Γιατί είναι τόσο φτωχή η Αϊτή; Η λευκή κατάρα

Κείμενο του Εδουάρδο Γκαλεάνο

Την πρώτη μέρα του έτους (2004), η ελευθερία συμπλήρωσε δυο αιώνες ζωής στον κόσμο. Κανείς δεν το αντιλήφθηκε, ή σχεδόν κανείς. Λίγες μέρες μετά, η γενέθλιος χώρα, η Αϊτη, κατέλαβε λίγο χώρο στα μέσα ενημέρωσης· όχι όμως για την επέτειο της παγκόσμιας ελευθερίας, αλλά γιατί ξέσπασε λουτρό αίματος το οποίο οδήγησε στην ανατροπή του προέδρου Αριστίντ (Jean-Bertrand Aristide).

Η Αϊτη ήταν η πρώτη χώρα του κόσμου όπου καταργήθηκε η δουλεία. Ωστόσο, οι πλέον διαδεδομένες εγκυκλοπαίδειες και σχεδόν όλα τα εκπαιδευτικά κείμενα αποδίδουν αυτή την ιστορική τιμή στην Αγγλία. Είναι αλήθεια ότι η αυτοκρατορία -η οποία υπήρξε παγκόσμια πρωταθλητρια στην εμπορία νέγρων- άλλαξε γνώμη μια ωραία πρωία · η κατάργηση όμως της δουλείας στην Βρετανία πραγματοποιήθηκε το 1807, τρία χρόνια έπειτα από την Αϊτινή επανάσταση, απεδείχθη δε τόσο πειστική, ώστε το 1832 η Αγλία χρειάστηκε, εκ νέου, να απαγορεύσει την δουλεία.

Τίποτα το καινούριο για  τον περιφρονημένο Αϊτινό. Εδώ και δυο αιώνες υπόκειται σε απαξίωση και τιμωρία. Ο Τόμας Τζέφερσον, πρωτοπόρος της ελευθερίας και ιδιοκτήτης σκλάβων, προειδοποιούσε ότι η Αϊτη  έδινε το κακό παράδειγμα· έλεγε ότι θα έπρεπε να «περιορίσουν την πανούκλα στο νησί». Η χώρα του τον άκουσε. Οι Ηνωμένες Πολιτείες καθυστέρησαν εξήντα χρόνια να προχωρήσουν σε διπλωματική ανγνώριση του πλέον ελεύθερου έθνους. Εν τω μεταξύ, η Βραζιλία, αποκαλούσε Αϊτιανισμό την αταξία και την βία. Οι αφέντες που είχαν μαύρους εργάτες γλίτωσαν από τον Αϊτιανισμό μέχρι το 1888. Εκείνη την χρονιά η Βραζιλία κατήργησε την δουλεία. Υπήρξε η τελευταία χώρα του κόσμου.

Η Αϊτή ξανάγινε μια αόρατη χώρα μέχρι την επόμενη σφαγή. Ενώ έκανε την εμφάνιση της -στις αρχές του χρόνου- σε οθόνες και σε σελίδες, τα μέσα μετέδιδαν σύγχυση και βία και διαπίστωναν ότι οι Αϊτινοί είναι γεννημένοι για να κάνουν καλά το κακό και άσχημα το καλό.

Από την επανάσταση και μετά, η Αϊτή ήταν ικανή να προσφέρει μόνο τραγωδίες. Υπήρξε μια ακμάζουσα κι ευτυχισμένη αποικία και τώρα αποτελεί το φτωχότερο έθνος του δυτικού ημισφαιρίου· οι επαναστάσεις, κατέληξαν κάποιοι ειδήμονες, οδηγούν στην άβυσσο. Ορισμένοι είπαν κι άλλοι το υπαινίχθηκαν, ότι η τάση της Αϊτης προς την αδελφοκτονία προέρχεται από την βάρβαρη κληρονομιά η οποία έχει την προέλευση της στην Αφρική. Η προσταγή των προγόνων. Η μαύρη κατάρα η οποία σπρώχνει προς το έγκλημα και το χάος.

Για την λευκή κατάρα, ούτε κουβέντα.

Η Γαλλική επανάσταση είχε εξαλείψει την δουλεία, ο Ναπολέοντας όμως την αποκατέστησε.

―Ποιο υπήρξε το ευνοϊκότερο καθεστώς για τις αποικίες;

―Το προηγούμενο.

―Τότε, να το επαναφέρουμε.

Και για να εγκαθιδρύσει πάλι την δουλεία στην Αϊτή έστειλε πάνω από πενήντα πλοία γεμάτα στρατιώτες.

