Αθήνα: Από τη βιβλιοπαρουσίαση «Το γέλιο του νερού»

Οι 21 ιστορίες της Αθηνάς Τσάκαλου εκδόθηκαν από τη συλλογικότητα των «Συγγενών-φίλων κρατουμένων και διωκόμενων αγωνιστών» (sygeneis-filoi@espiv.net). Εδώ το ηχητικό της εκδήλωσης (ΑΣΟΕΕ, 23 Οκτώβρη 2015), από τις Ραδιοζώνες Ανατρεπτικής Έκφρασης. Ακούτε τον αυτοοργανωμένο σταθμό στη σελίδα www.radio98fm.org και στους 93,8fm.

Η τηλεφωνική παρέμβαση της Αθηνάς Τσάκαλου από τη Σαλαμίνα:

«Καιρός παράξενος, πρωτόγνωρος. Δεν έχω ξαναδεί τέτοια μέρα εδώ, στο νησί… Βρέχει και φυσάει από το πρωί. Αλλά, όταν όλα πηγαίνουν ενάντια, εγώ παίρνω την πιο συναρπαστική εκδοχή. Θα πω λοιπόν: καιρός για γενναίους. Όλοι όσοι είσαστε εκεί είσαστε γενναίοι που αψηφήσατε τα στοιχεία της φύσης και την κίνηση της πόλης.

Λοιπόν, πάντα έλεγα πως τη Σαλαμίνα την αγαπώ πολύ, ποτέ όμως δε φαντάστηκα πως αυτό το νησί θα γινόταν ο τόπος της ιδιότυπης εξορίας που μου επιβλήθηκε. Όμως, ό,τι και να μας επιβάλλουν, όσο και να μας καταδιώξουν, οι τόποι που αγαπάμε, τα πρόσωπα που αγαπάμε, οι ιδέες που αγαπάμε, πάντα θα είναι μέσα μας και μάλλον θα τα αγαπάμε όλο και πιο πολύ. Και τη βροχή πάντα την αγαπούσα, την έβλεπα σαν ένα προμήνυμα ενός κατακλυσμού που μπορεί κάποια στιγμή να συμβεί κι όλα να τα αρχίσουμε πάλι από την αρχή. Σήμερα όμως τη βροχή τη βλέπω κάπως και σαν αντίπαλο, γιατί μπορεί να εμπόδισε κάποιους να έρθουν σ’ αυτή την εκδήλωση. Όμως εκείνο που τελικά έχει σημασία είναι η προσδοκία του κατακλυσμού. Και φέτος βρέχει μ’ έναν τρόπο παράξενο, πολύ παράξενο.

Τώρα τι να πω για το βιβλίο; Δεν ήταν στις προθέσεις μου. Άλλοι το τύπωσαν, και ευχαριστώ γι’ αυτό τους “συγγενείς και φίλους των κρατουμένων και διωκομένων αγωνιστών”. Εγώ απλά κάποιες νύχτες έριχνα σημειώματα στη θάλασσα του διαδικτύου. Δεν ονομάζω τον εαυτό μου συγγραφέα, με φοβίζει αυτή η λέξη, ίσως γιατί την έχω σε μεγάλη εκτίμηση. Όταν όμως τα πράγματα στη ζωή μου άλλαξαν με έναν θάνατο και με αποχωρισμούς παράξενους –αποχωρισμό λέω τη φυλάκιση των παιδιών μου–, βρέθηκα αντιμέτωπη με τον εαυτό μου, με τη σιωπή και την ερημιά των εξοχικών χώρων. Τότε ένιωσα μια αγωνία. Αναρωτιόμουνα για καιρό: Τώρα με ποιον θα συνομιλώ; Τώρα ποιος θα με παρατηρεί; Έτσι, άρχισα εγώ η ίδια να παρατηρώ τον εαυτό μου και να συνομιλώ μαζί του, κι επειδή είναι αλήθεια πως από παιδί μού άρεσαν τα παραμύθια, προέκυψαν μικρές ιστορίες παράξενες, αλληγορικές, και πάντα απέφευγα στο τέλος των παραμυθιών αυτό το “έζησαν αυτοί καλά κι εμείς καλύτερα”, γιατί αυτό δε συμβαίνει στη ζωή· έβαζα στο τέλος των ιστοριών μου ανθρώπους που ξεκινάνε μια πορεία, μια πορεία αναχωρητισμού ή πορεία επανάστασης, κι έδινα την υπόσχεση σ’ αυτούς τους φανταστικούς ανθρώπους πως μια μέρα θα ’ρθω να σας βρω, εσείς περπατήστε, περπατήστε, και περιμένω να μου έχετε εκπλήξεις όταν σας συναντήσω, ίσως να με πάτε σ’ αυτόν τον άλλον κόσμο που εμείς, οι απλοί περιπατητές της ζωής, ονειρευόμαστε.

