Λονδίνο [2002]: Συνέντευξη με μια αναρχική ντομινατρίξ

Η Αφέντρα Αφροδίτη (Mistress Venus) ασκούσε επί δύο χρόνια το επάγγελμα της ντομινατρίξ στο κεντρικό Λονδίνο. Η ίδια είναι επίσης αναρχική κομμουνίστρια. Έτσι, απ’ το περιοδικό «Organise!», αδράξαμε την ευκαιρία να της κάνουμε μερικές σχετικές ερωτήσεις.

Υπάρχει μια ευρέως διαδεδομένη αντίληψη, που επικρατεί επίσης στους κόλπους της αριστεράς και μεταξύ κάποιων αναρχικών, ότι κάθε άτομο (ιδίως μια γυναίκα) που εργάζεται στη βιομηχανία του σεξ είναι τρόπον τινά θύμα κι έχει υποβληθεί διά της βίας σε αυτή την κατάσταση. Πόσο ρεαλιστική είναι αυτή η άποψη;

Νομίζω πως είναι πολύ σημαντικό να γίνεται διάκριση μεταξύ των εργαζομένων σε διαφορετικούς τομείς της «βιομηχανίας του σεξ». Ο ρόλος ενός κοριτσιού που δουλεύει στους δρόμους είναι πολύ διαφορετικός από το ρόλο (διότι γι’ αυτό ακριβώς πρόκειται) που παίζει μία επαγγελματίας ντομινατρίξ. Μιλώντας από προσωπική πείρα, η απόφασή μου να εργαστώ ως ντομινατρίξ ήταν καθαρά δική μου επιλογή κι ήταν κάτι που ήθελα να κάνω. Ήρθε ως συνέχεια των χρόνων που είχα περάσει σε φετιχιστικά κλαμπ, όπου έκανα περφόρμανς ως φετίχ μοντέλο. Ήξερα το χώρο, τους ρόλους που παίζονταν κι ακριβώς περί τίνος επρόκειτο. Δεν έτρεφα ψευδαισθήσεις για το όλο πράγμα και σε καμία περίπτωση δεν εξαναγκάστηκα να το κάνω. Κράτησα την πρωινή μου δουλειά (υπάλληλος σε μαγαζί), εργαζόμουν όποτε ήθελα και, σε αντίθεση με πολλά άτομα, δεν πιεζόμουν από έλλειψη χρημάτων ώστε να ’μαι υποχρεωμένη να καλύπτω έτσι περαιτέρω ανάγκες.

Οφείλω να ομολογήσω πως η προσέγγισή μου ήταν πολύ πρακτική: Δούλευα μονάχα με τουλάχιστον άλλη μία ντομινατρίξ, η οποία εργαζόταν σαν «υπηρέτριά» μου. Και μερικές φορές ένας άνδρας συνάδελφος παρέμενε εντός του κτηρίου και βοηθούσε να στηθούν οι «συνεδρίες». Οι συνεδρίες ήταν κανονισμένες εκ των προτέρων, όπου ο «πελάτης» και εγώ κουβεντιάζαμε παρέα για τα όρια και τις προσδοκίες μας – αλλά, προφανώς, δεν έχουν όλοι κι όλες οι εργαζόμενοι/ες του σεξ την πολυτέλεια αυτού του επιπέδου συντονισμού και υποστήριξης…

Νομίζω πως ο «πελάτης» φέρεται πολύ διαφορετικά σε μια ντομινατρίξ, σε σύγκριση με το φέρσιμό του απέναντι σ’ ένα κορίτσι που δουλεύει στους δρόμους. Για τους «πελάτες» μου, ήμουν η ενσάρκωση των επιθυμιών τους. Λάτρευαν τα πάντα επάνω μου, κι είχα την εξουσία να ελέγχω ακόμα κι αν θα τους επιτρεπόταν να με κοιτάξουν. Κι αν με δυσαρεστούσαν, μπορεί και να καθάριζαν με οδοντόβουρτσα το μπάνιο μου!