Οι εξεγερμένοι νέγροι νίκησαν την Γαλλία και κέρδισαν την εθνική τους ελευθερία και την απελεύθερωση των σκλάβων. Το 1804 κληρονόμησαν μια γη ερημωμένη από τις καταστροφικές φυτείες ζαχαρότευτλου και μια χώρα καμένη από τον θηριώδη πόλεμο. Κληρονόμησαν επίσης «το Γαλλικό χρέος». Η Γαλλία χρέωσε ακριβά την ταπείνωση στην οποία υπεβλήθη ο Ναπολέοντας Βοναπάρτης. Λίγο μετά την γέννηση της, η Αϊτή, αναγκάστηκε να αναλάβει την υποχρέωση να πληρώσει μια γιγαντιαία αποζημίωση για την ζημιά που είχε προκαλέσει με την απελευθέρωση της. Αυτή η εξιλέωση για το αμάρτημα της ελευθερίας, τής κόστισε 150 εκατομμύρια χρυσά φράγκα. Το νέο κράτος γεννήθηκε στραγγαλισμένο απ’ αυτή την θηλεία που του είχαν περάσει στο λαιμό: Μια περιουσία που σήμερα θα αντιστοιχούσε σε 21,700 εκατομμύρια δολλάρια ή σε 44 σημερινούς προυπολογίσμους της Αϊτής. Η πληρωμή του χρέους, το οποίο οι τοκογλυφικοί τόκοι πολλαπλασίαζαν κράτησε αρκετά περισσότερο από έναν αιώνα. Το 1938 επιτεύχθηκε, επιτέλους, η οριστική λύτρωση. Μέχρι τότε, η Αϊτή ήδη άνηκε στις τράπεζες των Ηνωμένων Πολιτειών.

Σε αντάλλαγμα αυτής της περιουσίας η Γαλλία αναγνώρισε επισήμως τη νέα χώρα. Κανένα άλλο κράτος δεν το έπραξε. Η Αϊτή είχε γεννηθεί καταδικασμένη στη μοναξιά.

Ούτε ο Σιμόν Μπολίβαρ την αναγνώρισε, αν και τής χρωστούσε τα πάντα. Πλοία, όπλα και στρατιώτες του είχε δώσει η Αϊτή το 1816, όταν έφτασε στο νησί, ηττημένος, ζητώντας καταφύγιο και βοήθεια. Όλα του τα έδωσε η Αϊτή, με την μόνη προϋπόθεση να απελευθερώσει τους σκλάβους, μια ιδέα που μέχρι τότε δεν είχε καν διανοηθεί. Έπειτα, ο μεγάλος ηγετης θριάμβευσε στον δικό του πόλεμο για την ανεξαρτησία κι εξέφρασε την ευγνωμοσύνη του αποστέλλοντας στο Πορτ-ο-Πρενς σαν δώρο ένα ξίφος. Για αναγνώριση, ούτε κουβέντα. Στην πραγματικότητα, οι Ισπανικές αποικίες που ειχαν μετεξελιχθει σε ελεύθερα κράτη εξακολουθούσαν να έχουν σκλάβους, αν και ορισμένες είχαν, εξάλλου, νόμους που απαγόρευαν κάτι τέτοιο. Ο Μπολίβαρ εξέδωσε τον δικό του το 1821, όμως η πραγματικότητα ήταν διαφορετική. Τριάντα χρόνια μετά, το 1851, η Κολομβία κατήργησε την δουλεία· η Βενεζουέλα το 1854.

Το 1915, οι πεζοναύτες έκαναν απόβαση στην Αϊτή. Παρέμειναν εκεί για δεκαεννέα χρόνια. Το πρώτο πράγμα που έκαναν ήταν να καταλάβουν το τελωνείο και την εφορία. Ο στρατός κατοχής παρακρατούσε τον μισθό του προέδρου της Αϊτής, εώς ότου εκείνος να υποκύψει και να υπογράψει την εκκαθάριση της Εθνικής Τράπεζας της χώρας, η οποία μετετράπει σε υποκατάστημα της Citibank της Νέας Υόρκης. Ο πρόεδρος κι όλοι οι υπόλοιποι νέγροι απαγορευόταν να εισέρθουν στα ξενοδοχεία, εστιατόρια και ιδιωτικές λέσχες ξένων συμφερόντων. Οι δυνάμεις κατοχής δεν τόλμησαν να επαναφέρουν την δουλεία, επέβαλαν όμως την καταναγκαστική εργασία στα δημόσια έργα. Και έσφαξαν αρκετούς. Δεν ήταν εύκολο να σβήσουν οι εστίες αντίστασης. Ο αρχηγός των ανταρτών, Σαρλεμάν Περάλτ (Charlemagne Péralte), τον οποίο σταύρωσαν πάνω σε μια πόρτα, εκτέθηκε, για παραδειγματισμό, στην δημόσια πλατεία.

