Βέλγιο: Αγώνες ενάντια στην πτέρυγα υψίστης ασφαλείας της φυλακής της Μπρουζ

pfd εδώ

Η μπροσούρα «Ο αγώνας κατά της απομόνωσης είναι αγώνας κατά των φυλακών» γράφτηκε και κυκλοφόρησε από συντρόφους στο Βέλγιο το φθινόπωρο του 2011, ενώ μεταφράστηκε από μέλη του Contra Info την άνοιξη του 2012. Πέρα από τον προφανή ενημερωτικό σκοπό σχετικά με τη λειτουργία της πτέρυγας υψίστης ασφαλείας της Μπρουζ, η μπροσούρα αποτελεί ένα όχημα για τη γνωστοποίηση του λόγου των αγωνιστών που βρίσκονται εντός των τειχών, ανθρώπων που στάθηκαν και εξακολουθούν να στέκονται με λύσσα κι αξιοπρέπεια όρθιοι απέναντι στους κάθε είδους εξουσιαστές, μικρούς και μεγάλους, να βγάζουν τη γλώσσα στην εμετική υποκρισία των θεσμών, των μιντιακών σκουπιδιών, των κοστουμάτων της δικαιοσύνης και της πολιτικής, να αψηφούν το σαδισμό των χειριστών της σωφρονιστικής μηχανής ενόσω καβαλούν τις ροπές που τους οδηγούν στην ελευθερία.

Η μπροσούρα συνοδεύεται από ένα 24λεπτο βίντεο (που υποτιτλίσαμε στα ελληνικά) το οποίο επιχειρεί να δώσει μια πιο άμεση εικόνα του τι συμβαίνει μέσα στην πτέρυγα, των δράσεων που πραγματοποιούνται εναντίον της, αλλά και του αγώνα των ανυπότακτων κρατουμένων. Το γεγονός ότι στο βίντεο περιλαμβάνονται αρκετά αποσπάσματα από τη μιντιακή προπαγάνδα που εξαπέλυσαν οι βελγικές αρχές (μαρτυρίες των ανθρωποφυλάκων κ.ά.) αποτέλεσε σημείο προβληματισμού (για το δίκτυο του Contra Info) και αιτία δισταγμού ως προς τη δημοσίευση ή μη του βίντεο αυτού. Καταλήξαμε στην απόφαση να προχωρήσουμε στον υποτιτλισμό και στην κατ’ εξαίρεση δημοσίευσή του, καθώς οι εικόνες που παρουσιάζει μέσα από τη φυλακή δρουν συμπληρωματικά ως προς την πληροφόρηση. Θεωρήσαμε ότι είναι εκ των πραγμάτων αδύνατο για κάποιο αυτοοργανωμένο κι εχθρικό προς το κράτος μέσο αντιπληροφόρησης να έχει πρόσβαση στους χώρους των φυλακών, άρα και να βγάλει προς τα έξω τις όποιες εικόνες.

Σαφές είναι ότι φτύνουμε την ειρωνεία μας στα φερέφωνα της τάξης. Ξεκάθαρο μας είναι ότι πίσω από τα λόγια κρύβονται οι σκοποί, πίσω από κάθε λακέ της εξουσίας βρίσκεται ο αγώνας για την ελευθερία και το πρόταγμα της δράσης.

Αυτός άλλωστε είναι κι ο τελικός σκοπός της διάδοσης του φιλμ και της μπροσούρας: να πολλαπλασιασθούν οι αντιστάσεις μας, να οξυνθούν οι ρωγμές με το κράτος, τους θεσμούς και τα κάθε λογής κατασταλτικά κόλπα.

Ενάντια σε κράτος, μίντια και «ευσυνείδητους υπηρέτες του καθήκοντος».

Ακολουθεί το κείμενο της μπροσούρας:

Ο ΑΓΩΝΑΣ ΚΑΤΑ ΤΗΣ ΑΠΟΜΟΝΩΣΗΣ

ΕΙΝΑΙ ΑΓΩΝΑΣ ΚΑΤΑ ΤΩΝ ΦΥΛΑΚΩΝ

Σχετικά με την πτέρυγα απομόνωσης της φυλακής της Μπρουζ…

Το βελγικό κράτος εγκαινίασε πριν τρία χρόνια έναν ειδικό τομέα απομόνωσης στη φυλακή της Μπρουζ. Το κράτος χρειαζόταν ένα χώρο έξω από την κλασσική δομή του σωφρονιστικού δικτύου για να απομονώσει τους απείθαρχους κρατουμένους. Πρόκειται για μια ακόμη προσπάθεια μεταξύ τόσων άλλων με σκοπό να χτυπήσει την αντίσταση που εκδηλώνεται εδώ και χρόνια μέσα στις βελγικές φυλακές.

Βρυξέλλες, Οκτώβριος 2011

 Αυτή η μπροσούρα συνοδεύει ένα 24λεπτο ντοκιμαντέρ που γυρίστηκε με σκοπό να αναδείξει την άθλια πραγματικότητα στην Πτέρυγα Υψίστης Ασφαλείας (ΠΥΑ) [Quartier de Haute Sécurité, QΗS] της φυλακής της Μπρουζ, αλλά και την αντίσταση που εκδηλώθηκε απ’ την πρώτη στιγμή της λειτουργίας της και συνεχίζεται εντός κι εκτός των τειχών. Για τον Ασράφ, τον Φαρίντ και τον Κικέτ, καθώς και για όλους όσους αγωνίζονται. 

Για να λάβετε το φιλμ καθώς και άλλο υλικό: contrelataule@riseup.net

Η πτέρυγα απομόνωσης της Μπρουζ εξυπηρετεί διαφόρους στόχους. Πρόκειται για δέκα κελιά που αντιστοιχούν σ’ ένα σύνολο κρατουμένων που ξεπερνά τους 10.000. Στόχος λοιπόν είναι κυρίως να βρεθούν οι αποδιοπομπαίοι τράγοι, να δοθεί το παράδειγμα και να ασκείται μόνιμη πίεση ενάντια σε κάθε πιθανή απείθαρχη συμπεριφορά. Για την πλειονότητα των κρατουμένων που τοποθετούνται εκεί, η απομόνωση είναι ένα «κρύο ντους» μικρής διάρκειας, που συχνά δεν ξεπερνά τους 6 μήνες. Αυτό το πέρασμα απ’ την απομόνωση αποσκοπεί στο να δώσει ένα μάθημα στους απείθαρχους κρατουμένους και να τους δείξει το δρόμο, το δρόμο της παραίτησης, της δουλικότητας και της υποταγής. Για άλλους κρατουμένους, πρόκειται περισσότερο για ένα μπουντρούμι όπου τους βάζουν σε μόνιμη βάση, για να μη δημιουργούν πλέον προβλήματα. Γι’ αυτούς, δεν υπάρχει πλέον καμία προοπτική να μεταφερθούν, γι’ αυτούς υπάρχει ένα τυποποιημένο κείμενο για να αιτιολογεί την τοποθέτησή τους στην απομόνωση, μονομερώς, κάθε δύο μήνες, για ολοένα και μεγαλύτερο διάστημα, χωρίς οι ίδιοι να μπορούν στο παραμικρό να επηρεάσουν την απόφαση αυτή. Αλλά, κυρίως, πρόκειται για ένα μέρος καλά κρυμμένο από τα μάτια του κόσμου όπου δοκιμάζονται τα διαθέσιμα κατασταλτικά μέσα χρησιμοποιώντας ψυχικά, και σωματικά ενίοτε, βασανιστήρια.