Και θα πει κάποιος: Και τι σχέση έχουν όλα αυτά με την πραγματικότητα; Επιτρέπεται να μιλάς τόσο ποιητικά όταν η πραγματικότητα είναι τόσο τραχιά και αμείλικτη; Η αλήθεια είναι πως δεν ξεχνάω τίποτα. Ούτε τα βομβαρδισμένα σπίτια, ούτε τους πνιγμένους ανθρώπους, ούτε τη μιζέρια του οικονομικού στραγγαλισμού που πλανιέται στους δρόμους και μπαίνει σαν ομίχλη στα σπίτια μας, αλλά σήμερα είπα να αφεθώ στο πεδίο των ματιών μου, στη νύχτα, στα δέντρα, στη θάλασσα, σ’ αυτά που βλέπω απ’ το παράθυρό μου. Μήπως όμως δεν είναι αντίσταση να ονειρεύεσαι ελεύθερους δρόμους, μυρωδιές φθινοπωρινής γης, και ο νους να ξεσηκώνεται από τη σκέψη ενός επικείμενου κατακλυσμού; Μερικές φορές ο πόλεμός μου είναι μόνο η επιθυμία των άλλων πραγμάτων. Η πραγματικότητα δεν είναι μόνο αυτή των βασάνων και της θλίψης, υπάρχει και η άλλη πραγματικότητα, των ωραίων τραγουδιών, του χορού, των νέων ιδεών, των όμορφων τοπίων, και αυτό δε θέλω να το ξεχνάω.

Κλείνοντας, δεν μπορώ να μην αναφερθώ σε κάτι ακόμα. Αναγνωρίζω την αποφυλάκιση της Εύης ως νίκη όλων όσων στάθηκαν αλληλέγγυοι. Αν δεν υπήρχε αυτή η αλληλεγγύη, τίποτα δε θα γινόταν. Όμως οι δικαστές, ορίζοντας τα χίλια μέτρα ελευθερίας και την απαγόρευση επικοινωνίας ακόμα και με το σύντροφό της και γιο μου Γεράσιμο Τσάκαλο, όρισαν το πεδίο μιας νέας μάχης. Τίποτα δεν πρέπει ν’ αφεθεί έτσι γιατί θα το βρούμε μπροστά μας, και μάλιστα γιγαντωμένο. Ήδη η προφυλάκιση της Μαρίας Θεοφίλου, μάνας δύο μικρών παιδιών, είναι ένα βήμα παραπέρα.

Σας χαιρετώ. Και καλή δύναμη στην επιστροφή».

*

Η τηλεφωνική παρέμβαση της Εύης Στατήρη από τη γειτονιά του Γκύζη:

«Καλησπέρα σε όλους όσους βρίσκεστε σήμερα εκεί. Ένα μεγάλο ευχαριστώ πρώτα απ’ όλα σε όλους τους ανθρώπους που διοργάνωσαν αυτή την εκδήλωση, αλλά και σε όλους εσάς που είστε εκεί σήμερα.

Αρχικά να πω ότι χαίρομαι ιδιαίτερα που η συνέλευση “συγγενών-φίλων κρατουμένων και διωκόμενων αγωνιστών” μού δίνει τη δυνατότητα να συμμετάσχω κι εγώ στην εκδήλωση. Θα ήθελα πάρα πολύ να ήμουνα κι εγώ εκεί μαζί σας, αλλά το κράτος μ’ έχει περιορίσει να κινούμαι σε ακτίνα ενός χιλιομέτρου από το σπίτι μου. Ο λόγος που υποχρεούμαι να ζω σ’ αυτόν τον ασφυκτικό κλοιό είναι γιατί είμαι σύντροφος του Γεράσιμου Τσάκαλου, μέλους της Συνωμοσίας Πυρήνων της Φωτιάς. Η Αθηνά, το κεντρικό πρόσωπο της σημερινής βραδιάς, δε βρίσκεται εκεί γιατί είναι μητέρα του Γεράσιμου και του Χρήστου, μελών της Συνωμοσίας Πυρήνων της Φωτιάς. Φυσικά, ποτέ κανείς από τους δικαστές, που βρίσκονται στο απυρόβλητο των θέσεων εξουσίας που κατέχουν, δε ζωγράφισαν στα επίσημα χαρτιά τους τους πραγματικούς λόγους της δίωξής μας.

