Μπροστά μας, πλησιάζει μια σειρά από σημαντικές ημερομηνίες. Είναι αναγκαίο, λοιπόν, το όποιο άνοιγμα και η όποια συνάντηση που από μόνα τους μπορούν να μας σώσουν από την ακινησία. Όσον αφορά τη γενική κατάσταση στην Ιταλία, σημειώνονται σημαντικές αλλαγές στη διαχείριση της καπιταλιστικής κυριαρχίας. Το λεγόμενο αναρχικό “κίνημα¨, εκτός από κάποιες μικρές εξαιρέσεις, συνεχίζει να ζεσταίνει τη γνωστή αντικατασταλτική και αντιφασιστική σούπα. Και αυτό είναι αναπόφευκτο λόγω της έλλειψης ορθής ανάλυσης, και θα συνεχίζεται με τις συνήθεις κοινοτοπίες, τις μπαγιάτικες και τις ξεπερασμένες. Μπορούμε να πούμε με σιγουριά ότι σήμερα το αναρχικό “κίνημα” είναι μια έκφραση που δεν υπάρχει, αντί’ αυτού υπάρχει ένα εργατικό κίνημα- πραγματική ατμομηχανή των αγώνων – αποτελούμενο από τους αυτόνομους της Alfa, την κολεκτίβα του Porto Marghera, το Policlinico της Ρώμης κλπ.
Οι σύντροφοι αυτοί έχουν κάνει ένα σημαντικό ποιοτικό άλμα που τους οδήγησε να συμμετάσχουν σε προηγμένες μορφές πάλης, και όχι μόνο, αλλά και να διατυπώσουν μια θεωρητική πλατφόρμα την οποία οι επαναστάτες δεν μπορούν παρά να την αναγνωρίσουν. . Οι σύντροφοι της εργατικής αυτονομίας
(Π.χ. Επιτροπή για την Καταπολέμηση της Siemens) χαρακτηρίζονται από τα παρακάτω:
– αντιρεφορμισμός (ενάντια σε PCI, ιταλικό Κομμουνιστικό Κόμμα, συνδικάτα)
– αντιγκρουπουσκουλισμός (Υποπροϊόν του ρεφορμισμού)
– αντικαπιταλισμός (αντιπαραγωγικότητα, συστηματική κοπάνα απ’ τη δουλειά, σαμποτάζ κλπ)
Στην ουσία πρόκειται για αναρχοσυνδικαλισμό απογυμνωμένο απ’ τα ιδεολογικά του ενδύματα. Αυτοί οι σύντροφοι είναι της άποψης -και συμφωνώ- ότι η παρούσα πολιτική φάση είναι φάση “ιστορικού συμβιβασμού” και όχι επικείμενου φασιστικού πραξικοπήματος, που πάντα πλανιέται στον αέρα και διαχέεται στην τέχνη, για να προωθήσει έναν αγώνα εναντίων ασήμαντων, εντελώς δευτερεύουσας σημασίας στόχων. Την ίδια λειτουργία είχε και το δημοψήφισμα: δύο μήνες ασυνάρτητων κραυγών, ενώ στα μουλωχτά πραγματοποιούνταν οι πρώτες μεγάλες συμμαχίες χριστιανοδημοκρατών-κομμουνιστικού κόμματος και περνούσαν τα πρώτα φορολογικά νομοσχέδια. Στην Ιταλία, επομένως, θα ολοκληρωθεί η διαδικασία “σοσιαλιστικού εκδημοκρατισμού” των πολιτικών μηχανισμών, θα ολοκληρωθεί το σχέδιο διαχείρισης του καπιταλισμού από τη μεριά των “εκπροσώπων” του εργατικού κινήματος. Έτσι ανασυντίθενται τα δύο συστατικά του καπιταλισμού: οι οικονομικές δυνάμεις και οι δυνάμεις του εργατικού δυναμικού, οποιοσδήποτε ανταγωνισμός θα εξαλειφθεί, η αρμονία και η κοινωνική ειρήνη και η οικονομική ανάκαμψη θα πραγματοποιηθούν, χωρίς καμία ανάγκη για στρατόπεδα συγκέντρωσης, εξορίες και ούτω καθεξής. Με την συνολική ενσωμάτωση των δυνάμεων του ρεφορμισμού στην εξουσία και στην καταναλωτική λογική του καπιταλισμού, γίνανε ο πνεύμονας που θα του δίνει οξυγόνο για 10-15 ή 20 χρόνια!