Μια μέρα στην πτέρυγα απομόνωσης της Μπρουζ.

Μετά από μια διαδρομή περίπου 15 λεπτών μέσα από διαδρόμους, κάγκελα, πόρτες και σκαλιά φτάνει κανείς στο ισόγειο της φυλακής όπου βρίσκεται το τμήμα απομόνωσης δίπλα από την αποθήκη και τους κάδους σκουπιδιών και όπου δε συναντά κανείς τον παραμικρό άνθρωπο. Στα αριστερά, η αίθουσα ελέγχου, κι άλλα κάγκελα, στα δεξιά η αίθουσα των δεσμοφυλάκων και στη γωνία αριστερά τα κελιά. Η διαρρύθμιση των χώρων είναι τέτοια που οι θόρυβοι πνίγονται ακόμα και στο διάδρομο. Οι επισκέπτες δεν πρέπει να σοκαριστούν κι ακόμα λιγότερο να δοθεί η λάθος εικόνα στα μίντια. Μέσα από νέους διαδρόμους, φτάνει κανείς στην άλλη άκρη των κελιών όπου εκεί οι κραυγές και τα ουρλιαχτά γίνονται ανυπόφορα. Αλλά, συνήθως, οι επισκέπτες δεν έχουν πρόσβαση εκεί.

Το κελί.

Μέσα στο κελί υπάρχουν ένα κρεβάτι κι ένα ατσάλινο τραπέζι καρφωμένα στο έδαφος και μια πλάκα από ίνοξ που υποτίθεται χρησιμεύει ως καθρέφτης αλλά δε φαίνεται τίποτα. Μια οθόνη πλάσμα τοποθετήθηκε όταν, δυο χρόνια νωρίτερα, ορισμένοι κρατούμενοι κατέκλυσαν την πτέρυγα κι έσπασαν τα πάντα μέσα στο κελί τους. Με την οθόνη πλάσμα και το playstation προσπαθούν να τους κρατούν απασχολημένους και ήσυχους. Κάθε 30 λεπτά γίνεται έλεγχος των κρατουμένων. Οι φύλακες έχουν άμεση οπτική επαφή με τις τουαλέτες, δεν τίθεται ζήτημα ιδιωτικότητας λοιπόν. Πριν από μερικά χρόνια, η διεύθυνση της φυλακής «τα άκουσε ένα χεράκι» λόγω των ταπεινωτικών μέτρων που εφάρμοζε εναντίον ορισμένων κρατουμένων, όπως το ν’ ανοίγει το φως κάθε λίγα λεπτά. Για να παρακάμψει αυτή την απαγόρευση, τοποθέτησε γιγαντιαίους προβολείς στην αυλή, οι οποίοι φωτίζουν τα κελιά μέρα-νύχτα. Ένας κρατούμενος, ο Νορντίν Μπεναλάλ, κοιμόταν για ένα χρονικό διάστημα με το στρώμα του πάνω στο τραπέζι για να γλιτώσει απ’ αυτό το φωτισμό, ενώ άλλοι, όπως ο Φαρίντ Μπαμουχαμάντ, στάθηκαν λιγότερο τυχεροί και δεν είχαν κανένα τρόπο να κρυφτούν από το φως. Κι έπειτα, υπάρχει ακατάπαυστος θόρυβος, ένας στρατός από φύλακες που εκτελούν τα χρέη τους και οι κρατούμενοι που ξεσπούν συχνά πυκνά. Πέρα από τα δέκα αυτά κελιά, υπάρχουν και δύο δωμάτια σαν μπουντρούμια που κάνουν πράξη την ιδέα της πλήρους αισθητηριακής απομόνωσης. Στα δωμάτια αυτά δεν υπάρχει κυριολεκτικά τίποτα. Μόνο ένα ατσάλινο κρεβάτι και μια κάμερα. Η τοποθέτηση σε αυτά σημαίνει το τέλος των επισκεπτηρίων, της αλληλογραφίας και των τηλεφωνημάτων (εκτός ειδικής αδείας).

Οι δεσμοφύλακες.

Κάθε κίνηση στην ειδική αυτή πτέρυγα γίνεται ανά ομάδες. Κάτι τέτοιο θυμίζει στρατιωτική άσκηση, σ’ ένα χώρο τόσο μικρό, όπου το κάθε πράγμα είναι στοιβαγμένο πάνω στ’ άλλο. Υπάρχουν 32 φύλακες που δουλεύουν ανά ομάδες για 7-8 κρατουμένους. Τον πρώτο χρόνο, οι φύλακες ήταν κατά κύριο λόγο κάτι λευκοί μυώδεις τύποι, ενώ σήμερα υπάρχει μεγαλύτερη ποικιλία: μερικές γυναίκες, ένας φύλακας μαροκινής καταγωγής, ένας πιο ηλικιωμένος, ένας πιο αδύνατος. Αυτή η ποικιλία απεδείχθη περισσότερο αποτελεσματική στο να τσακίζει τους κρατουμένους. Ορισμένες φορές, οι φύλακες διεξάγουν προσωπικό πόλεμο εναντίον ενός κρατουμένου. Σ’ ένα περιβάλλον όπως αυτό, οι δυνατότητες που τους προσφέρονται είναι απεριόριστες: ακατάπαυστες προκλήσεις, καψώνια, φαγητό που δεν τρώγεται, αναμονή μισής ώρας για τους επισκέπτες χωρίς να υπάρχει ενημέρωση, ξαφνική διακοπή του επισκεπτηρίου χωρίς λόγο…Αυτές οι «γεμάτες φροντίδα» κινήσεις έρχονται να προστεθούν στις επίσημες υποδείξεις απ’ την πλευρά της διεύθυνσης: δέσιμο του κρατούμενου σε αναπηρική καρέκλα για τη μεταφορά του στο ντους, έλεγχος του κελιού κάθε μισάωρο, πλήρης σωματικός έλεγχος, καθημερινή έρευνα στο εσωτερικό του κελιού για να γίνει κατανοητό στον κρατούμενο ότι δεν έχει καμία ιδωτικότητα, φωτισμός των κελιών μέρα-νύχτα, εξάρτηση των κρατουμένων απ’ τα φάρμακα, απόρριψη χωρίς εξήγηση των αιτημάτων για επισκεπτήριο, άρνηση των επισκέψεων στην κανονική αίθουσα επισκεπτηρίου (όπου κάθονται σε τραπέζια), ακατάλληλα μαχαιροπίρουνα με τα οποία υποχρεώνονται να φάνε ορισμένοι κρατούμενοι, λογοκρισία στην αλληλογραφία, απαγόρευση της κατοχής ενός στυλό ή ενός φύλλου χαρτιού μέσα στο κελί και ούτω καθ’ εξής.Μερικοί δεσμοφύλακες προφασίζονται την καλύτερη θέληση του κόσμου. Η ίδια φράση ακούγεται ξανά και ξανά: «Ούτε εμείς το θέλουμε αυτό. Τη δουλειά μας κάνουμε. Δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτα.» Κι όμως, είναι εκείνοι που καθιστούν εφικτό αυτό το καθεστώς. Οι αποφάσεις λαμβάνονται αλλού, αλλά ποιοι τις εκτελούν κάθε μέρα;

Η ομάδα φροντίδας. 

