Φωνές από το Βέλγιο: Ας ανατινάξουμε τα αδιέξοδα…

Υπάρχουν προβλήματα για τα οποία δεν υπάρχουν λύσεις μέσα σ’ αυτή την κοινωνία. Ζούμε σ’ ένα αδιέξοδο. Όταν βρούμε ένα μέρος να μείνουμε και να έχουμε ένα σπίτι, πρέπει να βρούμε και τα χρήματα για να το πληρώσουμε. Όταν καταφέρουμε να περάσουμε τα σύνορα σε αναζήτηση μιας καλύτερης ζωής, πρέπει να αποκτήσουμε και τα απαραίτητα χαρτιά για να ζήσουμε σ’ αυτή τη νέα χώρα. Ακολουθούμε αυτά τα μονοπάτια, βαδίζουμε σ’ αυτό το δρόμο χωρίς διέξοδο, ενόσω εγκαταλείπουμε την ίδια μας τη θέληση, ενόσω αυτοπεριοριζόμαστε για χάρη της επιβίωσης.

Υπάρχουν προβλήματα για τα οποία δεν υπάρχουν λύσεις σ’ αυτή την κοινωνία. Όλοι μας το γνωρίζουμε αλλά παρ’ όλα αυτά… Κι αν διατηρούμε ακόμα μια ελπίδα, αυτό συχνά δεν είναι τίποτα άλλο παρά η επιθυμία να γίνουμε μια μέρα αποδεκτοί απ’ αυτή την κοινωνία, η επιθυμία να ενσωματωθούμε ίσως στις δομές της… Η ανάγκη επιβίωσης μας κάνει ν’ αποδεχθούμε ότι η ζωή είναι δύσκολη και πιστεύουμε ότι είμαστε δυνατοί αν μπορούμε να την αντέξουμε επ’ αόριστον. Αισθανόμαστε άσχημα όταν η κοινωνία μας χτυπάει αλλά ευτυχείς όταν μας αγκαλιάζει. Κι εξακολουθούμε να βαδίζουμε σ’ αυτό το αδιέξοδο, γιατί παρ΄ όλα αυτά εδώ είναι καλύτερα απ΄ότι αλλού… Συνεχίζουμε να βαδίζουμε σ’ αυτό το αδιέξοδο χτυπώντας το κεφάλι στον τοίχο μέχρι να.. χάσουμε τελικά το κεφάλι μας.

Ίσως ήρθε η στιγμή ν’ ανατινάξουμε αυτό το δρόμο˙ το δρόμο της Καταπίεσης και της Κυριαρχίας, της Επιβίωσης, της Ανισότητας, της Εξουσίας, το δρόμο του Κράτους και της Αστυνομίας, της Δικαιοσύνης, της Σκληρότητας, της Φυλακής και της Απέλασης… Το δρόμο της Μονοτονίας και της Υποβάθμισης, της Ανίας, της Απελπισίας, του Ανταγωνισμού, της Υποταγής και της Παραίτησης… Αυτό το δρόμο που αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι όλων των πόλεων του κόσμου, καθώς αυτός ο κόσμος, των αρχηγών και των κυριάρχων, τρέφεται απ’ τη μιζέρια μας, παντού και πάντα..

Κι αν βαδίζουμε σ’ αυτό το στενό δρομάκι σαν φυλακισμένοι, αυτό οφείλεται εν μέρει στην ιδεολογία της εξουσίας που μας υπαγορεύει ότι ένας σκλάβος ικανός να κουβαλάει όλο το φορτίο στην πλάτη του είναι ένας καλός σκλάβος. Ο φόβος των αντιποίνων του αφέντη μας εμποδίζει να εξεγερθούμε˙ όπως κι ο εκβιασμός και η απομόνωση, εργαλεία στα χέρια των αφεντικών προκειμένου να μας κρατούν ήσυχους. Ο εκβιασμός και οι υποσχέσεις: υποσχέσεις για νομιμοποίηση, για μια σύνταξη ύστερα από χρόνια σκληρής εργασίας, υποσχέσεις για διακοπές, για ένα όμορφο αυτοκίνητο ή για ένα μέλλον για τα παιδιά μας. Κι έτσι ξεχνάμε την οργή μας, την καταπνίγουμε καθώς καταλήγουμε να πιστέψουμε ότι καλύτερα είναι να μη νευριάζουμε, ότι πρέπει απλώς να προσπαθήσουμε λίγο ακόμα, να χαμογελάσουμε ακόμα μια φορά˙ γιατί καταλήγουμε να πιστέψουμε ότι έτσι όλα πηγαίνουν καλά.