Ουσιαστικά, ο χαρακτήρας της δίωξης, προφυλάκισης και του μετέπειτα αποκλεισμού που βιώνουμε είναι διττός. Πρώτον, θέλουν να εκδικηθούνε τον Γεράσιμο και τον Χρήστο για τη δράση τους και τη στάση τους και, φυσικά, για το σχέδιο απόδρασης της Συνωμοσίας Πυρήνων της Φωτιάς. Ούτως ή άλλως, λίγες μέρες μετά την αποκάλυψη του σχεδίου, ήταν οι πρώτοι που μεταφέρθηκαν στο υπόγειο των γυναικείων φυλακών Κορυδαλλού, όπου μέχρι πρότινος κρατούνταν τα μέλη της 17 Νοέμβρη. Μ’ αυτόν τον τρόπο το κράτος επιδιώκει τη φυσική απομόνωση των πολιτικών κρατουμένων από τον υπόλοιπο πληθυσμό της φυλακής, καθώς και την πολιτική και πνευματική τους εξόντωση, αποκόπτοντάς τους ουσιαστικά απ’ όσο το δυνατόν περισσότερα ερεθίσματα. Το παζλ της σαδιστικής μεταχείρισης από τη μεριά του κράτους συμπλήρωσε η προφυλάκιση η δικιά μου και της Αθηνάς. Δεύτερον, το αστυνομικοδικαστικό κράτος θέλει να στείλει ένα σαφές μήνυμα σε όλους τους συγγενείς, κοντινούς ανθρώπους και αλληλέγγυους των πολιτικών κρατουμένων, ότι εύκολα μπορούνε να βρεθούνε σε διπλανά κελιά μόνο και μόνο επειδή τους στηρίζουν και δεν τους αποποιήθηκαν σε αυτήν τη δύσκολη φάση της ζωής τους.

Σε αυτό το σημείο θα ήθελα να μιλήσω για την αντιμετώπιση του κράτους απέναντι στους συγγενείς πολιτικών κρατουμένων, με αφορμή την υπόθεσή μου, και για την απεργία πείνας που πραγματοποίησα. Τη μέρα της σύλληψής μου και της Αθηνάς, η Συνωμοσία Πυρήνων της Φωτιάς ξεκίνησε απεργία πείνας με αίτημα την άμεση απελευθέρωσή μας. Ένα κομβικό χρονικό σημείο της υπόθεσης ήτανε η παραπλανητική δέσμευση του Σύριζα με την ψήφιση συγκεκριμένης τροπολογίας που αφορά συγγενικά πρόσωπα και αντικαθιστά την προφυλάκιση με άλλους περιοριστικούς όρους. Γιατί λέω ότι ήτανε κομβικής σημασίας το γεγονός αυτό: γιατί, πρώτον, στην ουσία ο Σύριζα μας κορόιδεψε, καθώς ο ίδιος ο υπουργός Παρασκευόπουλος πρότεινε, κι έπειτα ψηφίστηκε, μια τροπολογία που δε λήφθηκε από κανένα δικαστικό συμβούλιο, ούτε φυσικά από τον ανακριτή της υπόθεσης Νικόπουλο, υπ’ όψιν – ενώ ο Σύριζα γνώριζε ότι θα συνέβαινε κάτι τέτοιο, λόγω της ασάφειας και της δυνητικής χρήσης της τροπολογίας. Δεύτερον, εξαιτίας αυτού, χάθηκε πολύς χρόνος που θα μπορούσε να αξιοποιηθεί με άλλους τρόπους. Δεδομένου λοιπόν ότι η απεργία πείνας της Συνωμοσίας Πυρήνων της Φωτιάς κέρδισε την αποφυλάκιση της Αθηνάς, αλλά εγώ παρέμενα στη φυλακή, και συν το γεγονός ότι έξι αιτήσεις αποφυλάκισης και προσφυγές είχαν απορριφθεί, κατέληξα στο μέσο της απεργίας πείνας. Φυσικά, σε αυτήν τη δύσκολη κατάσταση που βίωσα δεν ήμουνα μόνη μου γιατί είχα την έμπρακτη αλληλεγγύη του Γεράσιμου, ο οποίος έκανε μαζί μου απεργία πείνας, με το βεβαρημένο ιστορικό τεσσάρων ακόμη απεργιών πείνας. Έτσι κάπως, μετά από 19 μέρες απεργίας πείνας, κερδίσαμε την αποφυλάκισή μου, με αντισταθμιστικό παράγοντα από τη μεριά του δικαστικού κράτους άκρως περιοριστικούς όρους.