Εκτός απ’ τους φύλακες υπάρχουν και αρκετοί τύποι με λευκές μπλούζες που κόβουν βόλτες. Η συνεχής χορήγηση φαρμάκων αποτελεί ένα απ’ τα κύρια εργαλεία για να κρατούν τιθασευμένους τους κρατουμένους. Μια νοσοκόμα περνάει κάθε μέρα για να τους δώσει την καθημερινή δόση. Χαλαρώνουν έτσι για λίγο αλλά μετά αρχίζουν πάλι οι κραυγές. Μερικοί κρατούμενοι που αρνήθηκαν επίμονα να πάρουν φάρμακα, δέχτηκαν παρ’ όλα αυτά την επίσκεψη του νοσοκόμου έως και τρεις φορές την ημέρα για να τους μεταπείσει. Μάταια. Ένας ψυχίατρος κι ένας ψυχολόγος περνούν επίσης τακτικά. Δουλειά τους είναι όχι μόνο η ρύθμιση της χορήγησης νόμιμων ναρκωτικών αλλά κι η ενσάρκωση μιας πιο «ήπιας» πλευράς του κατασταλτικού συστήματος. Καταστολή των ανθρώπων με τα λόγια. Κάνοντάς τους να πιστέψουν ότι η συνεργασία είναι ο μόνος τρόπος για να βγουν απ’ την πτέρυγα. Προσπαθώντας να τους πείσουν να εκτελούν μια σκατοδουλειά μέσα στο κελί τους, να μην υψώνουν τη φωνή, να μην απαντούν τίποτα, να μην αντιδρούν στις προκλήσεις, να δέχονται να κάνουν βόλτες μέσα σ’ ένα κλουβί, να καταπίνουν τα πάντα χωρίς ν’ αντιδρούν.

Οι «δραστηριότητες».

Η κύρια δραστηριότητα είναι να δουλεύεις είτε μέσα στο κελί είτε στην αίθουσα πολλαπλών χρήσεων, μόνος. Η εργασία που πρέπει να εκτελέσουν μοιάζει μ’ αυτή που επιβάλλουν στα άτομα με κάποια αναπηρία στα ειδικά ατελιέ. Οι επιχειρήσεις που πραγματοποιούν την παραγωγή τους στη φυλακή έχουν μέγιστα κέρδη κι ελάχιστες σκοτούρες. Δε χρειάζεται να νοιαστούν για τις συνθήκες εργασίας ενώ γλιτώνουν τα λεφτά που θα δίνονταν σε μισθούς κι έξοδα παραγωγής. Οι κρατούμενοι αποτελούν γι’ αυτές ένα πειθήνιο και φτηνό εργατικό δυναμικό˙ είναι η σύγχρονη δουλεία.

Υπάρχει επίσης ένα μίνι γήπεδο ποδοσφαίρου που κανείς δε χρησιμοποιεί αφού απαγορεύεται στους κρατουμένους να παίζουν μαζί. Ο δικηγόρος που εκπροσωπεί την πολιτεία, αντιμέτωπος μ’ αυτή τη διαπίστωση, απάντησε στο δικαστή: «Οι μεγαλύτεροι πρωταθλητές παίζουν μόνοι». Αισχρή κοροϊδία, αν κι η βλακεία στην προκειμένη περίπτωση ξεπερνά την αλαζονεία.

Ο «προαυλισμός» γίνεται μέσα σ’ ένα κλουβί μερικών τετραγωνικών μέτρων, περιτριγυρισμένο από σιδηροπλέγματα, κολοσσιαίους τοίχους κι ένα δίχτυ που εμποδίζει τα ελικόπτερα να πλησιάσουν. Ο κάθε κρατούμενος προαυλίζεται μόνος του. Ο Νορντίν αρνείται να μπει σ’ αυτό το κλουβί για θηρία, γι’ αυτόν είναι προσβολή να δεχτεί να βγει να πάρει αέρα υπό αυτές τις συνθήκες. Λέει ότι προτιμά να μη δει καθόλου ουρανό παρά να τον δει μέσα απ’ τα κάγκελα. Εδώ και 4 χρόνια ο Νορντίν δεν έχει αναπνεύσει φρέσκο αέρα.

Ο δεκανέας κι ο επιλοχίας του.

Ο Χανς Μορίς κι ο Λοράν Σεμπό, ο αιώνια πιστός εκπρόσωπός του, δεσπόζουν αναμφισβήτητα στη λίστα με τις πιο μισητές προσωπικότητες της χώρας, όπως μαρτυρούν κι οι απειλές κατά της ζωής του πρώτου. Οι συνάδελφοί του αδυνατούν να δουλέψουν μαζί του ενώ οι κρατούμενοι του έχουν δώσει το ψευδώνυμο «ο διάβολος αυτοπροσώπως». Ο Μορίς που έχει πίσω του μια πλούσια καριέρα –στρατιωτικός, αστυνομικός, διευθυντής φυλακής- είναι επίσης εδώ και κάποια χρόνια «Γενικός Διευθυντής Φυλακών». Στην κεφαλή μιας κεντρικής αρχής, αποφασίζει για το ατομικό καθεστώς στο οποίο υπόκεινται μια χούφτα κρατούμενοι που αρνούνται να συνεργασθούν. Αυτός μόνος αποφασίζει για την τοποθέτηση κάποιου στην απομόνωση. Η θέλησή του είναι νόμος. Όταν ο Ασράφ το ‘σκασε με ελικόπτερο από τη φυλακή της Μπρουζ λίγο μετά από παραμονή 6 μηνών στην ΠΥΑ, ο Μορίς φοβήθηκε (δικαίως) για τη ζωή του. Αστυνομικοί οπλισμένοι μέχρι τα δόντια φύλασσαν την κατοικία του (τη φυλακή της Γάνδης) κι υποχρεώθηκε να περάσει μερικές μέρες με την οικογένειά του σ’ ένα κρησφύγετο-φρούριο.