Σε καμία από τις «συνεδρίες» δε συμπεριλαμβανόταν σεξ. Η σεξουαλική ενέργεια του πελάτη έβγαινε μέσα απ’ το παιχνίδι και την αντιστροφή των ρόλων εξουσίας, μέσα από μια μορφή ταπείνωσης και ξεπεσμού που απουσίαζε απ’ την «κανονική» του καθημερινή ζωή. Αυτό όμως δε σημαίνει ότι δεν είχα, κατά καιρούς, αισθανθεί χρησιμοποιημένη ή πως δεν καθόμουν πού και πού να διερωτηθώ τι στο καλό έκανα. Στην πραγματικότητα, μερικές φορές η όλη κατάσταση χρησίμευε ώστε να ενισχύσει ιδέες που είχα σχηματίσει πρωτύτερα σχετικά με την εκμετάλλευση γυναικών από άνδρες, και συχνά, ειδικά στην περίπτωση μιας ντομινατρίξ, από πολύ πλούσιους και ισχυρούς άνδρες…

Τελικά, όμως, σταμάτησα. Επέλεξα να το παρατήσω. Δε μ’ ενδιέφεραν ούτε κι είχα ξετρελαθεί από τα λεφτά που μου απέφερε (κι αυτοί οι τύποι πλήρωναν μέχρι και 120 λίρες την ώρα, 30 λίρες επιπλέον για να τους κατουρήσεις!). Ήταν κάτι στο οποίο είχα επιλέξει να μπάσω τον εαυτό μου, κι απ’ όπου επέλεξα να αποχωρήσω – μια επιλογή που πολλές «εργάτριες του σεξ» δεν έχουνε πάντα…

Λες ότι οι «πελάτες» σου σε λάτρευαν όταν υποδυόσουν το ρόλο της ντομινατρίξ, και επίσης ανέφερες πως είχες εξουσία και έλεγχο πάνω τους. Πώς συμβαδίζει ένας τέτοιος ρόλος με τ’ ότι είσαι αναρχική;

Κατά τη διάρκεια μιας συνεδρίας κυριαρχίας, και τα δυο εμπλεκόμενα μέρη είναι συναινούντα ενήλικα άτομα που επιλέγουν να εκτελέσουν τον ιδιαίτερο ρόλο τους –είτε αυτός είναι ο ρόλος του αφέντη, του πανίσχυρου καταπιεστή, είτε είναι εκείνος του αδύναμου, καταπιεζόμενου σκλάβου–, έχοντας και την επιλογή να θέσουν τα όριά τους. Η συνεδρία είναι μια διαφυγή από την πραγματικότητα, μια περφόρμανς όπου οι πελάτες εισέρχονται στη σφαίρα της φαντασίας τους και για λίγο ζούνε τα φετίχ που ’χανε ονειρευτεί, τα οποία και εισπράττουν περιφρόνηση σε αυτή την κοινωνία.

Οι ρόλοι που παίζουμε αντικατοπτρίζουν τη βασισμένη στην εξουσία καπιταλιστική κοινωνία στην οποία ζούμε σήμερα, μια κοινωνία απληστίας, καταπίεσης και υπονόμευσης, μια κοινωνία επιβολής δύναμης, σιωπής και πόνου. Αυτά δεν είναι καθόλου αντιπροσωπευτικά του τρόπου ζωής που έχω επιλέξει να ζήσω ως αναρχική – μια κοινωνία βασισμένη σε ισότητα, σεβασμό και αυτοδιεύθυνση.