Εξαρχής στόχευση και πρόθεσή μου ήταν να υπάρχει διαδραστικότητα και άμεση επικοινωνία με τους συντρόφους έξω, γι’ αυτό και επέλεξα να ενημερώσω σχεδόν ένα μήνα πριν, με εσωτερικό κείμενο που στάλθηκε μέσω της συνέλευσης αλληλεγγύης της Αθήνας σε αναρχικές ομάδες, συνελεύσεις και άτομα του αναρχικού χώρου. Σε πρώτο χρόνο, λοιπόν, ο κόσμος έξω είχε την ευχέρεια να ενημερωθεί αναλυτικά, να σκεφτεί και να σχεδιάσει τον τρόπο που θα στήριζε την επιλογή μου. Θεώρησα ότι θα ήταν γόνιμο και σωστό να δοθεί χρόνος στους συντρόφους έξω, ώστε να επιτύχουμε το αποτέλεσμα που εντέλει υπήρξε. Από ’κεί και στο εξής η αλήθεια είναι ότι πραγματικά όλη τη διαδικασία της απεργίας πείνας τη βίωσα σαν έναν κοινό αγώνα που έδινα μαζί με συντρόφους σε όλη την Ελλάδα, αλλά και σε πάρα πολλές γωνιές του κόσμου. Όλες οι δράσεις κι οι ενέργειες που έγιναν μου έδιναν φοβερή δύναμη και ενίσχυαν το πείσμα ότι αυτό που θέλουμε θα το πετύχουμε. Η ανάγκη ν’ ανατραπεί το σκηνικό του φόβου που είχαν επιβάλει με τη σύλληψη συγγενών πολιτικών κρατουμένων ήταν τόσο επιτακτική, που το μόνο σίγουρο είναι ότι ξέφευγε από το δικό μου πρόσωπο και επισκίαζε όλους τους συγγενείς, φίλους κι αλληλέγγυους που στέκονται στο πλάι και στηρίζουν με οποιονδήποτε τρόπο τους πολιτικούς κρατούμενους. Είδα λοιπόν ότι ασχολήθηκαν με την υπόθεση ετερόκλητες μεταξύ τους ομάδες, κι αυτό σίγουρα καταδεικνύει ότι το σημείο σύγκλισης που υπήρχε αναγνωρίστηκε κι έγινε κατανοητό ότι αυτή η υπόθεση φέρει χαρακτηριστικά που αφορούν όλους όσους θέλουν να λέγονται αναρχικοί.