Κι αν η ΠΥΑ λειτουργεί εδώ και τρία χρόνια, πρόκειται πάνω απ’ όλα για έναν πειραματισμό. Στον τομέα αυτό υπάρχει χώρος μόνο για δέκα κρατουμένους. Η τελική ιδέα είναι να κατασκευασθούν ανάλογες πτέρυγες σ’ όλες τις φυλακές. Το κελί απομόνωσης που τέθηκε πρόσφατα σε λειτουργία στη φυλακή του Σεν-Ζιλ (Βρυξέλλες) σύμφωνα με τα πρότυπα της φυλακής της Μπρουζ δεν είναι παρά η αρχή. Πόσο μακριά μπορούν να φτάσουν με τις διάφορες μεθόδους απομόνωσης; Πού βρίσκονται τα όρια; Πώς θα αντιδράσουν οι κρατούμενοι; Πότε θα «σπάσουν»; Μ’ αυτό τον τρόπο η Δικαιοσύνη ανιχνεύει τα όρια της ίδιας της νομιμότητάς της. Δεν υπάρχει καμμιά δυνατότητα για έφεση ενάντια στην απόφαση για τοποθέτηση στην ΠΥΑ ενώ οι δυνατότητες που προβλέπονται απ’ το νόμο δε βρίσκουν εφαρμογή. Έτσι, υπάρχει ένας υπεύθυνος ψυχίατρος που επιβεβαιώνει από ιατρικής πλευράς την ανάγκη για παραμονή στην ΠΥΑ κι όταν κατ’ εξαίρεση προτείνει μεταφορά του κρατουμένου, η πρότασή του αγνοείται. Δουλειά του είναι να συνεργάζεται σ’ αυτό το πείραμα και να παρακολουθεί τους κρατουμένους και ιδιαίτερα να παρατηρεί τις συνέπειες των φυσικών και ψυχικών βασανιστηρίων που υφίστανται. Καθορίζει τη λεπτή γραμμή στην οποία ισορροπεί ο κρατούμενος, μεταξύ κατάρρευσης και τρέλας· αυτή είναι η κεντρική ιδέα της ΠΥΑ.

Κράτος και Δικαιοσύνη, οι δυο βασανιστές, σφίγγουν τα χέρια.

Θα θέλαμε να μιλήσουμε για την ΠΥΑ και μέσα απ’ την ιστορία τριών φυλακισμένων που εξεγέρθηκαν, του Φαρίντ Μπαμουχαμάντ που πέρασε ένα μεγάλο χρονικό διάστημα εκεί, του Νορντίν Μπεναλάλ που βρίσκεται ακόμα έγκλειστος και του Ασράφ Σεκάκι που ήταν ο πρώτος που τοποθετήθηκε στην πτέρυγα αυτή. Οι τρεις τους μοιράζονται μια βαθιά περιφρόνηση για όσους θέλουν να τους χαλιναγωγήσουν: δικαστές, σωφρονιστικοί υπάλληλοι, μπάτσοι.

Τα μίντια τους περιγράφουν σαν τα χειρότερα τέρατα που μπορεί να συλλάβει ο νους, σε μεγάλο βαθμό γιατί δε δέχονται να παίξουν το παιχνίδι που τους επιβάλλουν, το νοσηρό παιχνίδι της υπακοής και μιας ισορροπίας εύκολης στο χειρισμό. Κι επίσης διότι, πέρα απ’ τη φυσική βία για την οποία είναι ικανοί, ξέρουν πολύ καλά προς ποια κατεύθυνση να στρέψουν τα βέλη τους: εναντίον αυτών που ασκούν κυριαρχία και όχι εναντίον οποιουδήποτε για οτιδήποτε.Ο Νορντίν βρίσκεται έγκλειστος στην ΠΥΑ απ’ τις 15 Οκτωβρίου του 2010, δηλαδή εδώ κι ένα χρόνο. Η τοποθέτησή του εκεί παρουσιάζεται κάθε φορά απ’ τον Υπουργό Δικαιοσύνης κι απ’ τη διεύθυνση της μονάδας ως ένα μέτρο προσωρινό κι όχι ως μια μόνιμη κατάσταση. Ανά δύο μήνες γίνεται μια δήθεν ακρόαση απ’ τη διεύθυνση, μετά απ΄την οποία αποφασίζεται η συνέχιση της κράτησής του εκεί.

Στα μέσα του Ιούνη του 2011, ο Νορντίν κι ο Φαρίντ ξεκίνησαν μαζί απεργία πείνας και δίψας, για 5 μέρες, απαιτώντας να μεταφερθούν. Δε δόθηκε κάποια συνέχεια στην απεργία. Ο Νορντίν σταμάτησε την απεργία γιατί δεν ήθελε να τους δώσει την ικανοποίηση για βλάβες που θα του έμεναν μια ζωή, ενώ ο Φαρίντ όταν θέλησαν να του βάλουν ορό μέσα στον οποίο δεν ήξερε τι μπορεί να προσέθεταν. Οι φύλακες τον είχαν πολλές φορές απειλήσει ότι θα τελείωναν μια και καλή μαζί του με μια ένεση Haldol (ένα ηρεμιστικό που χρησιμοποιείται συχνά απ’ τους γιατρούς στις φυλακές της χώρας και χορηγείται επίσης στους νέους στα κλειστά κέντρα ανηλίκων). Αρκετοί κρατούμενοι έχουν ήδη βρει το θάνατο κατ’ αυτό τον τρόπο απ’ το προσωπικό των φυλακών.

Λίγο μετά την απεργία πείνας και δίψας , ο δικηγόρος του Νορντίν υπέβαλε μήνυση εκτάκτου χαρακτήρα εναντίον του κράτους στο πρόσωπο του Χανς Μορίς, κατά της τοποθέτησης του πελάτη του στην απομόνωση (η οποία επανειλημμένως παρατείνεται), όπως και κατά των απάνθρωπων συνθηκών κράτησης που αυτό το καθεστώς γεννά. Στις 29 Ιούνη του 2011, ένας δικαστής των Βρυξελλών εκτίμησε ότι οι ακραίες συνθήκες απομόνωσης του Νορντίν ήταν δικαιολογημένες. Δεν κρινόταν μονάχα το σκληρό καθεστώς που επιβαλλόταν στον Νορντίν αλλά κι η ίδια η ύπαρξη των τμημάτων υψίστης ασφαλείας και η επιβολή ενός ξεχωριστού καθεστώτος για κάθε κρατούμενο (που καθιστούν δυνατή την κατά παραγγελία δημιουργία λευκών κελιών σε κάθε φυλακή). Προς το παρόν, από πλευράς Δικαιοσύνης υπάρχει στήριξη κι όχι επιπλήξεις, κάτι το οποίο καθόλου δε μας εκπλήσσει. Η απόφαση προέρχεται απ’ τον ίδιο τον Μορίς και κανείς δεν μπορεί να πει το οτιδήποτε πάνω σ’ αυτό, πόσο μάλλον ένας δικαστής, πράγμα το οποίο, ο δικηγόρος της πολιτείας έκανε ξεκάθαρο.

Μετά από 10 μήνες κράτησης στην ΠΥΑ, ο Νορντίν αποφάσισε να πάει στο «μπουντρούμι». Απ’ τις 15 ως τις 20 Σεπτέμβρη του ’11 αποφάσισε και ξεκίνησε νέα απεργία πείνας, αρνούμενος κάθε διάλογο ή συνεργασία με τους φύλακες και τη διεύθυνση. Παρέμεινε στο «μπουντρούμι» μέχρι τη μεταφορά του.