Η κυριαρχία είναι ένα παιχνίδι, η ενήλικη εκδοχή αυτού που τα παιδιά αποκαλούν «παίξιμο». Δεν είναι πραγματική και, για μένα προσωπικά, δεν αντανακλά στοιχεία της προσωπικότητάς μου. Απολαμβάνω τις συνεδρίες ως περφόρμερ, ως πειραματίστρια και ως επιδειξίας… Αυτό που ποθώ είναι η προσοχή. Το σκίρτημα απ’ την εξουσία και τον έλεγχο είναι επινόημα που εξυπηρετεί ένα παιχνίδι, δεν είναι κάτι που επιθυμώ να υπάρχει στην «πραγματική μου ζωή». Πιστεύω πως είναι πολύ σημαντικό, σε μια κοινωνία βασισμένη στην ελευθερία, οι άνθρωποι να είναι σε θέση να εκφράζονται και να μοιράζονται τα φετίχ και τις φαντασιώσεις τους ελεύθερα και σ’ ένα ασφαλές περιβάλλον (με την προϋπόθεση ότι όλα τα εμπλεκόμενα μέρη συναινούν), είτε αυτά τα φετίχ περιλαμβάνουν το μαστίγωμά κάποιου που παριστάνει τ’ άτακτο σχολιαρόπαιδο είτε την αμφίεση νοσοκόμας…

Πριν είπες ότι αυτή η δουλειά σου ενίσχυε μερικές φορές την αντίληψη που είχες γύρω από θέματα εκμετάλλευσης γυναικών από άνδρες. Αισθανόσουν ότι σ’ εκμεταλλεύονταν περισσότερο απ’ όσο θα μπορούσαν να σ’ έχουν εκμεταλλευτεί σε άλλα είδη εργασίας;

Κατά τη διάρκεια μιας συνεδρίας κυριαρχίας, οι παραδοσιακοί, στερεότυποι έμφυλοι ρόλοι είναι συνήθως αντεστραμμένοι. Όσο κρατάνε οι συνεδρίες η θηλυκή ντομινατρίξ γίνεται η κάτοχος της εξουσίας, παίρνοντας τον έλεγχο επί του αρσενικού. Αυτό είναι ένα καθρέφτισμα της πατριαρχικής κοινωνίας όπου ζούμε σήμερα, στην οποία τ’ αρσενικά έχουν παραδοσιακά τις «καλύτερες» δουλειές, τις υψηλότερες απολαβές, τις θέσεις εξουσίας στην κοινωνία και στο σπίτι, κι όπου το αρσενικό θεωρείται η καθ’ όλα δεσποτική φιγούρα που έχει τον έλεγχο. Σε όλο τον κόσμο, η ιστορία λέγεται μέσα από τα μάτια του αρσενικού, κι οι γυναίκες καταστέλλονται μέσω, λόγου χάρη, θρησκείας, βίας, εκμετάλλευσης και ανισότητας. Ο ρόλος της ντομινατρίξ ανακτά προσωρινά λίγη απ’ αυτή την εξουσία και τη δίνει πίσω στη γυναίκα. Θα μπορούσε κανείς σχεδόν να πει ότι ο άντρας γίνεται ο εκμεταλλευόμενος. Στ’ αλήθεια, όμως, θεωρώ τη «βιομηχανία του σεξ» ως ένα από τα κατεξοχήν οχήματα που χρησιμοποιούνται από άνδρες και την κοινωνία προκειμένου να γίνεται εκμετάλλευση γυναικών, μια αρένα όπου γυναίκες χρησιμοποιούν το σώμα τους σαν αντικείμενο προς πώληση. Και ως ντομινατρίξ εξακολουθείς να βιοπορίζεσαι χρησιμοποιώντας την «υπόσταση» και το σώμα σαν να ’ταν αντικείμενο, ανεξάρτητα απ’ το ποιος κραδαίνει τη λεγόμενη «εξουσία» όσο διαρκεί η συνεδρία (ή ποιος κρατάει το μαστίγιο!).

Συχνά, ναι, μου άφηνε την αίσθηση ότι με είχαν εκμεταλλευτεί, πιθανώς περισσότερο απ’ ό,τι αν είχα μια πιο «συμβατικά αποδεκτή» ή «κανονική» απασχόληση. Παρ’ ότι μου άρεσε το παιχνίδι ρόλων και απολάμβανα τη φυγή από την πραγματικότητα, τη στολή και το μεγαλείο του ρόλου, ένιωθα ωστόσο σαν να ’χε χρησιμοποιηθεί το σώμα μου από άλλα άτομα ως κάτι επί του οποίου είχαν τον έλεγχο, απλώς και μόνον από το γεγονός ότι πλήρωναν για τη συνεδρία, πλήρωναν ώστε να ντύνομαι μ’ έναν ορισμένο τρόπο και να συμπεριφέρομαι μ’ έναν συγκεκριμένο τρόπο σε καθορισμένο χρόνο (αν και θα μπορούσαμε να πούμε το ίδιο και για μια σειρά άλλων ρόλων που παίζουμε στη ζωή μας!).