Κάποιες φορές βλέπουμε σχέδια στους τοίχους των δρόμων. Σχέδια που εκφράζουν ξεκάθαρα την εναντίωση σ’ αυτό τον κόσμο της ταπείνωσης. «Φωτιά στις φυλακές!», «Ας σαμποτάρουμε τη μηχανή απελάσεων!», ή ακόμα «Ζήτω η εξέγερση, οι αποδράσεις, οι ανταρσίες!», «Αλληλεγγύη με τους εξεγερμένους!». Μέσα στη συννεφιά, τα σημάδια αυτά μας θυμίζουν να παραμείνουμε άνθρωποι απέναντι σ’ έναν κόσμο από μπετόν και κάγκελα. Να εξεγερθούμε…

Τους τελευταίους μήνες, διάφορες φήμες κυκλοφορούν στα σοκάκια της ζωής μας. Φήμες για ταραχές, ξεσηκωμούς και εξεγέρσεις, για τη δυνατότητα να εξεγερθούμε ενάντια στην εξουσία, να καταστρέψουμε τα κτίρια όπου βρίσκονται οι υπεύθυνοι για τη μιζέρια, να σταθούμε αλληλέγγυοι ο ένας με τον άλλο μέσα στον αγώνα. Κι αρχίζουμε να συνειδητοποιούμε σταδιακά  ότι το πιο ισχυρό όπλο της εξουσίας είναι ότι έκλεψε τη φαντασία μας. Αν ο ξεσηκωμός είναι δυνατός τώρα γιατί δεν ήταν και πριν; Αν αυτό είναι δυνατό εκεί γιατί λοιπόν όχι κι εδώ; Η εξουσία μας αφήνει σαν μοναδικό όνειρο αυτό της πλήρους ένταξης στην κοινωνία. Το να είναι κανείς εργαζόμενος (η δουλειά των ονείρων μας) και να ξοδεύει τα χρήματά του ψωνίζοντας. Η υποτιθέμενη καλή ζωή…

Αλλά τώρα πια καταλάβαμε ότι δεν υπάρχει τίποτα πλέον να περιμένουμε απ’ την εξουσία. Η εξουσία είναι αυτή που είναι: Αγαπάει τα χρήματα και τον έλεγχο˙ τελεία και παύλα. Γιατί λοιπόν να μην απαλλαγούμε απ’ αυτά τα όνειρα που μας αλυσοδένουν; Γιατί να μην αρπάξουμε τα όνειρά μας απ’ την εξουσία και τα όπλα της; Τα όνειρά μας μάς ωθούν στην αναζήτηση συνένοχων εξεγερμένων . Μας επιτρέπουν να κοιτάξουμε πέρα απ’ αυτό τον αδιέξοδο δρόμο και αφού στη φαντασία όλα είναι δυνατά, αυτό μας προσκαλεί να πετύχουμε τα πάντα. Η εξουσία μας έκανε να πιστέψουμε ότι η μιζέρια θα είναι εδώ για πάντα, αλλά αυτό δεν το πιστεύουμε πια. Ένας άλλος κόσμος, μια άλλη ζωή είναι δυνατή.

Οι περισσότεροι από εμάς κατοικούμε σ’ αυτά τα μίζερα σοκάκια, αλλά δε χρειάζεται να είμαστε πολλοί για να ξεκινήσουμε τον αγώνα. Αντίθετα, είναι απόλυτα αναγκαίο ν’ αρχίσουμε να ζούμε την κάθε μέρα σαν μια πρόσκληση στην εξέγερση. Και ναι, για μια επανάσταση χρειάζεται βέβαια να είμαστε πολλοί, αλλά επίσης χρειάζονται στέρεες ιδέες. Βασικές ιδέες που θα μας επιτρέψουν ν’ απορρίψουμε την πολιτική, την αστυνομική παρουσία, τη συνεργασία με τους θεσμούς που διατηρούν την υπάρχουσα τάξη. Ιδέες ισότητας άρα αντιεξουσιαστικές, ιδέες που θα εμποδίσουν μια αντεπανάσταση, ιδέες τις οποίες χρειαζόμαστε για να ζήσουμε ελεύθερα. Ας εξαλείψουμε τις σχέσεις κυριαρχίας αυτής της κοινωνίας, αλλιώς νέοι ηγέτες θα συνεχίζουν να επιβάλλουν την εξουσία τους. Ας εξαλείψουμε τις σχέσεις ανισότητας˙ από μικρά παιδιά έχουμε συνηθίσει σε σχέσεις εξουσίας και γι’ αυτό (μεταξύ άλλων) τις δεχόμαστε, τις αναπαράγουμε, τις βρίσκουμε φυσιολογικές.

Έχουμε ανάγκη ν’ αντιπαρατεθούμε, να ουρλιάξουμε την οργή μας, να θυμώσουμε. Η αναισθησία μας κάνει να ξεχνάμε ότι το κακό που μας επιβάλλεται δεν είναι μια λεπτομέρεια που μπορεί να ξεχασθεί στα απολεσθέντα. Έχουμε δίκιο να τους σπάμε τα νεύρα, έχουμε απόλυτο δίκιο. Και το κάνουμε γιατί επιθυμούμε ένα δρόμο, αυτόν της Ελευθερίας, και έναν άλλο, αυτόν της Αλληλεγγύης. Μαχόμαστε για το δρόμο της ατομικότητας και της αυτονομίας, της περιπέτειας και του ξαφνιάσματος˙ το δρόμο της θέλησης και της εμπιστοσύνης, το δρόμο της αμοιβαιότητας και αυτόν της ανακάλυψης. Του χαμόγελου, της οικειότητας και του ενθουσιώδους τραγουδιού…

Το κείμενο προέρχεται απ’ το τεύχος Νο 21 της αναρχικής εφημερίδας Hors Service, η οποία κυκλοφορεί περίπου κάθε 3 εβδομάδες και διανέμεται δωρεάν.

Όλα τα τεύχη της εφημερίδας μπορούν να βρεθούν σε μορφή pdf εδώ