Στις συνθήκες υπό τις οποίες βρίσκεται ο Νορντίν, η άρνηση είναι ένα απ’ τα τελευταία μέσα που του απομένουν για ν’ αντισταθεί. Άρνηση σ’ ό,τι προέρχεται απ’ τη φυλακή, άρνηση κάθε δραστηριότητας, κάθε συνδιαλλαγής, κάθε αλλαγής της συμπεριφοράς του. Η διεύθυνση εξακολουθεί να τον εκβιάζει και να υποκρίνεται ότι αυτός ο ίδιος είναι υπεύθυνος για την απομόνωση που του επιβάλλεται..Κάνουν δηλαδή το μαύρο άσπρο. Έτσι, προσπαθούν να τον κάνουν σιγά σιγά να λυγίσει και να υποχωρήσει μπροστά στις διαταγές, να δεχθεί βοήθεια απ’ όπου κι αν προέρχεται, έστω κι αν αυτό οδηγεί στην τελειοποίηση του καθεστώτος απομόνωσης. Εκβιασμός ώστε να θεωρήσει προτιμότερο και να δεχθεί τελικά να κάνει μια δουλειά για σκλάβους απ’ το να μην κάνει τίποτα απολύτως, να κάνει βόλτα μέσα σ’ ένα κλουβί απ’ ότι μέσα στα λίγα τετραγωνικά μέτρα του κελιού του, προτιμότερο να μιλάει με κάποιον που μοναδικός του σκοπός είναι να τον «λυγίσει» παρά να μη μιλάει σε κανένα. Αλλά ο Νορντίν δεν καταλαβαίνει τίποτα απ’ αυτές τις νοσηρές μεθόδους, το ηθικό του παραμένει άκαμπτο κι η αντίστασή του ακλόνητη.

Η πτέρυγα απομόνωσης «επεκτείνεται» και σ’ άλλες φυλακές.

Σύντομη αναδρομή: ταυτόχρονα με το άνοιγμα της ΠΥΑ της Μπρουζ τον Ιούνη του 2008, το κράτος έκανε και την «αυτοκριτική» του αναφέροντας ότι ο Φαρίντ -υπό το καθεστώς απομόνωσης στην ειδική πτέρυγα του Λαντάν [Lantin, περιοχή κοντά στη Λιέγη]- υπέστη κακομεταχείριση, ταπεινώσεις και καψώνια. Δε θα μπορούσε πια να επιστρέψει εκεί λόγω «πιθανών τραυμάτων και πράξεων εκδίκησης από τους φύλακες», εκτίμησε ο δικαστής. Παρ’ όλα αυτά μεταφέρθηκε λίγο αργότερα στην ΠΥΑ της Μπρουζ και ήταν ο δεύτερος κρατούμενος που φυλακίστηκε εκεί. Η παραμονή του στην ΠΥΑ κράτησε μερικούς μήνες κι από τότε επέστρεψε πολλές φορές. Η τελευταία φορά ήταν στα μέσα του 2011 μετά από μια διένεξη που είχε με τους φύλακες.

Στις αρχές του Σεπτέμβρη του ’11, μεταφέρθηκε στη φυλακή του Σεν-Ζιλ, ενώ μια προηγούμενη μεταφορά του είχε εμποδιστεί από την απεργία που έκαναν οι φύλακες απαιτώντας καλύτερες κι ειδικά εξοπλισμένες στολές. Οι διαπραγματεύσεις συνεχίστηκαν και λίγο αργότερα, ο Φαρίντ δέχτηκε την επίσκεψη του διευθυντή του Σεν-Ζιλ στην Μπρουζ: «Είμαστε έτοιμοι για σένα. Εικοσιπέντε φύλακες οπλισμένοι σαν αστακοί σε περιμένουν». Και σ’ άλλες φυλακές, ο Φαρίντ βρισκόταν πάντα στην απομόνωση. Για την οποιαδήποτε κίνηση, η διεύθυνση καλούσε το Ειδικό Σώμα Παρέμβασης (μονάδες καταστολής). Όταν παραπονέθηκαν για τις τόσες φορές που χρειάστηκε να παρέμβουν, ο Φαρίντ στάλθηκε στην Μπρουζ. Μόνιμη παρουσία ομάδας οπλισμένων φυλάκων δεν υπήρχε μέχρι τότε επισήμως στο Βέλγιο. Ένα κελί μετατράπηκε πλήρως (με το κρεβάτι και τη ντουλάπα καρφωμένα στο έδαφος) ώστε να πλησιάσει στα πρότυπα της πτέρυγας απομόνωσης. Έτσι ήταν η πρώτη από μια σειρά φυλακές που απέκτησαν ή θα αποκτήσουν τη δική τους πτέρυγα ασφαλείας.

Ποιος πιστεύει ακόμα ότι τα κέντρα κράτησης μεταναστών διαφέρουν σε κάτι από τις φυλακές;

Κελιά απομόνωσης δεν υπάρχουν μόνο στις φυλακές. Αυτή τη στιγμή το κράτος ολοκληρώνει την κατασκευή ενός νέου κέντρου κράτησης στο Steenokkerzeel, το οποίο ονομάζεται «Caricole». Η ιδιαιτερότητά του είναι ότι χτίζεται –όπως και κάποιες φυλακές- σύμφωνα με τις αρχιτεκτονικές αρχές του Panoptique, δηλαδή μ’ ένα κεντρικό σημείο απ’ το οποίο μπορεί να παρακολουθεί κανείς κάθε κίνηση. Επιπλέον, δημιουργήθηκαν ατομικά κελιά για τον εγκλεισμό των απείθαρχων μεταναστών. Αυτή η αρχιτεκτονική εξέλιξη είναι κάτι πολύ περισσότερο από ένας απλός εκμοντερνισμός των χώρων, όπως αρέσει στο κράτος να υπογραμμίζει. Με το νέο κέντρο κράτησης το κράτος αποκαλύπτει τις πραγματικές του προθέσεις: να φυλακίσει τους μετανάστες που δεν μπορεί να ελέγξει και να βάλει φρένο στην εκδήλωση αλληλεγγύης και στο πνεύμα συνενοχής. Η έναρξη της λειτουργίας του προβλέπεται για τις αρχές του 2012. Αλλά το κράτος επαίρεται ακόμα περισσότερο: αρχές Σεπτέμβρη του ’11 ανακοίνωσε την κατασκευή ενός νέου συμπληρωματικού κέντρου κράτησης τηρώντας ακόμα λιγότερο τα προσχήματα καθώς ξεκαθάριζε τους σκοπούς του: «Νέα προσέγγιση για τους μετανάστες χωρίς χαρτιά: σε ξεχωριστό κέντρο κράτησης οι ταραξίες».

Μια φορά να γευτείς την εξέγερση, δεν την ξεχνάς ποτέ.