Πιστεύω ότι το σώμα είναι η τελευταία πτυχή της ζωής μας όπου διατηρούμε κάποιον έλεγχο. Αυτό εξηγεί το μεγάλο και αυξανόμενο ποσοστό ενδιαφέροντος για φετίχ όπως η κόσμηση και τροποποίηση του σώματος (τατουάζ, πίρσινγκ, σκαριφισμός δέρματος κ.ά.). Κι όταν μου σκάει πως βγάζω τα προς το ζην από κάποιον που εντέλει ελέγχει το τι κάνω με το σώμα μου, η σκέψη αυτή με κάνει ν’ αναρωτιέμαι πόσο πολύ έχω την επιλογή πάνω στο τι συμβαίνει στο σώμα και στη ζωή μου. Υπάρχει ένα αίσθημα πως σ’ έχουν εκμεταλλευτεί, αίσθημα σχεδόν όλων όσων χρειάζεται να εργάζονται σκληρά σε αυτή την κοινωνία, η οποία στηρίζεται στην ανισότητα και στη διαίρεση. Το έχω νιώσει είτε δούλευα σ’ ένα κατάστημα είτε σε γραφείο, ή ως καθαρίστρια, που ήταν τα προηγούμενά μου επαγγέλματα, αλλά η αίσθηση ότι εκμεταλλεύονται το ίδιο σου το κορμί είναι πολύ πιο ωμή, πολύ πιο προσωπική υπόθεση, που όντως σε κάνει να νιώθεις «γυμνή».

Υπάρχει μεγάλη διαφορά όταν εμπλέκεται το χρήμα. Πήγαινα για χρόνια σε φετιχιστικά κλαμπ –όπου όλα τα «παιχνίδια» και οι δραστηριότητες γίνονται από επιλογή με άτομα διατεθειμένα να πάρουνε μέρος–, με τον καθέναν και την καθεμιά ν’ απολαμβάνει το ρόλο που υποδυόταν. Ωστόσο, όταν μπαίνει στη μέση το χρηματικό αλισβερίσι, χάνεται το στοιχείο της επιλογής, και διανοίγονται πεδία «σωματικού φασισμού». Αφού προτίθενται να πληρώσουν για να λάβουν υπηρεσίες, περιμένουν να έχεις και συγκεκριμένη εμφάνιση…

Έτσι, πριν το καταλάβεις, τα αισθήματα εκμετάλλευσης τρυπώνουν σε τομείς της ζωής σου απ’ όπου κανονικά θ’ αντλούσες απόλαυση.

Παρακολουθήσαμε τη θετική πρωτοβουλία ίδρυσης της Διεθνούς Ένωσης Εργαζομένων του Σεξ (IUSW) σε αυτήν τη χώρα. Όμως, πολύ πρόσφατα, τουλάχιστον στο Λονδίνο, δήλωσε συμβεβλημένη με το GMB (γενικό συνδικάτο Βρετανίας, συνεργαζόμενο με το Εργατικό Κόμμα). Προφανώς, η Αναρχική Ομοσπονδία βλέπει αυτή την κίνηση προς τον καθεστωτικό συνδικαλισμό ως οπισθοδρόμηση. Εσύ, έχοντας κάνει μια δουλειά που γενικά λογίζεται ως μέρος της βιομηχανίας του σεξ, ποιες δυνατότητες πιστεύεις πως υπάρχουν για καλύτερη αυτοοργάνωση αναμεταξύ των εργαζομένων του σεξ;