Η ενεργής παρέμβαση των επαναστατών είναι μια απροσδόκητη μεταβλητή αυτού του σχεδιασμένου παιχνιδιού. Μπροστά σε τέτοιες καταστάσεις (στις οποίες η καταστολή ενάντια σε αληθινούς αντιπάλους του “νέου” καθεστώτος θα πραγματοποιηθεί απ’ τους ρεφορμιστές του Κομμουνιστικού Κόμματος και απ’ τους συνδικαλιστές στα εργοστάσια) ποιες θα είναι οι τακτικές και στρατηγικές μας εκείνη τη στιγμή; Θέτοντας αυτό το ερώτημα εννοώ να βγούμε απ’ το στενό οπτικό πεδίο των αδιάκοπων αντικατασταλτικών δράσεων(δηλαδή αμυντικών), και να προσπαθήσουμε να κάνουμε κάποια δράση με προοπτική. Ή θα το κατορθώσουμε αυτό ή θα μείνουμε στάσιμοι. Κατά τη γνώμη μου, έχει φτάσει η στιγμή για την ανάπτυξη μιας θεωρίας/πρακτικής κατά του ρεφορμισμού, και των συνδικαλιστικών υποπροϊόντων του. Και δε μπορούμε απλά να χτενίσουμε πάλι τις βιβλιοθήκες μας και να περιοριστούμε στα κλασσικά.
Ένας λόγος κατά του ρεφορμισμού άμεσα επενδύει στο γεγονός ότι κάθε ένας από μας οραματίζεται μια ελεύθερη κοινωνία και έχει και κάποιο σχέδιο για την κοινωνική απελευθέρωση. Αυτό σημαίνει – είτε μας αρέσει είτε όχι – να αναφερθούμε στην οικονομική ανάλυση του μαρξισμού ( και αυτό για πολλούς αναρχικούς είναι ισοδύναμο με το να αναιρέσουν τον ίδιο τους τον εαυτό). Αν η καπιταλιστική κυριαρχία βασίζεται στην αναγκαστική πώληση της εργατικής δύναμης, προκειμένου να παράγει προϊόντα ως αντάλλαγμα γι’ αυτά που δέχεται ένα μικρό μέρος της “αξίας” που παράγεται, προϊόντα στα οποία εμπεριέχεται μια “αξία”, μια τιμή εντελώς αυθαίρετη, συμβατική, προϊόντα ως επί το πλείστον άχρηστα, που διακινούνται, και δίνουν έτσι λόγο ύπαρξης σε όλους τους τομείς υπηρεσιών που αναπτύσσονται παρασιτικά, κλπ, συνειδητοποιούμε ότι ο πυρήνας του καπιταλισμού και της αναπαραγωγής του, είναι η φάμπρικα. Κεντρικός άξονας και τη στήριγμα της πρακτικής των επαναστατών πρέπει να είναι η φάμπρικα.
Αν είναι αλήθεια ότι η αλλοτρίωση δεν είναι τίποτα άλλο από το να αναγκάζεται ένα άτομο να πουλάει τον εαυτό του, προκειμένου να επιβιώσει, περιορίζεται σε καταναγκαστική εργασία για να “κάνει” προϊόντα για τον οποίο δεν έχουν καμία σημασία, που τις περισσότερες φορές είναι άχρηστα στο άτομο, και που για όλο αυτό δεν απαιτείται ούτε μια ελάχιστη δημιουργική ικανότητά του, κλπ, τότε πρέπει να συνειδητοποιήσουμε ότι η κριτική μας όσον αφορά την τεχνική-πρακτική στην καπιταλιστική οργάνωση της εργασίας πρέπει να είναι εντελώς αρνητική.