Τώρα, όσον αφορά το καθεστώς αυτού του τόσο έντονου περιορισμού που βιώνω, αυτό που θέλω να πω είναι ότι από τη στιγμή που πήρα την απόφαση ότι θα κάνω απεργία πείνας είχα ξεκαθαρίσει τόσο στον εαυτό μου όσο και σε δημόσιο επίπεδο, όταν μου δόθηκε η ευκαιρία, ότι το αίτημά μου είναι ένα και μοναδικό: η άμεση αποφυλάκιση. Για μένα, ήταν σημαντικό να γίνει αυτό το πρώτο βήμα, και μετά σταδιακά να διεκδικήσω και την άρση των περιοριστικών μέτρων. Ούτως ή άλλως, ένας πόλεμος δε χάνεται ούτε κερδίζεται με την επιτυχία μιας μάχης. Ο αγώνας είναι συνεχής, με συνέπεια και με συγκεκριμένο στόχο. Η στρατηγική του κράτους σε αυτές τις περιπτώσεις είναι εύκολα αναγνώσιμη, καθώς επιδιώκει τον όσο το δυνατόν πιο έντονο αποκλεισμό των πολιτικών κρατουμένων. Η ανήθικη πρακτική της απαγόρευσης της επικοινωνίας και της συνάντησης με το σύντροφό μου Γεράσιμο είναι μια ξεκάθαρη παραβίαση των ζωών μας και των προσωπικών μας επιλογών. Η απαγόρευση να ξεφύγω πέραν του χιλιομέτρου από το σπίτι μου είναι ουσιαστικά η διεύρυνση της φυλακής κι η εισχώρηση της λογικής της επιβολής και της επιτήρησης στο μυαλό μας. Η απαγόρευση επικοινωνίας και συνάντησης με όλους τους συγκατηγορούμενους, που έχει επιβληθεί βέβαια και στο παρελθόν και σε άλλους πολιτικούς κρατούμενους –όπως έχει επιβληθεί και η απαγόρευση να πάνε σε πανεπιστημιακά ιδρύματα ή να συμμετέχουν σε πορείες–, κάνουν ολοφάνερο τον άκρως τιμωρητικό χαρακτήρα του σωφρονιστικού και δικαστικού συστήματος. Εμείς, από την πλευρά μας, δεν έχουμε παρά να συνεχίσουμε τον πόλεμο με όλα τα μέσα ενάντια σε αυτές τις φασιστικές πρακτικές. Επίσης, η εξορία όπου υπόκειται η Αθηνά στο νησί της Σαλαμίνας έχει έντονο άρωμα χούντας.

Για το βιβλίο της Αθηνάς τώρα: Σίγουρα είναι και άνθρωποι πολύ πιο αρμόδιοι από μένα για να μιλήσουν σχετικά με τη λογοτεχνική του αξία· εγώ αυτό που έχω να πω είναι ότι, διαβάζοντάς το, μου απαντήθηκαν ρωτήματα που ποτέ δεν τόλμησα να κάνω στην Αθηνά, όχι για κάποιον άλλο λόγο, αλλά γιατί ήξερα ότι στους ανθρώπους που αγαπάει, κάποια στιγμή με κάποιον τρόπο, από μόνη της θα άνοιγε μακροσκελείς συζητήσεις ή απλά θα έλεγε λίγες κουβέντες που θα φανέρωναν αυτό το τόσο σπάνιο αποτύπωμα που είναι χαραγμένο στην ψυχή της. Διαβάζοντας λοιπόν το βιβλίο της, νιώθω σαν να την έχω κοντά μου και να μου καταθέτει τις σκέψεις της, τις εμπειρίες της, όλα αυτά που θέλει να ζήσει με τους ανθρώπους που αγαπάει και δεν μπορεί να έχει κοντά της, δίνοντας πάντα στον συνομιλητή-αναγνώστη την πολυτέλεια να πάρει μαθήματα ζωής από το φως που εκπέμπει και ακτινοβολεί τα γραπτά της, καθώς και τον προτρέπει να επιδιώξει έναν τρόπο ζωής με έντονα συναισθήματα και πάθος – άλλες φορές βιώνοντάς τα εκεί με όλο του το είναι, τη φυσική και πνευματική του υπόσταση, κι άλλες απλά περιπλανώμενος εκεί σαν αερικό.

Θέλω να κλείσω μ’ ένα απόσπασμα από το βιβλίο της που με συγκινεί ιδιαίτερα: Ορμάω στη νύχτα, να σχεδιάσω, να πράξω, να υλοποιήσω τη δική μου μοίρα, τη δική μου ζωή. Θέλω τις νύχτες να περπατώ με τους συντρόφους στις μισοσκότεινες πόλεις των ανθρώπων και τα πόδια μας να ραγίζουν την άσφαλτο και ν’ ανοίγουν μικρούς κρατήρες που το πρωί θα δουν οι άνθρωποι μέσα τους πράσινη χλόη».

*

Απαντώντας σε σχετικό ερώτημα, η Εύη Στατήρη διευκρίνισε πως ήδη βρίσκεται σε νομική διαδικασία όπου έχει ζητήσει άρση ενός από τους περιοριστικούς όρους, δηλαδή να μπορεί να επικοινωνεί και να επισκέπτεται το σύντροφό της τον Γεράσιμο στη φυλακή.

βλ. και μήνυμα του Δημήτρη Κουφοντίνα & συνοπτική ενημέρωση