Νομίζω πως υπάρχει τεράστιο πεδίο δυνατοτήτων, ακριβώς όπως υπάρχει μεταξύ εργαζομένων οποιουδήποτε κλάδου. Αυτό που χρειάζεται, ωστόσο, είναι να ξεπεραστούν διάφορα εμπόδια, τόσο από τους εαυτούς μας όσο και από την κοινωνία, και να γκρεμιστούν φραγμοί – για παράδειγμα, οι φραγμοί που υψώνονται από τις «αποσχιστικές» τάσεις, που είναι τόσο διαδεδομένες μεταξύ εργαζομένων, τόσο στο ίδιο κομμάτι εργασίας όσο και σε διαφορετικά παρακλάδια. Μόλις αυτό επιτευχθεί, και όλες κι όλοι αρχίσουμε να συνειδητοποιούμε ότι η δύναμη και στήριξή μας θα πηγάσει από τη σύμπραξή μας, τότε θα βαδίσουμε πιο κοντά στην αυτοδιεύθυνση κι οργάνωση, αντί της καταφυγής σε αντιπροσώπευση από ένα φορέα που τελεί υπό την επιρροή του Εργατικού Κόμματος, και μάλιστα συνδέεται κι επίσημα με αυτό! Με τη βελτίωση της επικοινωνίας μεταξύ των διαφόρων εργαζομένων και παρακλαδιών, και επιτυγχάνοντας τον απο-στιγματισμό της βιομηχανίας απ’ την κοινωνία, μπορούμε να ξεκινήσουμε να συμπράττουμε αναμεταξύ μας για να δημιουργήσουμε έναν ενωμένο φορέα που θα προσφέρει, για παράδειγμα, συμβουλές και πληροφόρηση, και θα παρέχει συναισθηματική και πρακτική υποστήριξη σε ανθρώπους που δραστηριοποιούνται ήδη εντός του κλάδου ή ετοιμάζονται να μπούνε σε αυτόν.

Χρειάζεται να καταργήσουμε όλες τις μορφές ελέγχου που είναι τόσο συνήθεις στη βιομηχανία του σεξ, και να καταργήσουμε τα διαφορετικά επίπεδα εξουσίας. Θα πρέπει να λειτουργούμε σαν μια γροθιά έτσι ώστε να έχουμε όλες κι όλοι την κατάλληλη ενημέρωση, ασφάλεια, στήριξη και ενότητα, αντί να δουλεύουμε κατά μόνας διά της βίας ή από ανάγκη, σε συχνά επικίνδυνες συνθήκες. Η εργασία του σεξ, με τον έναν ή τον άλλον τρόπο, θα είναι πάντοτε παρούσα, και πάντοτε ήταν, και σίγουρα δε διατρέχει κανέναν κίνδυνο αφανισμού – είτε ζούμε σε μια καπιταλιστική κοινωνία είτε ακόμα και σε μια αναρχική κοινωνία απαλλαγμένη απ’ το χρήμα.

Η εργασία του σεξ λαμβάνει μυριάδες διαφορετικές μορφές, και η είσοδος σε αυτήν, η χρήση της κι η αποχώρηση από αυτή γίνονται για μυριάδες διαφορετικές αιτίες. Απλά αυτό που συμβαίνει είναι ότι σε μία απ’ αυτές τις κοινωνίες οι εργαζόμενες/οι εντός της θα συνεχίσουν να βιώνουν την εκμετάλλευση, ν’ αντιμετωπίζονται με διαστρεβλωμένο τρόπο και να περιφρονούνται από την ίδια αυτήν κοινωνία, ενώ στην άλλη θα έχουμε τη δύναμη, την ικανότητα και τα κίνητρα να είμαστε ο εαυτός μας, αλλά και να κάνουμε εμείς κουμάντο τον εαυτό μας.

Πηγή: «Organise!» (περιοδική έκδοση της AFED – Αναρχικής Ομοσπονδίας Μεγάλης Βρετανίας και Ιρλανδίας), τ. 59, χειμώνας του 2002