Το κράτος προχωρά στην εφαρμογή αυστηρών μέτρων για να σπάσει την αντίσταση των κρατουμένων χωρίς όμως να υπολογίζει τη σιδερένια θέληση όσων φυλακίζει. Έτσι απ’ την πρώτη στιγμή λειτουργίας τους οι μονάδες απομόνωσης δε γνώρισαν ποτέ ησυχία. Οι μαρτυρίες του Ασράφ Σεκάκι, του πρώτου κρατουμένου που εγκλείσθηκε εκεί, έγιναν απ’ την αρχή γνωστές διαπερνώντας τα τείχη της φυλακής. Όταν δημοσιοποιήθηκαν στον τύπο προκλήθηκε σκάνδαλο κι η Δικαιοσύνη ένιωσε ότι δέχτηκε βίαιη επίθεση. Η εφημερίδα που δημοσιοποίησε τις μαρτυρίες δέχτηκε επίπληξη προκειμένου να επανέλθει στην τάξη. Ο υπουργός Δικαιοσύνης έκανε την εμφάνισή του υπερασπιζόμενος με ζήλο την ΠΥΑ. Ισχυρίστηκαν ότι η κράτηση του Ασράφ στην απομόνωση ήταν ένα προσωρινό μέτρο κι ότι ο Ασράφ είχε υπερβάλει. Έστειλαν κι ένα συνεργείο της τηλεόρασης για να δείξει περί ποιας φανταστικής ιδέας επρόκειτο˙ ο διευθυντής δεν πρόλαβε καλά καλά να τελειώσει τα λόγια του όταν ο Ασράφ, διακόπτοντας το υποκριτικό του λογύδριο, άρχισε να φωνάζει χωρίς να του χαρίσει ούτε στιγμή ανάπαυλας κι ενόσω οι υπόλοιποι κρατούμενοι έκαναν κολασμένο θόρυβο.

Όταν 3 χρόνια αργότερα νέες μαρτυρίες βγήκαν προς τα έξω, αυτή τη φορά απ’ την πλευρά του Νορντίν, τα μίντια πήγαν εκ νέου στον τόπο της διαφθοράς. Εκεί όλα σκηνοθετήθηκαν: οι κρατούμενοι σε καταστολή απ’ τα φάρμακα ενώ δεν επιτράπηκε στα μέσα ενημέρωσης να μιλήσουν με το Νορντίν.

Τον Απρίλη του 2009, γιορτάστηκαν τα πρώτα γενέθλια της πτέρυγας με το καταστρεπτικό πάθος ορισμένων κρατουμένων. Και με μια γερή δόση αλληλεγγύης. Αρκετοί κρατούμενοι κατάφεραν να πλημμυρίσουν πρώτα τα κελιά κι έπειτα ολόκληρη την πτέρυγα. Ότι μπορούσε να καταστραφεί καταστράφηκε. Την επομένη το καλό παράδειγμα ακολούθησε κι ένας κρατούμενος στις «κανονικές» πτέρυγες της φυλακής. Λαμβάνοντας υπόψη την πλήρη απομόνωση της ΠΥΑ (τόσο κυριολεκτικά όσο και απ’ τη σκέψη του κόσμου) και της υπόλοιπης φυλακής επίσης, αυτή η πράξη ανυποταγής δημιουργεί ρωγμές στην προσπάθεια να χτυπήσουν την αντίσταση από έξω. Όταν έγιναν οι εργασίες επισκευής ένα playstation και μια οθόνη πλάσμα προστέθηκαν σε κάθε κελί ενώ το κρεβάτι κι η ντουλάπα καρφώθηκαν στο πάτωμα.

Παρά τις παρεμβάσεις όμως η εξέγερση δεν πρόκειται να σβήσει. Οι φυλακισμένοι συνεχίζουν την επίθεση ενάντια στο καθεστώς με γράμματα και μαρτυρίες μεταξύ άλλων. Κι οι φύλακες βρίσκονται που και που με ματωμένη μύτη. Πρόσφατα, ένας κρατούμενος που βρισκόταν στο μπουντρούμι, κατέστρεψε το μόνο πράγμα που απέμενε, το μεταλλικό ματάκι της πόρτας. Στις αρχές του Σεπτέμβρη του 2011, ένας κρατούμενος παρέμεινε για 9 μέρες στο μπουντρούμι αφού έβαλε φωτιά σ’ ένα κελί της ΠΥΑ, γεγονός που αποσιώπησαν τα μίντια. Οι φύλακες αναφέρθηκαν σε μια πράξη απελπισίας, αλλά όπως μας είπε ένας κρατούμενος: «Η ιστορία γράφεται από τους νικητές, από τους επιζήσαντες».

Παρ’ όλα αυτά οι φύλακες της περιβόητης πτέρυγας βρίσκονται στο στόχαστρο. Τα ονόματά τους έχουν δημοσιοποιηθεί και κυκλοφορήσει και κάθε φορά που βγαίνουν απ’ το χώρο των φυλακών φωτογραφίζονται και δέχονται απειλές και προσβολές. Παρά το φόβο που θέλει να σκορπίσει σ’ όλο τον πληθυσμό των φυλακών η ΠΥΑ, η επιθυμία για ελευθερία κερδίζει έδαφος κόντρα στην παραίτηση. Έτσι τους τελευταίους μήνες ήταν περισσότερα τα όπλα που στράφηκαν προς τους φύλακες παρά οι γροθιές που μοιράστηκαν. Η σωφρονιστική διεύθυνση μπορεί να τοποθετεί δίχτυα κατά των ελικοπτέρων και να κατασκευάζει λευκά κελιά. Διαλέγει έτσι το δρόμο της κτηνώδους βίας, τον ίδιο δρόμο απ’ όπου θα ‘ρθουν και οι απαντήσεις.

 Πώς άρχισε ο πόλεμός μου με τους φύλακες; Ε λοιπόν είναι απλό, αρνιόμουν πάντοτε να τους αποκαλέσω «κυρίους». Στον ίδιο βαθμό που δεν τους αποκαλούσα ποτέ «δεσμοφύλακες». Η λέξη «δεσμοφύλακας» προέρχεται απ’ τη λέξη «δεσμά»˙ ποτέ δε θα υπάρξει κάποιος φύλακας που να μου βάλει πραγματικά «δεσμά» έτσι όπως ποτέ δε θα μπορούσε να είναι ο κύριός μου.
Φαρίντ, Σεν-Ζιλ

Ένας κόσμος χωρίς φυλακές

Η Πτέρυγα Υψίστης Ασφαλείας της φυλακής της Μπρουζ δεν αποτελεί μεμονωμένο φαινόμενο. Έπειτα από την Ισπανία με το καθεστώς FIES, την Ιταλία με το καθεστώς 41bis, τη Γαλλία με τις δικές της Πτέρυγες Υψίστης Ασφαλείας, την Ελλάδα με το σωφρονιστικό νησί της, είναι η σειρά του Βελγίου να εξασφαλίσει την επίσημη και τυπική δυνατότητα να θάβει ζωντανούς τους εξεγερμένους κρατούμενους.

Είμαστε αλληλέγγυοι στην εξέγερση των φυλακισμένων, σε όσους αρνούνται με σθένος τον εγκλεισμό τους και επιθυμούν κάτι περισσότερο από το να λιώσουν μέσα στην εξάρτηση από τα ναρκωτικά και σε όσα αυτή προϋποθέτει (μεταξύ άλλων το να καταλήγεις να ζητιανεύεις και να υποκύπτεις σε εκβιασμούς, να συνεργάζεσαι με το σύστημα). Για αυτούς τους φυλακισμένους είναι που φτιάχτηκε η Πτέρυγα Υψίστης Ασφαλείας και ο αγώνας εναντίον της αποτελεί ένδειξη της συνέχισης αυτής της εξέγερσης που είναι και δική μας.

