Σημείωση του Contra Info: Λάβαμε στις 28 Φλεβάρη 2016 και δημοσιεύουμε τα ακόλουθα λόγια του Νίκου Μαζιώτη, τα οποία αναφέρονται σε κείμενο του Αντώνη Σταμπούλου το οποίο δημοσιεύτηκε στις 26/2 και μπορείτε να διαβάσετε εδώ.
Συνήθως στη ζωή όπως και στον αγώνα το να κοιτάει κάποιος να σώσει τον εαυτό του με αναξιοπρεπή τρόπο θεωρείται αξιοκατάκριτο και στηλιτεύεται. Επίσης τέτοιοι τύποι αποδεικνύονται συνήθως ότι είναι και θρασείς. Αντί να σιωπούν βγάζουν και γλώσσα για να δικαιολογήσουν την αναξιοπρεπή τους στάση. Δεν είναι η πρώτη φορά που γίνεται αυτό στις δίκες των οργανώσεων αντάρτικου. Στην Ελλάδα, η νοοτροπία του να σώσει κάποιος το τομάρι του έχει αφήσει εδώ και δεκαετίες βαθιά ίχνη και μια αρνητική παρακαταθήκη στον αναρχικό αντιεξουσιαστικό και στον ευρύτερο αντικαπιταλιστικό χώρο.
Όπως έχω πει επανειλημμένα, το να απαλλαγεί κάποιος από τις κατηγορίες είναι κάτι θεμιτό αλλά αυτό δεν πρέπει να γίνεται με αναξιοπρεπή τρόπο. Στην 2η δίκη του Επαναστατικού Αγώνα υπήρξαν καινοτομίες που δεν τις έχουμε δει σε άλλες δίκες απ’ την πλευρά αυτών που έχουνε πέσει θύμα «σκευωρίας» ή επικαλούνται το «ιδιώνυμο» της αναρχικής ταυτότητας. Βέβαια αν ποτέ γίνει ιδιώνυμο το να είναι κανείς αναρχικός στην Ελλάδα, πράγμα που διόλου δεν το χρειάζεται η εξουσία, τότε ίσως πολλοί θα υπογράφανε δηλώσεις ότι δεν είναι αναρχικοί για να γλυτώσουν τη φυλακή και αυτό θα θεωρείται θεμιτό από πολλούς.
Η κύρια υπερασπιστική γραμμή του «τυγχάνοντος μέλους του ΔΑΚ», που κατηγορείται στη 2η δίκη του Επαναστατικού Αγώνα, ήταν πέρα από τις διάφορες πολιτικές αναφορές περί πολύμορφου αγώνα των αναρχικών και της συμμετοχής του στους ταξικούς και συνδικαλιστικούς αγώνες – για τους οποίους άλλωστε δεν κατηγορείται – ότι δεν θα μπορούσε να είναι μέλος οργάνωσης αντάρτικου γιατί ασχολείται με τη βιολογική καλλιέργεια στο χωριό του φυτεύοντας γκότζι μπέρι, ιπποφαές, ότι ασχολείται με τη μελισσοκομία και άλλα τα οποία τα άκουγα για πρώτη φορά είναι η αλήθεια. Οι μάρτυρες υπεράσπισής του, συγγενείς και συγχωριανοί του, κατέθεσαν ότι την άνοιξη ξεκινούν οι καλλιεργητικές εργασίες, γι’ αυτό έλειπε στο χωριό κι έτσι δεν θα μπορούσε να συμμετέχει σε οργάνωση αντάρτικου.
