Τα ξημερώματα της Κυριακής, 11 Σεπτέμβρη, ένας άντρας έπεσε νεκρός από πυροβολισμό στη συνοικία της Βίγια Φράνσια [Villa Francia] του Σαντιάγο. Μέχρι στιγμής δεν είναι γνωστά άλλα στοιχεία για τη δολοφονία [το θύμα έχει ταυτοποιηθεί ως ο 22χρονος Κρίστοφερ Ράμος Κοντρέρας/Cristopher Ramos Contreras]. Ήδη από τη νύχτα σημειώθηκαν πολλοί πυροβολισμοί ενώ σε διάφορα σημεία της μητροπολιτικής ζώνης και σε πιο απομακρυσμένους τομείς της πόλης υπήρξαν οδοφράγματα και συγκρούσεις με τις κατασταλτικές κρατικές δυνάμεις, στο πλαίσιο των διαδηλώσεων του «Μαύρου Σεπτέμβρη».
Το κάλεσμα αναρχικών συντρόφων για την 11η Σεπτέμβρη:
Για μια μαχητική και δημιουργική 11η Σεπτέμβρη
Στο δρόμο με τη φωτιά και τη μνήμη
Μερικές ώρες πριν μια νέα 11η Σεπτέμβρη, που αναμένεται να είναι μία από τις πιο βίαιες των τελευταίων χρόνων (αν ο μιντιακός αποπροσανατολισμός για την αεροπορική τραγωδία που συνέβη πριν λίγες μέρες δεν αποθαρρύνει τους εξαγριωμένους), θέλουμε να μοιραστούμε κάποιες σκέψεις για να δώσουμε το πλαίσιο και να εξηγήσουμε γιατί μνημονεύουμε ως αντεξουσιαστές αυτή την ημερομηνία. Χωρίς να περιορίζουμε τον αγώνα σε μερικές μέρες του ημερολογίου, θέλουμε να κάνουμε ξεκάθαρη τη θέση μας για να διαχωριστούμε από τη λογική της θυματοποίησης σχετικά με αυτή την ημερομηνία, τη σημαδεμένη στην Ιστορία με αίμα.
1. Ο Σαλβαδόρ Αγιέντε δεν είναι σύντροφός μας.
Για μας, κάθε 11η Σεπτέμβρη αντιπροσωπεύει τη ζωντανή μνήμη της κρατικής καταστολής και τρομοκρατίας εναντίον των εκμεταλλευόμενων και των εξεγερμένων αγωνιστών, τόσο εν καιρώ δικτατορίας όσο και δημοκρατίας. Για την πλειονότητα, αυτή η ημερομηνία συμβολίζει την ανάμνηση της δικτατορίας, εκείνη την περίοδο κατά την οποία η στυγνή βία της εξουσίας αποτελούσε μόνιμο και καταφανές στοιχείο στη ζωή των περισσότερων κατοίκων της χώρας, μιας και μετά την 11η Σεπτέμβρη 1973 η κρατική κυριαρχία εκδηλώθηκε ανοιχτά με την καταστολή, τις συλλήψεις, τις δολοφονίες, τα βασανιστήρια και τις μαζικές εξαφανίσεις τα πρώτα χρόνια, για να περάσει στη συνέχεια σε μία πιο επιλεκτική καταστολή εναντίον των αγωνιστών πολιτικών ομάδων που αντιμάχονταν το καθεστώς. Αυτό υπήρξε το μέσο της εξουσίας που χρησιμοποίησαν οι εκμεταλλευτές για να ακυρώσουν δεκαετίες οργάνωσης και αγώνα των εκμεταλλευόμενων, που εκφράστηκαν στην αυτοοργάνωση δομών όπως οι βιομηχανικές ζώνες και οι καταλήψεις γης που έδωσαν ζωή στις μαχητικές κοινότητες, οι οποίες αργότερα θα διαβρώνονταν από τη νάρκωση του δημοκρατικού καθεστώτος της δεκαετίας του ’90.
