Απόψε (τις πρώτες ώρες του Σαββάτου, 30 Αυγούστου 2014) εμείς, μια μικρή ομάδα από μικρούς ανθρώπους, σπάσαμε τα παράθυρα στον τόπο της δουλειάς σου και βάψαμε συνθήματα στους τοίχους σου.
Δεν είναι δικά σου παράθυρα μήτε δικοί σου τοίχοι, το ξέρουμε αυτό, είναι τα παράθυρα του εργοδότη σου, τα παράθυρα του κράτους σου, που σε πληρώνει για να μπορείς να πληρώνεις τους τοίχους του σπιτιού σου, ώστε να κοιτάζεις απ’ τα παράθυρά τους έξω σε μια πόλη όπου δεν πρέπει να υπάρχουν πρόσφυγες, ακόμα κι όταν σκαρφαλώνουν σε οροφές κι είναι να πηδήσουν κάτω για τ’ ανθρώπινό τους δίκιο. Ακόμα κι όταν το κράτος σου με τη βοήθεια της αστυνομίας τούς κόβει το νερό και το ηλεκτρικό (επί της Γκύρτελστρασσε) ώστε να σωριαστούν αγγίζοντας τα όρια των ίδιων των κορμιών τους. Εκείνα τα κορμιά που βρίσκονται εγκλωβισμένα στις παραγράφους οι οποίες κατασκευάζουν την πολεμοκάπηλη πολιτική, και τη χαρτούρα που διεκπεραιώνεις εσύ, και τις εντολές που η αστυνομία εκτελεί. Εκείνα τα κορμιά που τιτλοφορούνται άστεγα, ανέστια και παράνομα, χωρίς να βλέπει κανείς τους ανθρώπους που υπάρχουν από πίσω. Είμαστε μαζί όλοι κι όλες μας σ’ αυτό το πλοίο, που μπορεί να ονομαστεί είτε απανθρωπιά είτε ανθρωπιά. Μην αφήνεις την καρδιά σου να λουφάζει πίσω από τους τοίχους του γραφείου σου, και μην κοιτάς με αγωνία έξω απ’ το παράθυρο, άνοιξε τις πόρτες του κράτους σου στους πρόσφυγες, μιας και εσύ επίσης τους έχεις βάλει στην απέξω. Κάθε μικρό γρανάζι αυτού του συστήματος «ασύλου» σκοτώνει ανθρώπους, και κανένας άνθρωπος δεν μπορεί-πρέπει-οφείλει να ισχυριστεί κατόπιν εορτής πως δεν ήξερε τι έκανε. Ένας άνθρωπος σκέφτεται, γι’ αυτό σκέψου και πράξε σαν να είσαι κι εσύ επίσης άνθρωπος, και όχι μονάχα ένα γρανάζι αποβλακωμένο.