Η απομόνωση δεν περιορίζεται ωστόσο σε αυτό το άθλιο μέρος στην Μπρουζ. Επεκτείνεται και σε άλλες φυλακές καθώς και στην επιβολή ατομικών συνθηκών για τους ανυπότακτους κρατούμενους. Η απομόνωση επιβάλλεται κάθε φορά που ένας αγώνας δεν γίνεται κατανοητός, κάθε φορά που ένας εξεγερμένος βρίσκεται μόνος του. Για να τη σπάσουν, ένα πρώτο βήμα είναι η κοινοποίηση της εξέγερσής τους προς τα έξω. Όταν ερχόμαστε αντιμέτωποι με τη φυλακή, μας έρχονται στο νου ένα σωρό ερωτήσεις. Γιατί τόσοι πολλοί άνθρωποι καταλήγουν εδώ; Γιατί προέρχονται από την ίδια κοινωνική ρίζα; Πώς μπορούμε να φανταστούμε τις ζωές μας χωρίς τη μεσολάβηση των υπερασπιστών της τάξης και των δικαστηρίων; Πώς μπορούμε να αποσπάσουμε από το κράτος και από τον εξουσιαστικό του μηχανισμό το μονοπώλιο πάνω στις διενέξεις και στις συνέπειες τους; Πώς μπορούμε να ζήσουμε μαζί χωρίς φυλακές;

Και το πιο ανησυχητικό πιθανώς ερώτημα απ’ όλα: πώς μπορούμε να φανταστούμε απαντήσεις στο πλαίσιο αυτού του κόσμου, έτσι όπως εμφανίζεται σε εμάς σήμερα; Πώς μπορούμε να απελευθερώσουμε ένα μέρος του πνεύματός μας ενώ έχουμε μάθει, από την κούνια μέχρι το φέρετρο, να υπακούμε στις ανώτερες αρχές, στο κράτος και στα σκυλιά που το φυλάνε, στο αφεντικό ή στην αφεντικίνα, στον καθηγητή ή στην καθηγήτρια, στον πατριάρχη του σπιτιού, στον ή στην ψυχίατρο, στη θρησκευτική εξουσία, στον έλεγχο της κοινότητας;

Αυτές τις αρχές που προσπαθούν να μας εξουσιάσουν είτε μέσα από ένα σιδερένιο χέρι και τη χρήση φυσικής βίας, είτε υπό το πέπλο της «αγάπης», της ψευδαίσθησης της ζεστασιάς μιας φωλιάς, στο πλαίσιο ενός κόσμου που γίνεται όλο και πιο σκληρός και που ενίοτε μοιάζει μ’ έναν κόσμο «όλων εναντίων όλων» και «του καθενός για τον εαυτό του». Αυτός ο χώρος μέσα στο πνεύμα μας πρέπει να διανοιχτεί μέσα από τη διάτρηση των αγκυλωμένων μορφών σκέψης και μέσα από την εφεύρεση νέων προοπτικών που θα θέτουν τα πράγματα υπό ριζική αμφισβήτηση.

«Αυτοί που διευθύνουν τις φυλακές είναι οι πραγματικοί υπηρέτες του καπιταλισμού. Το 98% των κρατουμένων προέρχονται από τα χαμηλότερα κοινωνικά στρώματα, το ίδιο κι οι ανθρωποφύλακες. Η δύναμη του καπιταλισμού, του κράτους συνίστατο πάντα στη στρατολόγηση, για την ίδια του την ασφάλεια, ορισμένων φτωχών για να ξυλοφορτώνουν άλλους φτωχούς που εξεγείρονται. Στα ναζιστικά στρατόπεδα, οι Kapos ήταν κι αυτοί Εβραίοι και Ρομά».
Ένας παλιός εξεγερμένος, Λαντίν

Πώς είναι δυνατόν να φανταστούμε έναν κόσμο χωρίς φυλακές, χωρίς να επιτεθούμε στις ρίζες τους που βρίσκονται στις σχέσεις εξουσίας στις οποίες στηρίζεται ο υπάρχων κόσμος;

Μαχόμαστε ενάντια στη φυλακή γιατί αυτή αποτελεί τον καμβά των αυταρχικών σχέσεων που διαπερνούν την κοινωνία στο σύνολό της. Όπως τα ατροφικά όργανα των μηχανισμών υπακοής μπροστά στον «αρχηγό», τα νοσηρά παιχνίδια εξουσίας με τη διεύθυνση, τις χάρες και τα μικρά προνόμια, όπως το καρότο πίσω απ’ το οποίο τρέχουμε διαρκώς, τους κοινωνικούς λειτουργούς και τα ναρκωτικά που πρέπει να κάνουν τα πράγματα ανεκτά, και την αντίσταση που καταπνίγεται αδυσώπητα και η οποία είναι το μόνο πράγμα που μας κρατά στη ζωή. Μαχόμαστε ενάντια στη φυλακή γιατί ρίχνει τη σκιά της πάνω στην ελευθερία μας. Θέλουμε να τελειώνουμε με τις φυλακές και αυτό δε θα γίνει χωρίς την πλήρη ανατροπή των σχέσεων στο πλαίσιο αυτής της κοινωνίας. Εάν θέλουμε να δούμε τις φυλακές να καταστρέφονται, πρέπει λοιπόν να κάνουμε άνω-κάτω την κοινωνία που εξαρτάται από αυτές και που τις καθιστά εφικτές. Αυτή η κοινωνία βασίζεται στις σχέσεις εξουσίας μεταξύ των ανθρώπων. Αυτή η κοινωνία εμπορεύεται τους ανθρώπους και τον χρόνο τους σαν να ήταν απλά εμπορεύματα και τους ξερνά ως αλλοτριωμένες υπάρξεις που δεν αποτελούν παρά εικόνα του ίδιου τους του εαυτού, σε αναζήτηση ολοένα και περισσότερων προϊόντων στην προσπάθειά τους να γεμίσουν το κενό της ύπαρξής τους. Μια εξέγερση που ξεκινά με ένα «όχι» και τολμά να σκεφτεί και να πειραματιστεί πάνω στο ζήτημα των σχέσεων με διαφορετικούς τρόπους, μια εξέγερση που διακόπτει τις σχέσεις της με την υπακοή και την αδιαφορία, ανοίγει μια τομή στο πλαίσιο της ομαλής πορείας των πραγμάτων. Εκείνο το είδος της τομής που έχει διάρκεια.

Όταν λέμε ότι είμαστε ενάντια σε όλες τις φυλακές, αυτό σημαίνει ότι δεν θα μπορούσαμε ποτέ να ικανοποιηθούμε από κάποιες βελτιώσεις. Αυτές δεν κάνουν τίποτα περισσότερο από το να τελειοποιούν κάτι που πρέπει απλώς να εξαφανιστεί. Όπως το διατύπωσε ένας έγκλειστος που βρίσκεται αυτή τη στιγμή στην Πτέρυγα Υψίστης Ασφαλείας: «Πρόσφατα, τοποθέτησαν μια μικρή κουρτίνα μπροστά από το παράθυρο, και καλά για να καταπραΰνουν τα μάτια μου. Φτύνω την κουρτίνα. Περιφρονώ τις προσπάθειές τους να κάνουν το αβίωτο βιώσιμο. Αυτό το πράγμα πρέπει να κλείσει. Είναι τόσο απλό».