Όντως, μόλις σταματήσαμε να εξιδανικεύουμε τους εκμεταλλευόμενους. Προφανώς η πλειονότητα των καταπιεσμένων στη Χιλή ήταν έντονα πολιτικοποιημένη και οργανωμένη, αλλά δεν μπορούμε να αρνηθούμε πως αυτές οι δομές αυτοοργάνωσης στήριξαν το ρεφορμιστικό εγχείρημα της Λαϊκής Ένωσης (Unidad Popular), του συνασπισμού των κομμάτων της αριστεράς, που οδήγησε στην κυβέρνηση τον Σαλβαδόρ Αγιέντε. Το κάνουμε ξεκάθαρο από τώρα πως ο Αγιέντε δεν αποτελεί σύντροφο, μιας και κανένας πρόεδρος δεν θα μπορούσε να είναι σύντροφός μας. Η φιγούρα του Αγιέντε αντιπροσωπεύει ό,τι πιο αντιδραστικό στο σοσιαλισμό που επιχειρεί να καναλιζάρει την ενέργεια της εκμεταλλευόμενης τάξης στην κατεύθυνση κρατικών σχεδίων κοινωνικού μετασχηματισμού μέσω των εκλογών και με ειρηνικό τρόπο. Πρόκειται για την επαναλαμβανόμενη εικόνα μιας «λαϊκής» κυβέρνησης, που τελικά αντιπροσωπεύει τα συμφέροντα και τα εταπιστικά σχέδια (σύμφωνα με τη θεωρία των σταδίων) μιας ηγεσίας οργανώσεων και πολιτικών κομμάτων που βρίσκονται στην εξουσία. Συνέβη στη Ρωσία το 1917, στην Ισπανία το 1936, στην Κούβα τη δεκαετία του ’50 και σε αναρίθμητες άλλες περιπτώσεις. Η περίπτωση της Χιλής είναι πολύ ιδιαίτερη γιατί τράβηξε την προσοχή όλου του κόσμου. Ήταν τα χρόνια του Ψυχρού Πολέμου, όταν ο κόσμος ήταν μοιρασμένος ανάμεσα στα κράτη που ακολουθούσαν το δρόμο της καπιταλιστικής δημοκρατικής κυριαρχίας του ιμπεριαλισμού των Γιάνκηδων και στα κράτη που ακολουθούσαν το εξουσιαστικό σοσιαλιστικό μοντέλο της Σοβιετικής Ρωσίας. Ο καπιταλισμός και ο μαρξισμός ήταν οι ιδεολογίες που διακυβεύονταν. Στο πιο ριζοσπαστικό μαρξιστικό στρατόπεδο (όχι εκείνο που ακολουθούσε τυφλά τον ολοκληρωτισμό της Ρωσίας) υπήρχαν άτομα οργανωμένα σε ένοπλες ομάδες που αμφισβητούσαν τη δυνατότητα μιας επανάστασης μέσω της εκλογικής οδού. Από αυτή την αναζήτηση προέκυψαν ομάδες όπως η RAF στη Γερμανία, παρακολουθώντας στενά τις διαδικασίες στη Χιλή.
Η αφέλεια της κυβέρνησης Αγιέντε και η μικροαστική στάση της την οδήγησε στην υπόθεση πως η μπουρζουαζία και ο διεθνής καπιταλισμός θα κάθονταν με σταυρωμένα τα χέρια ενόσω ένα σοσιαλιστικό κράτος απαλλοτρίωνε τις επιχειρήσεις τους και ενόσω οι από τα κάτω υπερέβαιναν τα επιτρεπτά κρατικά όρια, πηδώντας τους φράχτες στους κάμπους για την κοινωνικοποίηση της γης ή παίρνοντας τα όπλα για να υπερασπιστούν τα κατειλημμένα εδάφη και εργοστάσια. Μεγάλο λάθος, μιας και οι στρατιωτικοί στη Χιλή και σε άλλες χώρες της Λατινικής Αμερικής ήδη εκπαιδεύονταν από τις ΗΠΑ σε τεχνικές αφανισμού, βασανιστηρίων και πολεμικών στρατηγικών για να εξαπολύσουν έναν πόλεμο ενάντια σε οποιαδήποτε απόπειρα της αριστεράς να καταλάβει την εξουσία. Την ίδια στιγμή, μικροαστοί φοιτητές του Καθολικού Πανεπιστημίου εκπαιδεύονταν στο Πανεπιστήμιο του Σικάγου έτσι ώστε να εφαρμόσουν στη Χιλή τις αρχές του νεοφιλελευθερισμού που εξυφαίνονταν τότε και χρειάζονταν ένα πεδίο πειραματισμού.