Αν η παραγωγή είναι για την παραγωγή και τίποτα άλλο, αυτό είναι που πρέπει να ναυαγήσει, μόνο και μόνο επειδή ο νόμος που πρέπει να μας καθοδηγήσει είναι το αν κάτι κάνει ή δεν κάνει χαρούμενο τον άνθρωπο. Αυτό πρέπει να είναι το μόνο κριτήριο που θα μας καθοδηγεί, το μόνο μέτρο αξιολόγησης της πραγματικότητας στην οποία θα είμαστε ελεύθεροι, και την οποία θα αποκρυσταλλώσουμε. Δεδομένου ότι η πραγματικότητα του κεφαλαίου είναι ακριβώς το αντίθετο, η συστηματική άρνηση της δεν είναι δυνατό να μιλά πλέον για “νέο” τρόπο παραγωγής, για “δημοκρατία” των εργατών μέσα στα πλαίσια της πραγματικότητας της αποξένωσης που υπάρχει στο εργοστάσιο. Δεν μπορούμε πλέον να μιλάμε για “αυτοδιαχείριση”(δηλαδή για διαχείριση χωρίς τους καπιταλιστές και την ιεραρχία τους, για έναν τρόπο ζωής ακόμη-παρ’ όλα αυτά-εξαναγκαστικό) στο εργοστάσιο-φυλακή… Η κριτική, τακτική και η στρατηγική των καταπιεσμένων, πρέπει να είναι αυτή της “άρνησης” με συνοπτικές διαδικασίες, της πραγματικότητας που παράγει κι αναπαράγει σκλάβους κι αφεντικά, μεροκαματιάρηδες της υπερεργασίας κλπ. Άρνηση σημαίνει δηλαδή αντιπαραγωγική συνείδηση του προλεταριάτου, κατανόηση του γεγονότος ότι η μισθωτή εργασία, η καταναγκαστική, η αλλοτριωμένη, είναι η αιτία δημιουργίας τόσο των μισθωτών εργαζομένων όσο και των καπιταλιστών… Άρνηση ως απάντηση στην παραγωγικότητα, τη συσσώρευση, στους γρήγορους ρυθμούς που προκαλούν τραυματισμούς, ακρωτηριασμούς, ασθένειες του νευρικού συστήματος, τρέλα, στην πράξη: αποχή, άρνηση εργασίας και άρνηση της ιδέας της εργασίας και των διάφορων πτυχών της (την φιλελεύθερη του ανθρώπου που το κάνει από μόνος του με την προϋπόθεση-φυσικά- ειδικού καταμερισμού της εργασίας, την προοδευτική και ρεφορμιστική που ισχυρίζεται ότι στην ουσία θα πρέπει να αποκατασταθεί η «αξιοπρέπεια» του εργαζομένου και να του φέρονται καλά ώστε να καταναλώνει περισσότερο- και όλα να μείνουν όπως είναι σήμερα, κι αυτή των θεωριών της διαχείρισης, που κάνουν μια θετικιστική εκτίμηση του καταμερισμού της εργασίας, και της χειρωνακτικής και πνευματικής εργασίας, για να αναπαράγουν μια θέση υπεράνω αυτής των διαχειριστών στην καπιταλιστική κοινωνία).
