Σ’ ένα παλιό δίσκο, χρόνια πριν, ένας λακές της εταιρείας Disney (μία απ’ τις εκπαιδευτικές φωνές της άρχουσας τάξης) ενημέρωνε τα παιδιά: «Δε λες εσύ την ώρα· η ώρα λέει εσένα». Μια συνοπτική αλλά σουβλερή έκφραση του γεγονότος ότι ζούμε σε μια κοινωνία που χρησιμοποιεί το χρόνο ως μέσο υποδούλωσης.
Η άρχουσα τάξη έχει αρπάξει το χρόνο, τυποποιώντας τον σε ποσοτικές μονάδες που μπορούν να χωρέσουν όπως όπως σε ρολόγια και ημερολόγια, προσωπικές ατζέντες και χρονοδιαγράμματα. Όσο γυρνούν οι ωροδείκτες, ο χρόνος κατατρώει το παρελθόν και το παρόν, και κάνει το μέλλον μια διαρκή βιασύνη να ’μαστε «στην ώρα» μας.
Αν άλλοτε οι ώρες ηχούσαν στην πλατεία μιας κωμόπολης, μια περιστασιακή υπενθύμιση που ήτανε εύκολο ν’ αγνοηθεί, τώρα υπάρχουνε παντού ρολόγια. Δε βρίσκονται μονάχα στα κομοδίνα μας, σημαίνοντας το πρωινό εγερτήριο, ή στον καρπό μας, προωθώντας μας από ραντεβού σε ραντεβού, αλλά και στα τηλέφωνά μας, στους υπολογιστές μας, στα στερεοφωνικά μας, στις ηλεκτρικές μας κουζίνες, σε όλα τα μικρά τεχνολογικά μπιχλιμπίδια που μας δένουν με την καθημερινή μας σκλαβιά.
Δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία πως αυτός είναι χρόνος σκλαβωμένος. Όντας όμως υποδουλωμένος στην ποσότητα και στην κοινωνική αναγκαιότητα, γίνεται σκλαβοαφέντης μας, επιστάτης μας.
Κι ωστόσο ο χρόνος δεν είναι παρά μια σύλληψη. Δεσπόζει μονάχα ως φάντασμα. Έλα όμως που μπορούν να ’ναι ισχυρά τέτοια φαντάσματα. Ο θεός, η χώρα, η ηθική, η ανθρωπότητα είναι φαντάσματα των οποίων η εξουσία μπορεί να τελειώσει μόνο με την καταστροφή τους. Αλλά ο χρόνος είναι διαφορετικός. Κανένας δε λατρεύει το χρόνο αυτόν καθαυτόν. Απεναντίας, ακολουθούμε τις επιταγές του στ’ όνομα άλλου τινός, δήθεν υψηλότερου ή σπουδαιότερου. Έτσι, ίσως θα μπορούσαμε να κάνουμε το χρόνο δικό μας.
Ο χρόνος έχει συλληφθεί με πολλούς τρόπους. Οι πιο προφανείς και διαδεδομένοι είναι ο γραμμικός χρόνος, ο κυκλικός χρόνος και αυτό που ορισμένοι αποκαλούν το «αιώνιο παρόν». Σε διαφορετικές κοινωνίες φαίνεται να κυριαρχεί η μια ή η άλλη αντίληψη, όμως φαίνεται πως όλες οι κοινωνίες έχουν κάποια γνώση και των τριών. Στην πραγματικότητα, αν οι κοινωνίες στις οποίες ο γραμμικός χρόνος επικρατεί είναι πιο πιθανό να ποσοτικοποιήσουν το χρόνο, δε θα ’ναι σε θέση να το πράξουν χωρίς τη σύλληψη του κυκλικού χρόνου. Ακόμη και τα ψηφιακά ρολόγια πρέπει να επιστρέψουν στη σειριακή αρχή για να λειτουργήσουν. Κι ακόμη και σε πρωτίστως θηρευτικές κοινωνίες, όπου το «αιώνιο παρόν» κυριαρχεί, υπάρχει μια συνειδητότητα κυκλικών εννοιών όπως η μέρα και η νύχτα, φάσεις της σελήνης και εποχικές αλλαγές, καθώς και γραμμικών εννοιών όπως η έλξη της καταγωγής του παιδιού από τη μάνα, η γήρανση, ο σχεδιασμός ενός κυνηγιού ή μιας τροφοσυλλεκτικής εξόρμησης.
Και, πέρα απ’ αυτές τις ευρύτερα κοινές αντιλήψεις, υπάρχουν μυριάδες προσωπικών αντιλήψεων του χρόνου, εκπληκτικές διαστολές και συστολές με βάση τα πάθη και τα προσωπικά βιώματα, η ικανότητα ό,τι γίνεται αντιληπτό σε μία περίσταση ως στιγμή να επεκταθεί σε μιαν αιωνιότητα, εξαιτίας μιας αίσθησης, ανάμνησης, συγκίνησης, ακόμα και μιας ιδέας… Αυτό εγείρει το ερώτημα: Τι θα συνέβαινε αν ο καθένας μας αποσπούσε βίαια το χρόνο απ’ την κοινωνική του υπηρεσία, απ’ την ποσοτικοποίησή του; Θα μπορούσε ο καθένας μας να τον κάνει δικό του; Τι θα ήτανε μετά αυτός; Αυτά είναι ερωτήματα που μπορούν να απαντηθούν μονάχα μέσα απ’ την πρακτική του πειραματισμού. Τι θα σήμαινε τούτο λοιπόν;
Αρπάζοντας το χρόνο σαν δικό μου
θα μπορούσα να τον καταστρέψω
να τον στριφογυρίσω σαν σβούρα
να τον εκτινάξω σαν βέλος προς ένα στόχο
ή να τον υφάνω σε τοπία τόσο ρευστά και σουρεαλιστικά,
όπου κανείς δε θα κατάφερνε να χαρτογραφήσει περιγράμματα
Μπαγαπόντης θεωρητικός (Apio Ludd)