Γι’ αυτό ο Αγιέντε δεν είναι σύντροφος. Γιατί δεν πολέμησε το σύστημα, αλλά ξεκίνησε να το μεταρρυθμίζει τοποθετώντας εαυτόν στην κεφαλή του κράτους, και το κράτος αποτελεί πάντα ένα μηχανισμό που ακρωτηριάζει την ελευθερία. Παράδειγμα αποτελεί το γεγονός πως επίσης κατά τη διάρκεια της κυβέρνησης Αγιέντε καταδικάστηκαν, φυλακίστηκαν και δολοφονήθηκαν αυτοί που επιχειρούσαν να ριζοσπαστικοποιήσουν από τη βάση της τη διαδικασία που διευθυνόταν άνωθεν από την αριστερή κυβέρνηση. Ήταν η περίπτωση της Οργανωμένης Λαϊκής Εμπροσθοφυλακής (VOP), μιας μαρξιστικής λενινιστικής γκρούπας που πήρε τα όπλα ενάντια στη μπουρζουαζία και ενάντια στην κυβέρνηση Αγιέντε, και που καταδικάστηκε επίσης από το MIR ( Κίνημα Επαναστατικής Αριστεράς), ένοπλη οργάνωση που κατηγόρησε τη VOP ως πράκτορες της CIA (Κεντρική Υπηρεσία Πληροφοριών των ΗΠΑ). Μέλη της VOP εκτέλεσαν τον Εδμούνδο Πέρες Σούχοβις [Edmundo Perez Zujovic], υπουργό της κυβέρνησης των χριστιανοδημοκρατών με επικεφαλής τον Εδουάρδο Φρέι Μοντάλβα [Eduardo Frei Montalva]. Ο Εδμούνδο Πέρες Σούχοβις, υπουρός Εσωτερικών, ήταν ο υπεύθυνος της σφαγής των κατοίκων του Πουέρτο Μοντ στις 8 Ιούνη 1971. Αυτό προκάλεσε το διωγμό τους και την παρουσίασή τους στην ιστορία ως στοιχεία ενάντια στη «λαϊκή θέληση», αντεπαναστάτες, θερμόαιμους που δεν σέβονταν τις δημοκρατικές διαδικασίες και άλλα αντίστοιχα. Στα μέλη της VOP, στην ιστορία τους και τη μνήμη τους, δείχνουμε τον πιο ειλικρινή μας σεβασμό, σπάζοντας τις αλυσίδες κάθε ιδεολογίας.
Επομένως, ούτε τον Αγιέντε, ούτε τον σοσιαλισμό, ούτε τις εκλογές, ούτε τον εργατικό έλεγχο της παραγωγής, αλλά την αυτοοργάνωση των εκμεταλλευόμενων, την αλληλεγγύη και τη δυναμική εμφάνιση των από τα κάτω· αυτό διασώζουμε και αυτό έτρεμε στ’ αλήθεια η μπουρζουαζία παρά μια ρεφορμιστική κυβέρνηση. Αυτή την κουλτούρα πολιτικής οργάνωσης και της αλληλοβοήθειας που έχτιζαν μεταξύ τους οι καταπιεσμένοι αποφάσισε να συντρίψει μέσω της βίας και της καπιταλιστικής νεοφιλελεύθερης ιδεολογίας, ένα σύστημα που υπερβαίνει το οικονομικό πεδίο και τρυπώνει στο βάθος της ζωής και των κοινωνικών σχέσεων.
