Κείμενο του Νίκου Μαζιώτη, μέλους του Επαναστατικού Αγώνα, για την αποχώρησή του από τη 2η δίκη της οργάνωσης και την αποκατάσταση της αλήθειας των όσων έγιναν στη διαδικασία της 22ας Φεβρουαρίου
Οι δικαστές που ανέλαβαν να διεκπεραιώσουν τη 2η δίκη της οργάνωσης Επαναστατικός Αγώνας κατόπιν εντολών των πολιτικών προϊσταμένων τους διεξήγαγαν μια διαδικασία με τη μέθοδο του κατεπείγοντος, έτσι ώστε να υπάρξουν όσο το δυνατόν γρήγορες καταδίκες. Από την αρχή της διαδικασίας φάνηκε ξεκάθαρα ότι το μόνο που τους ενδιέφερε ήταν να τελειώσουν γρήγορα και να βγάλουν καταδικαστικές αποφάσεις οι οποίες ήταν προειλημμένες. Δεδομένου ότι έχω αναλάβει την πολιτική ευθύνη της συμμετοχής μου στον Επαναστατικό Αγώνα και έχω υπερασπίσει τις 17 επιθέσεις της οργάνωσης από το 2003 έως το 2014, όπως επίσης έχω αναλάβει και την προσωπική ευθύνη για τις δυο απαλλοτριώσεις τραπεζών σε Μέθανα και Κλειτορία και τους πυροβολισμούς κατά αστυνομικών στο Μοναστηράκι, αυτό επ’ ουδενί θα με απασχολούσε. Έχω ήδη καταδικαστεί σε 50 χρόνια κάθειρξης στην πρώτη δίκη εναντίον της οργάνωσης και το να προσθέσουν πάνω κάτω άλλα τόσα χρόνια τα τσιράκια της εξουσίας δεν με ενδιαφέρει. Αυτό που όφειλα να κάνω και στις δύο δίκες εναντίον της οργάνωσης ήταν να δώσω μια πολιτική μάχη με πολιτικά επιχειρήματα, όχι φυσικά για να πείσω αυτούς που θεωρώ και είναι εγκληματίες, όπως είναι οι δικαστές μισθοφόροι του κράτους και υπηρέτες του κεφαλαίου, αλλά για να υπερασπίσω την οργάνωσή μου, τον Επαναστατικό Αγώνα, αδιαφορώντας για την καταδίκη και το τίμημα. Το να είμαι ένοχος υπερασπίζοντας την οργάνωση Επαναστατικός Αγώνας και το πρόταγμα της ένοπλης ανατροπής είναι τίτλος τιμής για μένα.
Στα πλαίσια αυτής της κατεπείγουσας διαδικασίας, που έχει φτάσει σχεδόν στο τέλος, οι δικαστές πίεζαν συνεχώς στο να μην υπάρχουνε αναβολές στις συνεδριάσεις λόγω κωλύματος των δικηγόρων που συμμετείχαν σε άλλες δίκες, ενώ έφτασαν στο σημείο στην περίπτωση της απεργίας των δικηγόρων να ζητούν να δίνονται υποχρεωτικά άδειες από τον δικηγορικό σύλλογο για να μην αναβάλλονται οι συνεδριάσεις και να ολοκληρωθεί όσο γίνεται πιο γρήγορα η διαδικασία. Σε μια τέτοια περίπτωση στη συνεδρίαση της 18ης Ιανουαρίου και ενώ απεργούσαν οι δικηγόροι, το δικαστήριο κατόπιν πρότασης της εισαγγελέας απέρριψε αίτημα για αναβολή της συνεδρίασης, εξέδωσε απόφαση ότι οι δικηγόροι που απεργούσαν παραιτήθηκαν από τη διαδικασία γιατί δεν ζήτησαν άδεια από τον δικηγορικό σύλλογο και μετά από άρνηση αποδοχής διορισμένων δικηγόρων επιχείρησε να συνεχίσει τη διαδικασία χωρίς καν δικηγόρους, για να αγορεύσει η εισαγγελέας. Τελικά η απόφαση αυτή αναιρέθηκε και αναβλήθηκε η διαδικασία. Στο αμέσως επόμενο διάστημα και ενώ συνεχιζόταν η απεργία των δικηγόρων, σε μια περίοδο που και άλλοι εργαζόμενοι και επαγγελματικοί κλάδοι απεργούν και κινητοποιούνται – ναυτεργάτες, σιδηροδρομικοί, συνταξιούχοι, αγρότες – με αφορμή το ασφαλιστικό νομοσχέδιο της κυβέρνησης Σύριζα, οι συνήγοροι υπεράσπισης συγκεκριμένου κατηγορούμενου για την υπόθεση του Επαναστατικού Αγώνα που τυγχάνει να είναι και μέλος του ΔΑΚ ζητούσαν επανειλημμένα άδεια από τον δικηγορικό σύλλογο Αθηνών για να συνεχιστεί η διαδικασία, κάνοντας ουσιαστικά αυτό που ζητούσαν οι δικαστές, χωρίς να είναι υποχρεωμένοι να το κάνουν και μην παίρνοντας υπ’ όψιν τους υπόλοιπους κατηγορούμενους. Μέχρι τη συνεδρίαση της 15ης Φεβρουαρίου ο δικηγορικός σύλλογος απέρριπτε τις αιτήσεις για άδεια των συνηγόρων που ήθελαν να γίνουν απεργοσπάστες, όμως τελικά δόθηκε άδεια για τη συνεδρίαση της 22ας Φεβρουαρίου. Να επισημάνω ότι ούτε οι συνήγοροι της οικογένειας Φύσσα δεν ζήτησαν άδεια από τον δικηγορικό σύλλογο για τη δίκη της Χρυσής Αυγής που είχαν πολύ σοβαρό λόγο να επικαλεστούν, δηλαδή τον κίνδυνο αποφυλάκισης του δολοφόνου Ρουπακιά.
