθεί:
ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ Ή ΘΑΝΑΤΟΣ
Πόλα Ρούπα
9-7-2015