2. Η δημοκρατία είναι επίθεση ενάντια στην ελευθερία.
Η επιστροφή στη δημοκρατία το 1989 υπήρξε ένα σύμφωνο μεταξύ των στρατιωτικών, της μπουρζουαζίας και της πολιτικής τάξης στη Χιλή για να βγει η χώρα από την κοινωνική και πολιτική αναταραχή που πλημμύριζε τους δρόμους λόγω της απέχθειας για τη χούντα και τη μιζέρια στην οποία είχε οδηγήσει τη χώρα το επιβεβλημένο οικονομικό σύστημα. Είναι γνωστό, αλλά δεν είναι κακό ποτέ να θυμόμαστε, πως κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1980 πραγματοποιήθηκαν άγριες διαδηλώσεις ενάντια στο καθεστώς και πως αναπτύχθηκε επίσης η δράση πολιτικοστρατιωτικών λενινιστικών οργανώσεων που χρησιμοποίησαν τα όπλα, το σαμποτάζ, τις απαγωγές στρατιωτικών, τις απαλλοτριώσεις, τη δουλειά με τη βάση και ένα ευρύ οπλοστάσιο για να επιτεθούν στη δικτατορία. Ήταν το MIR, που ήδη αναφέραμε, το Πατριωτικό Μέτωπο Μανουέλ Ροδρίγκες (FPMR) και το Κίνημα Νεολαίας Λαουτάρο (MJL). Αυτή η κοινωνική αναταραχή και οι ένοπλες ομάδες έθεταν σε κίνδυνο το σύστημα και ήταν επίσης ικανές να οδηγήσουν την λαϊκή δυσαρέσκεια ενάντια στη δικτατορία, σε επαναστατικές ατραπούς. Γι’ αυτό ήταν απαραίτητο για τους εξουσιαστές να επιστρέψουν στη δημοκρατία, με τις ψευδαισθήσεις της ελευθερίας, της συμμετοχής και της κοινωνικής δικαιοσύνης. Δυστυχώς ο κόσμος πίστεψε το παραμύθι και συμμετείχε στο θέαμα μέσω ενός δημοψηφίσματος, και τη δεκαετία του 1990 η κεντροαριστερή κυβέρνηση της Συγκέντρωσης (Concertación) επιφορτίστηκε με την εμβάθυνση στο έργο της δικτατορίας σε οικονομικό, κοινωνικό και κατασταλτικό επίπεδο.
Οι βρώμικες προσωπικότητες που σήμερα παρουσιάζονται ως αντίπαλοι της κυβέρνησης και υπερασπιστές της δικαιοσύνης, είναι οι υπεύθυνοι της εμβάθυνσης του καπιταλισμού στη Χιλή με τρόπους που έχουν χρησιμεύσει ως μοντέλο και για άλλα κράτη. Είναι οι υπεύθυνοι για τη μετατροπή των φυσικών πόρων σε εμπόρευμα που μπορεί να αγοράσει οποιαδήποτε εταιρεία από τη Χιλή ή το εξωτερικό. Είναι οι υπεύθυνοι της διάλυσης των οργανωτικών δεσμών στις γειτονιές των εκμεταλλευόμενων μέσω της διείσδυσης του ναρκεμπορίου, του ανταγωνισμού, του καπιταλιστικού ατομικισμού, του φόβου της εγκληματικότητας και της εμπιστοσύνης στους θεσμούς αστυνόμευσης. Οι ίδιοι που σήμερα πορεύονται στους δρόμους και υψώνουν τις υποκριτικές σημαίες τους, χτες πρόδωσαν αυτούς με τους οποίους συμπορεύονταν