Στις πολιτικές δίκες και ιδιαίτερα στις δίκες των οργανώσεων αντάρτικου αποδεικνύονται ποιοι είναι οι πραγματικοί αγωνιστές που είναι συνεπείς με αυτό που λένε και ποιοι είναι τα λαμόγια που κοιτάνε να σώσουν τον εαυτό τους, και αυτό είναι κάτι που δεν το βλέπουμε πρώτη φορά. Στη 2η δίκη του Επαναστατικού Αγώνα έγιναν κάποιες «καινοτομίες» που δεν πιστεύω ότι είναι ιδιαίτερα γνωστές και αποδεικνύουν ότι μπροστά στο φόβο της καταδίκης και της φυλακής κάποιοι «αγωνιστές» δίνουν διαπιστευτήρια καλής συμπεριφοράς στην εξουσία και τους δικαστές, όπως το ότι κατατέθηκε στην έδρα το απολυτήριο στρατού, τίτλοι σπουδών και η αίτηση εισαγωγής στο πυροσβεστικό σώμα από το συγκεκριμένο κατηγορούμενο. Μάλιστα με την κατάθεση αυτών των «ελαφρυντικών» αναφέρθηκε ότι πολλοί σύντροφοι «υπηρετούν» στο πυροσβεστικό σώμα. Οι συνεχείς αιτήσεις των συνηγόρων υπεράσπισής του εντάσσονται στο ίδιο πλαίσιο «υπερασπιστικής» γραμμής των διαπιστευτηρίων καλής συμπεριφοράς απέναντι στην εξουσία και τους δικαστές, με αντάλλαγμα φυσικά την απαλλαγή από τις κατηγορίες ή μια χαμηλή ποινή. Το παράδοξο είναι ότι οι συνήγοροί του ζητάνε άδεια για την συνέχιση της διαδικασίας ώστε να μην παρέλθει το 18μηνο και αποφυλακιστεί ο πελάτης τους!!! Είναι η πρώτη φορά στα χρονικά των δικών των οργανώσεων αντάρτικου στην Ελλάδα που υπάρχει τέτοια σύμπνοια μεταξύ συνηγόρων υπεράσπισης και δικαστών για να ολοκληρωθεί η διαδικασία με τέτοιον τρόπο έτσι ώστε κάποιοι συνήγοροι οι οποίοι είναι αριστεροί και συνδικαλιστές γίνονται απεργοσπάστες της μεγαλύτερης απεργίας του κλάδου τους για να αθωωθεί ο πελάτης τους. Βέβαια την ευθύνη για όλη αυτή την εξέλιξη δεν την έχουν τόσο οι συνήγοροι υπεράσπισης αλλά ο ίδιος ο κατηγορούμενος.
Η στάση μου σε αυτό το δικαστήριο ήταν πάνω απ’ όλα στάση πολιτικής υπεράσπισης και όχι νομικής. Ήταν στάση υπεράσπισης του αγώνα για την ανατροπή της εξουσίας του κεφαλαίου και του κράτους και πολιτικής υπεράσπισης της ένοπλης αναρχικής οργάνωσης που ανήκω, του Επαναστατικού Αγώνα. Επειδή θα ήταν αντιφατικό εκ μέρους μου να έχω μια τέτοια στάση και παράλληλα να συναινώ να σπάσει την απεργία η συνήγορός μου στη δίκη, πράγμα που ούτε η ίδια το επιθυμεί, την απάλλαξα από τα καθήκοντά της διευκολύνοντάς την. Το δικαστήριο έχοντας την αυθαίρετη άποψη ότι υποχρεούταν να πάρουν άδεια από τον δικηγορικό σύλλογο – πράγμα που δεν ισχύει – και ότι εγώ θα απέλυα και διορισμένους δικηγόρους για να παρακωλύσω την διαδικασία, αποφάσισε να προχωρήσει την διαδικασία στις 24 Φεβρουαρίου με την αγόρευση της εισαγγελέας χωρίς να εκπροσωπούμαι καν από συνήγορο, μια εξέλιξη στην οποία καθοριστικό ρόλο έπαιξε η επιλογή του συγκατηγορούμενου και των συνηγόρων υπεράσπισής του, οι οποίοι παίζοντας το παιχνίδι των δικαστών ζήτησαν και πήραν άδεια από το δικηγορικό σύλλογο για να συνεχιστεί η δίκη. Μετά απ’ αυτή την εξέλιξη αποχωρώ από την διαδικασία. Έχω ξαναπεί σε παλιότερη τοποθέτησή μου για την 1η δίκη του Επαναστατικού Αγώνα, ότι το να επιδιώκεται η αθώωση κάποιου είναι κάτι το θεμιτό αλλά ότι αυτό δεν πρέπει να γίνεται με αναξιοπρεπή τρόπο και εις βάρος των υπόλοιπων συντρόφων. Κάποιοι στην προσπάθειά τους να απαλλαγούν και να αποδείξουν την αθωότητά τους δεν διστάζουν να δείξουν διαπιστευτήρια καλής συμπεριφοράς απέναντι στην εξουσία και στους δικαστές, πράγμα που είναι αναξιοπρεπές και αποδεικνύει ότι το μόνο που τους ενδιαφέρει είναι να σώσουν τον εαυτό τους. Έτσι αντιλαμβάνονται τον αγώνα και την Αναρχία. Τους αξίζει η χλεύη και η περιφρόνηση της ιστορίας.
Νίκος Μαζιώτης, μέλος του Επαναστατικού Αγώνα