Να τι μπορεί να μάθει κάποιος σε μια δίκη οργάνωσης αντάρτικου!! Είναι κρίμα το ότι δεν υπήρχαν πολλοί σύντροφοι στο ακροατήριο για να ακούσουν αυτού του είδους την «πολιτική» υπερασπιστική γραμμή. Μετά κατατέθηκαν τα διαπιστευτήρια του «καλού πολίτη», το απολυτήριο στρατού, οι τίτλοι σπουδών και η αίτηση πρόσληψης στο πυροσβεστικό σώμα. Κι αν το απολυτήριο του στρατού υποτίθεται ότι κατατέθηκε γιατί χρησιμοποιήθηκε από τα ΜΜΕ και το κατηγορητήριο ως τεκμήριο ενοχής, πού κολλάνε οι τίτλοι σπουδών και η αίτηση πρόσληψης στην πυροσβεστική; Μάλιστα όπως και ο ίδιος δήλωσε για να δικαιολογηθεί η αίτηση στην πυροσβεστική, «πολλοί σύντροφοι έχουν δουλέψει στην πυροσβεστική»! Να και ένα άλλο που επίσης δεν ήξερα τόσα χρόνια που είμαι στον αναρχικό αντιεξουσιαστικό χώρο. Σε ερώτηση της προέδρου Κλάπα πώς γίνεται να υπάρχει αίτηση πρόσληψης από αναρχικό στα σώματα ασφαλείας εννοώντας την πυροσβεστική, ο συγκεκριμένος κατηγορούμενος δήλωσε ότι «κακώς η πυροσβεστική θεωρείται ότι ανήκει στα σώματα ασφαλείας γιατί κάνει κοινωφελές έργο»!! Έχουμε συνηθίσει αθώους να το παίζουν καλά παιδιά, συνδικαλιστές που συμμετέχουν σε μαζικούς και ταξικούς αγώνες, αλλά είναι η πρώτη φορά που αναρχικός προβαίνει σε τέτοιες δηλώσεις σε δικαστήριο του εχθρού. Ποια είναι η σκοπιμότητα τέτοιων δηλώσεων και της κατάθεσης τέτοιων εγγράφων αν όχι για να δοθούν διαπιστευτήρια καλής διαγωγής στους δικαστές;
Όσον αφορά τις αιτήσεις για άδεια στον δικηγορικό σύλλογο Αθηνών:
Οι συνήγοροι υπεράσπισης δεν ήταν υποχρεωμένοι να πάνε να ζητήσουνε άδεια από τον δικηγορικό σύλλογο επειδή έτσι έλεγε ή εκβίαζε η πρόεδρος και οι δικαστές. Άδεια ζήτησαν αποκλειστικά και μόνο οι δύο συνήγοροι υπεράσπισης του συγκεκριμένου κατηγορούμενου χωρίς να πάρουν υπ’ όψιν τους τη γνώμη των υπολοίπων κατηγορουμένων, εμένα και του Γ. Πετρακάκου, καθώς και των νομικών εκπροσώπων τους. Η αίτηση άδειας εκ μέρους τους ήταν μια μονομερής ενέργεια και αποδεικνύει το «συλλογικό πνεύμα» του παρτάκια πελάτη τους. Πουθενά ο νόμος δεν λέει ότι οι συνήγοροι υπεράσπισης είναι υποχρεωμένοι να πάρουν άδεια αν δεν το επιθυμούν οι ίδιοι ούτε ότι οι δικαστές μπορούν να τους υποχρεώσουν να ζητήσουνε άδεια από τον δικηγορικό σύλλογο. Σε αυτή τη διαδικασία αποδείχθηκε η αυθαιρεσία των δικαστών η οποίοι επιθυμούσαν απλώς να τελειώνει η δίκη σύντομα χωρίς καν να υπάρχει το ενδεχόμενο παρέλευσης του δεκαοκτάμηνου αφού απέμεναν ουσιαστικά δύο μόνο συνεδριάσεις, μια με την αγόρευση της εισαγγελέας και μια με τις αγορεύσεις των συνηγόρων υπεράσπισης. Ακόμα κι αν υπήρχε το ενδεχόμενο παρέλευσης του δεκαοκτάμηνου, δεν είναι υποχρεωμένοι οι συνήγοροι υπεράσπισης να γίνουν απεργοσπάστες και να ζητήσουν άδεια από τον δικηγορικό σύλλογο. Για αυτούς προέχει η υπεράσπιση του κατηγορουμένου και όχι να ταυτίζονται με τα συμφέροντα των δικαστών που θέλουν να προλάβουν το δεκαοκτάμηνο. Εδώ όμως υπήρχε σύμπνοια των δικαστών με τους συγκεκριμένους συνηγόρους υπεράσπισης και κατ’ επέκταση με τον ίδιο τον κατηγορούμενο που κατέθετε δείγματα «καλής θέλησης».
Όταν έθεσα στην γνωστή συνήγορο Ι. Κούρτοβικ το θέμα γιατί ζητάνε άδεια από τον δικηγορικό σύλλογο αφού δεν υποχρεούνται στην πραγματικότητα, μου απάντησε ανάμεσα στα άλλα χρησιμοποιώντας τη φράση ότι «Ξεφτιλιζόμαστε στον δικηγορικό σύλλογο». Είναι ψέμα και λάσπη και αυτό; Είναι προφανές σε κάθε μη προκατειλημμένο ότι ο χειρισμός του θέματος αυτού άφηνε έκθετους και τον «τυγχάνον μέλος του ΔΑΚ», που κατηγορείται στη 2η δίκη του Επαναστατικού Αγώνα, και τους συνηγόρους υπεράσπισής του (Κούρτοβικ – Δαλιάνη) γιατί έπαιζαν το παιχνίδι των δικαστών που ήθελαν να τελειώσουν τη διαδικασία σύντομα χωρίς να παίρνουν υπ’ όψιν τους υπόλοιπους κατηγορούμενους.
Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να μείνω ακάλυπτος από νομική εκπροσώπηση αφού η συνήγορός μου δεν ήθελε να σπάσει την απεργία – πράγμα που θα ήταν αναξιοπρεπές να συμφωνήσω και εγώ σε αυτό – και γιατί η έδρα θεωρούσε αυθαίρετα ότι η άδεια που πήραν οι δυο συνήγοροι υπεράσπισης κάλυπταν και τους υπόλοιπους συνηγόρους που δεν ήθελαν να ζητήσουν άδεια και κατά τους δικαστές όφειλαν να κάνουν την δίκη σπάζοντας την απεργία τους.
Δεδομένου ότι οι δικαστές ήθελαν να συνεχίσουν πάση θυσία τη διαδικασία στηριζόμενοι στην άδεια που πήραν οι συγκεκριμένοι συνήγοροι υπεράσπισης και μετά την άρνησή τους μετά από αίτημά μου να έχω ακόμα και διορισμένο συνήγορο που θα ήταν υποχρεωμένος να ζητήσει αναβολή – πράξη που συνιστά παραβίαση του κώδικα ποινικής δικονομίας – αποχώρησα από τη διαδικασία γιατί δεν ήθελα να υποκύψω στους εκβιασμούς των δικαστών. Αν ήταν σωστός ο χειρισμός αυτού του θέματος και δεν τους άφηνε έκθετους, τότε γιατί αποχώρησαν από τη συνεδρίαση της 24ης Φεβρουαρίου σε ένδειξη τάχα «αλληλεγγύης» σε μένα ενώ έπαιξαν το παιχνίδι των δικαστών; Δεν ήταν ο ίδιος αυτός χειρισμός εκ μέρους τους να πάρουν άδεια υπεύθυνος που οδήγησε σε αυτό το αποτέλεσμα και στην αυθαιρεσία των δικαστών; Γιατί αν κρατούσαμε συλλογικά όλοι οι κατηγορούμενοι την ίδια στάση απέναντι στην αυθαιρεσία των δικαστών το αποτέλεσμα θα ήταν διαφορετικό. Ήμουν υποχρεωμένος να δεχτώ τον τρόπο που χειρίστηκαν τα πράγματα και το να πάρουν άδεια να συνεχιστεί η δίκη; Ήμουν υποχρεωμένος να συναινέσω να σπάσει την απεργία η συνήγορός μου;
Αν κάποιος εκβιάζεται αυτό γίνεται γιατί συναινεί στον εκβιασμό προσμένοντας ανταλλάγματα και αυτό σημαίνει συγκεκριμένα μια καλή πρόταση από την εισαγγελέα, πράγμα που έγινε στις 24 Φεβρουαρίου, και μια καλή απόφαση στο τέλος της δίκης. Η 2η δίκη του Επαναστατικού Αγώνα είναι η μοναδική δίκη αυτή την περίοδο στην οποία ζήτησαν και πήραν άδεια και συνεχίζεται εν μέσω απεργίας και αυτό δεν είναι τυχαίο γιατί έγινε. Η στάση του παρτάκια εκτιμάται διαχρονικά ως αξία από την κρατική δικαιοσύνη αλλά και από ένα μέρος του αναρχικού αντιεξουσιαστικού χώρου. Οι αγώνες έχουν σοβαρό αντίτιμο και στην καταστολή δοκιμάζεται η αντοχή του αγωνιστή, η συνέπειά του και το αν έχει αξία για αυτόν η έννοια της αλληλεγγύης και της συντροφικότητας. Εύχομαι το «τυγχάνον μέλος του ΔΑΚ», που έτυχε να είναι συγκατηγορούμενός μου, σε λίγο καιρό να συνεχίσει τον «ταξικό αγώνα» του στο χωριό του φυτεύοντας βιολογικές καλλιέργειες, γκότζι μπέρι, ιπποφαές, να ασχοληθεί με τη μελισσοκομία και άλλα τέτοια. Γι’ αυτό θα τον θυμηθεί η ιστορία, αν τον θυμηθεί, και για το γεγονός ότι έδωσε διαπιστευτήρια καλής αγωγής στους δικαστές με το απολυτήριο στρατού, τους τίτλους σπουδών και την αίτηση πρόσληψης στην πυροσβεστική.
Άντε και καλός πολίτης.
Νίκος Μαζιώτης, μέλος του Επαναστατικού Αγώνα