στον αντιδικτατορικό αγώνα. Έγιναν πληροφοριοδότες, σύστησαν καταπιεστικούς μηχανισμούς που συνέχισαν το έργο του προηγούμενου καθεστώτος και αφιερώθηκαν στο βασανισμό, στον εγκλεισμό και στη συντριβή των αγωνιστών που δεν παραδόθηκαν στη δημοκρατική ψευδαίσθηση. Αυτοί έχτισαν τη φυλακή υψίστης ασφάλειας για να φυλακίσουν τους αντάρτες και δήλωσαν πως στη Χιλή δεν υπάρχουν πολιτικοί κρατούμενοι. Αυτοί γέμισαν τους δρόμους με κάμερες και μπάτσους και κάλεσαν τον κόσμο να συνεργαστεί. ήταν αυτοί που είπαν πως δεν υπήρχε πια η ανάγκη για αγώνα, ποινικοποίησαν τις κοινωνικές διαμαρτυρίες και εφάρμοσαν την άγρια καταστολή στα εδάφη των Μαπούτσε και οπουδήποτε αλλού εκφράζεται η δυσαρέσκεια. Όλα τα παραπάνω είναι έργο αυτών των υποκριτών που υλοποιήθηκε και με τη συνένοχη σιωπή του κόσμου, της κοινωνίας των πολιτών όπως αποκαλείται σήμερα, που στερείται πάντα της αξιοπρέπειας και της μνήμης.
3. Εν μέσω της δημοκρατικής κυριαρχίας νέοι αγωνιστές υψώνουν το ανάστημά τους μέσα από την αυτονομία: Συντρόφισσα Κλαούδια Λόπες, μαζί μας!
Αλλά εν μέσω της ακινησίας και της φαινομενικής κοινωνικής ειρήνης της δεκαετίας του 90, οι φωνές των αγωνιζόμενων υψώνονται και ενεργούν ενάντια στη νέα μορφή κυριαρχίας και χειραγώγησης. Ήταν οι πολιτικοί κρατούμενοι μέσα από τις φυλακές του δημοκρατικού κράτους, οι συγγενείς τους και οι γύρω από αυτούς αλληλέγγυοι αυτοί που κινητοποιήθηκαν και έδειξαν στην χώρα και στον κόσμο πως εδώ δεν ήταν η «χώρα της χαράς», όπως ήθελαν να την παρουσιάσουν. Αλλά επίσης ήταν και άλλοι ανώνυμοι σύντροφοι, οι οποίοι μέσα από την αυτονομία ξεκίνησαν να εισβάλλουν σε πανεπιστημιακούς χώρους, όπως στο μυθικό Κορδόν Μακούλ (που στεγάζει τρία πανεπιστήμια όπου ιστορικά καταγράφονται συγκρούσεις ανάμεσα σε φοιτητές και μπάτσους) και σπάζοντας το φόβο και την παθητικότητα που κυριαρχούσε, πραγματοποιώντας μπλοκαρίσματα δρόμων και συγκρούσεις με τους φύλακες της τάξης. Αυτοί οι σύντροφοι, πάντα μια μειοψηφία, ύψωσαν τα οδοφράγματά τους επιτιθέμενοι στην καταπιεστική κανονικότητα της δημοκρατικής κυριαρχίας και έφεραν στο προσκήνιο ιδέες επαναστατικές σε καιρούς που πολλοί σχεδίαζαν τη συντριβή κάθε ανταγωνιστικού κινήματος απέναντι στον καπιταλισμό και πάνω από όλα ξεκίνησαν να δίνουν ζωή στην πρακτική της υπέροχης εμπειρίας της αυτονομίας και της οριζόντιας αντεξουσιαστικής οργάνωσης.