Αυτές οι σημειώσεις χονδρικά προς το παρόν. Νομίζω, ωστόσο, πως θα βοηθούσε να επισημάνουμε τη νέα πραγματικότητα και την εργασία αυτών που είναι σε πιο προηγμένα τμήματα. Εγώ συμφωνώ με τους συντρόφους που είναι ενάντια στην αφαίμαξη που κάνει το κράτος με τους φόρους, γεγονός που έχει σκοπό να κάνει τους εργαζομένους να δουλεύουν πιο σκληρά, και προτείνουν την επίθεση στην καπιταλιστική οργάνωση της εργασίας (και στα συνδικάτα που είναι το δεκανίκι του καπιταλισμού), μέσω άμεσης δράσης. Και αυτό το δρόμο πρέπει να ακολουθήσουμε μαζί με τους άλλους εκμεταλλευόμενους στα εργοστάσια. Αυτοί οι σύντροφοι που έχουν συνειδητοποιήσει ότι έχουμε φτάσει στην τελευταία κρίση του καπιταλισμού, την μοιραία, και που έχουν συνολικό επαναστατικό πρόγραμμα, και δίνουν πνοή σε νέες ριζοσπαστικές μορφές πάλης, πρέπει να λαμβάνονται σοβαρά υπόψη. Υπάρχει και κάτι άλλο. Σε αυτούς είναι ζωντανή- και συμφωνώ- η συνειδητοποίηση ότι ο καπιταλισμός έχει δημιουργήσει τις συνθήκες, τις τεχνολογικές θα λέγαμε, για την μετάβαση προς τον κομμουνισμό χωρίς καμιά μεταβατική περίοδο ( χωρίς κανένα “λενινιστικό” κίνδυνο”), γιατί υπάρχουν πλέον οι συνθήκες που απαιτούνται για δύο ώρες καθημερινής εργασίας και ούτω καθεξής. Όλα αυτά, κατά τη γνώμη μου, είναι ένα σημείο συνάντησης για την υπέρβαση των αρχαϊκών διαχωρισμών, των καθαρά “ιδεολογικών” αντιθέσεων ανάμεσα στον αναρχισμό και τα κινήματα που έχουν προκύψει από το μαρξισμό και έχουν ξεπεράσει κι απορρίψει το λενινισμό. Ο αναρχισμός με την απόρριψη της μαρξιστικής οικονομικής ανάλυσης (απόρριψη που ούτε ο Μπακούνιν, ούτε ακόμα και ο Cafiero έχουν εκφράσει ποτέ) είναι σαν έναν οργανισμό χωρίς αίμα, είναι ιδεαλισμός, ηθική, νόρμα συμπεριφοράς, μυστικισμός, εκπαιδευτισμός, και ακόμα, σοσιαλδημοκρατική διαταξικότητα (inter-classism), για να μην πω και για πασιφισμό. Υπάρχουν ορισμένες ιερές κι απαραβίαστες αρχές: αντιβουλευτισμός, άμεση δράση, αντικρατισμός , απόρριψη της μεταβατικής φάσης. Και λόγω αυτού χάσαμε τα ραντεβού με την ιστορία: Κροστάνδη, Ουκρανία, Βαρκελώνη… Απ’ την άλλη ο “μαρξισμός” (χάρη στις θεωρίες του ίδιου του Μαρξ περί κοινοβουλευτισμού, περί κράτους, περί ανάγκης για στάδια “πολιτικών” ανάπτυξης) δημιούργησε δύο ρεύματα στην ουσία ταυτόσημα: το λενινισμό και τη σοσιαλδημοκρατία. Δηλαδή, δύο τρόπους, δύο εναλλακτικές, για να εκσυγχρονιστεί και να ενισχυθεί η εξουσία του Κεφαλαίου. Νομίζω ότι κανείς δε μπορεί να κατηγορήσει τους “μαρξιστές” Pannekoek, Rhüle, κλπ. Όλα αυτά γιατί πιστεύω ότι πρέπει να ξεπεράσουμε τις ιδεολογικές μυωπίες, τις αιρέσεις: αυτό μας διδάσκουν οι σύντροφοι της “Noir et Rouge” και πρόσφατα οι σύντροφοι των ICO(International Communist Opposition) και MIL.
(Από το περιοδικό “Anarchismo”, n.1/1975)
από εδώ: http://mondosenzagalere.blogspot.com/search/label/Anarchismo