Η εκπολιτιστική αποστολή ολοκληρώθηκε το 1934. Οι δυνάμεις κατοχής αποχώρησαν, αφήνοντας στη θέση τους μια Εθνοφυλακή, την οποία οι ίδιοι είχαν συγκρότησει για να εξολοθρεύσει την οποιαδήποτε πιθανή εμφάνιση δημοκρατίας. Το ίδιο έκαναν στην Νικαράγουα και στην Δομινικανή Δημοκρατία. Έπειτα από λίγο καιρό, ο Ντυβαλιέ ήταν η Αϊτινή εκδοχή του Σομόσα και του Τρουχίγιο.

Κι έτσι, από δικτατορία σε δικτατορία, από υπόσχεση σε προδοσία, αθροίζονταν οι κακοτυχίες και τα χρόνια.

Ο Αριστίντ, ο επαναστάτης ιερέας, ανέλαβε την προεδρία το 1991. Άντεξε μερικούς μήνες. Η κυβέρνηση των Ηνωμένων Πολιτειών βοήθησε στην ανατροπή του· τον πήρε, τον υπέβαλε σε θεραπεία και αναμορφωμένο πια, τον επανέφερε -στους ώμους των πεζοναυτών- στην προεδρία. Και για άλλη μια φορά βοήθησε στην ανατροπή του, φέτος, το 2004, και για άλλη μια φορά υπήρξε σφαγή. Και για άλλη μια φορά επέστρεψαν οι πεζοναύτες, οι οποίοι επιστρέφουν συνεχώς, όπως η γρίπη.

Οι διεθνείς ειδικοί όμως είναι πολύ περισσότερο σαρωτικοί απ’ ότι τα εισβάλλοντα στρατεύματα. Ως χώρα υπάκουη στις εντολές της Παγκόσμιας Τράπεζας και του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, η Αϊτή, είχε συμμορφωθεί με τις οδηγίες τους δίχως να πει λέξη. Τής το ξεπλήρωσαν στερώντας τής το ψωμί και το αλάτι. Πάγωσαν τις πιστώσεις της, παρ’ ότι είχε αποδομήσει το Κράτος και είχε προχωρήσει στην εκκαθάριση των δασμών και των επιδοτήσεων που προστάτευαν την εθνική παραγωγή. Οι χωρικοι καλλιεργητές ρυζιού, οι οποίοι αποτελούσαν την πλειοψηφία, μετετράπησαν σε ζητιάνους ή βαρκάρηδες. Πολλοί έχουν καταλήξει κι εξακολουθούν να καταλήγουν στα βάθη της Καραϊβικής, αυτοί οι ναυαγοί όμως δεν είναι Κουβανοί και σπάνια παρουσιάζονται στις ειδήσεις.

Τώρα η Αϊτή εισάγει όλο της το ρύζι από τις Ηνωμένες Πολιτείες, όπου οι διεθνεις ειδικοί, άνθρωποι ιδιαίτερα αφηρημένοι, έχουν λησμονήσει να απαγορεύσουν τους δασμούς και τις επιδοτήσεις που προστατεύουν την εθνική παραγωγή.

Στα σύνορα, εκεί όπου τελειώνει η Δομινικανή Δημοκρατία και ξεκινά η Αϊτή, υπάρχει μια μεγάλη ταμπέλα η οποία προειδοποιεί: Ο λάθος δρόμος.

Στην άλλη πλευρά βρίακεται η νέγρικη κόλαση. Αίμα και πείνα, εξαθλίωση, επιδημίες.

Σε αυτή την κόλαση που τόσο φόβο προξενεί, όλοι είναι γλύπτες. Οι Αϊτινοί έχουν την συνήθεια να μαζεύουν κονσερβοκούτια και παλιά κομμάτια σίδερο, από τα οποία με αρχαία μαεστρία, τα χέρια τους, κόβοντας και σφυρηλατώντας, δημιουργουν θαύματα τα οποία προσφέρουν στις λαϊκές αγορές.

Η Αϊτή είναι μια χώρα πεταμένη στη χωματερή, ως αιώνια τιμωρία για την αξιοπρέπεια της. Εκεί κείται σαν να ήταν παλιοσίδερα. Περιμένει τα χέρια του λαού της.[1]*

[1]* Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα του Μπουένος Άϊρες Pagina 12, Κυριακή 4 Απριλίου 2004.