Ανάμεσα σε αυτούς τους συντρόφους ήταν και η Κλαούδια Λόπες [Claudia López], φοιτήτρια χορού, που μαζί με άλλους συντρόφους συμμετείχε στα οδοφράγματα του Κορδόν Μακούλ. Η ίδια είναι η αντανάκλαση μιας γενιάς συντρόφων που αποφάσισαν να δώσουν συνέχεια στη σύγκρουση με τους εξουσιαστές εν μέσω του λήθαργου των καταπιεσμένων και κατόπιν της εξάρθρωσης της επίθεσης των ένοπλων λενινιστικών ομάδων. Τώρα ήταν οι αναρχικές ιδέες και αξίες που ξεκίνησαν να εκφράζονται μέσω της βίαιης δράσης αυτών των συντρόφων, με λογικές οργάνωσης και προτάσεις ζωής που αναγεννιόνταν μετά τη λήξη της μαρξιστικής ηγεμονίας στο επαναστατικό περιβάλλον στη Χιλή. Δεν τους εξιδανικεύουμε, μιας και μπορεί να μην υπήρξαν όλοι στην καθημερινότητά τους τόσο μαχητικοί όσο στα οδοφράγματα, αλλά στεκόμαστε στην απόφασή τους να αγωνιστούν και θεωρούμε πως αποτελούν προηγούμενό μας στην ανάπτυξη της αντεξουσιαστικής επίθεσης.
Η συντρόφισσα Κλαούδια Λόπες δολοφονήθηκε την 11η Σεπτέμβρη 1998. Οι μπάτσοι την πυροβόλησαν πισώπλατα ενώ συμμετείχε σε ένα οδόφραγμα στη συνοικία της Πινκόγια. Έπεσε μαχόμενη και ο θάνατός της υπήρξε το προοίμιο για άλλες δολοφονίες που διέπραξε η δημοκρατική τάξη: των Ντανιέλ Μένκο [Daniel Menco], Άλεξ Λεμούν [Alex Lemún], Τζόννυ Καρικέο [Jhonny Cariqueo] και άλλων. Σύντροφοι που αντιπροσώπευαν το νέο κοινωνικό υποκείμενο που έγινε ο νέος «εσωτερικός εχθρός» του κράτους, ο νέος στόχος καταστολής της εξουσίας από τις αρχές του 2000: αναρχικοί, Μαπούτσε και διάφοροι κουκουλωμένοι.
Όταν κάποιοι από εμάς, αναρχικοί/αντεξουσιαστές, κατεβαίνουμε στους δρόμους κάθε 11η Σεπτέμβρη, το κάνουμε για να καταδείξουμε τη συνέχεια της κληρονομιάς της χούντας, κάνοντας σαφές πως και η δημοκρατία επίσης βασανίζει και δολοφονεί, πως εξασκεί την κυριαρχία της και πως υποτάσσει και εξαπατά με πιο εκλεπτυσμένες τεχνικές. Αλλά η δολοφονία της συντρόφισσας Κλαούδια Λόπες στις 11 Σεπτέμβρη δίνει άλλη σημασία στην ιστορική αυτή ημερομηνία. Καλούμαστε να διατηρήσουμε ζωντανή μέσω της δράσης τη μνήμη της συντρόφισσας, μιας συνηθισμένης κοπέλας που αποφάσισε να σπάσει στη ζωή της και στο δρόμο τις αλυσίδες της καταπίεσης, παρά τη μονίμως δυσμενή συνθήκη της κοινωνικής μαζικής αλλοτρίωσης. Γιατί η μαχητική μνήμη δεν είναι κάτι άλλο από τη μόνιμη ανάμνηση της ζωής των συντρόφων και των εμπειριών που τροφοδοτούν τον μόνιμο αγώνα μας στο παρόν και στο μέλλον. Η ζωή να μη σβήσει, αλλά να ανάψει σε κάθε οδόφραγμα.
Γιατί η μνήμη είναι αγώνας και επαναστατική δράση!
Την 11η Σεπτέμβρη στο δρόμο!
Συντρόφισσα Κλαούδια Λόπες, μαζί μας!
Για όλους τους νεκρούς συντρόφους,
στην εξάπλωση του κοινωνικού πολέμου!
Η δικαιοσύνη μας θα είναι η εκδίκηση.
Για τη λευτεριά μας
Sin Banderas Ni Fronteras
Χωρίς σημαίες ούτε σύνορα
Σεπτέμβρης 2011
πηγή: acción anarquista (1, 2)