Δεν ζητάμε την αναφορά της μονάδας στον νόμο, ούτε το σεβασμό των νομικών απαιτήσεων. Δεν ζητάμε η απόφαση της τοποθέτησης στην πτέρυγα υψίστης ασφαλείας να είναι ζήτημα μιας ολόκληρης επιτροπής και όχι ενός μονάχα ατόμου. Δεν ζητάμε το σεβασμό των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, αφού η φυλακή είναι αυτή καθεαυτή απάνθρωπη. Δεν ζητάμε τίποτα από τους εχθρούς μας. Και σίγουρα όχι να καταστήσουν βιώσιμο το ανεπίτρεπτο. Τα βέλη μας δεν στοχεύουν μονάχα τις υπερβολές του μηχανισμού καταστολής τους –οι οποίες είναι βέβαια απεχθείς –, θέλουμε να αμφισβητήσουμε και να πολεμήσουμε θεμελιακά όλο το σύστημά τους.

Είναι σημαντικό να βάλουμε αυτά τα ερωτήματα στο τραπέζι προκειμένου να ενδυναμώσουμε τον αγώνα μας ενάντια στη φυλακή. Είναι σημαντικό να συζητήσουμε αυτά τα ερωτήματα χωρίς ωστόσο να φορέσουμε τα άμφια του δικηγόρου ή του παπά. Ανώνυμος προς ανώνυμο, χωρίς να επαναλάβουμε τη διάλεκτο των μίντια ή το δόγμα του εγκλήματος και της τιμωρίας που μας ταΐζουν ανέκαθεν.Είναι προφανές ότι ανάμεσα σ’ εμάς και στην επιθυμία μας να μπορέσουμε ν’ αυτοκαθορίσουμε μια ζωή εν ελευθερία, ορθώνεται, με αδυσώπητο τρόπο, η φυλακή. Μια ελεύθερη ζωή, απαλλαγμένη από αυταρχικές εξουσιαστικές σχέσεις, υπό το ζυγό του πιο ισχυρού θεού: του παρά. Αυτή η φυλακή πρέπει να γίνει αντικείμενο επίθεσης με κάθε τρόπο. Η μάχη εναντίον της φυλακής συνδέεται άρρηκτα μ’ έναν ευρύτερο αγώνα για έναν καλύτερο κόσμο, και αυτός είναι ο πιο όμορφος λόγος για να δώσουμε αυτή τη μάχη.

«Για μένα, υπήρχε παρ’ όλα αυτά πάντοτε, κάτι που με έκανε να επιλέξω να ζήσω στο περιθώριο του νόμου και του γαγγραινικού συστήματος: η ΑΞΙΟΠΡΕΠΕΙΑ. Η αξιοπρέπεια του να μπορείς να αναλάβεις με το κεφάλι ψηλά τις αποφάσεις της ζωής σου, με όλες τις συνέπειές τους, με κίνδυνο να κάνεις λάθος και να έρθεις αντιμέτωπος με τα σφάλματα σου. Η αξιοπρέπεια ενός ελεύθερου ανθρώπου ο οποίος κρατά πάντα στην καρδιά του μια μεγάλη θέση για την ελπίδα και τη φιλία».
Xosé Tarrío, Huye hombre huye, Ισπανία

Απόσπασμα από τετρασέλιδη μπροσούρα σχετικά με την ΠΥΑ και την αντίσταση απέναντι της, η οποία κυκλοφόρησε στους δρόμους των Βρυξελλών όταν ο Νορντίν και ο Φαρίντ έκαναν απεργία πείνας και δίψας, Ιούνιος 2011

«Η καταστροφή της πτέρυγας απομόνωσης από μια βίαιη εξέγερση».

Έξω από τη φυλακή μοιράζουμε πολυάριθμα τρικάκια και κολλάμε αφίσες χαιρετίζοντας αυτή την πράξη ανταρσίας. Η καταστροφή αυτού του καθεστώτος μιλά στις καρδιές πολλών εξεγερμένων που βρίσκονται εκτός των τειχών και που μάχονται εδώ και χρόνια ενάντια στη φυλακή˙ «Αλληλεγγύη στη Μπρουζ- 6 Απρίλη- Για να γιορτάσουμε την καταστροφή της πτέρυγας υψίστης ασφαλείας της φυλακής της Μπρουζ ο προθάλαμος του αστυνομικού τμήματος που βρίσκεται κοντά στο σιδηροδρομικό σταθμό Gare du Nord στις Βρυξέλλες δέχτηκε εμπρηστική επίθεση. Αλληλεγγύη!», διαβάζει κανείς στο διαδίκτυο. Στα τέλη του Απρίλη του 2009, το τμήμα εγκληματολογίας του Πανεπιστημίου της Γάνδης βρίσκεται υπό κατάληψη σε ένδειξη αλληλεγγύης με τους εξεγερμένους των φυλακών και των κέντρων κράτησης και πιο συγκεκριμένα σε ένδειξη αλληλεγγύης προς την καταστροφή της ΠΥΑ της φυλακής της Μπρουζ. «Αποφασίσαμε να καταλάβουμε το τμήμα εγκληματολογίας για το λόγο ότι αυτή η επιστήμη συνδέεται άμεσα με τη φυλακή, τη δικαιοσύνη και την αστυνομία. Πράγματι, εκείνοι που καταδικάζουν καθημερινά ανθρώπους σε πολλά χρόνια εγκλεισμού ή σε απέλαση ξεκινάν συχνά την επαίσχυντη καριέρα τους σε αυτή τη σχολή».

Η εξέγερση βρίσκει απήχηση έξω από τη φυλακή.

Στο μεταξύ, οι εξεγέρσεις συνεχίζουν να ξεσπούν και στις άλλες φυλακές, τις διαδέχονται αποδράσεις, οι επιθέσεις ενάντια στην αστυνομία εξακολουθούν να ζεσταίνουν το πνεύμα όσον βρίσκονται έξω. Βόμβες μολότοφ ενάντια στα αστυνομικά τμήματα και μάχες σώμα με σώμα με την αστυνομία. Πολλά συνδικάτα μπάτσων γίνονται στόχοι. Σπασμένα τζάμια, εμπρηστικές επιθέσεις, γκράφιτι που καταγγέλλουν το ρόλο τους ως δήμιων. Τα αυτοκίνητά τους πυρπολούνται, όπως πρόσφατα μπροστά στη φυλακή στην Ίτρε. Τα συνδικάτα των μπάτσων παραπονούνται για τις συχνές προσβολές ή ακόμα και τους ξυλοδαρμούς των μπάτσων που γίνονται αντιληπτοί στο δρόμο, στα μπαρ, μπροστά από τα σπίτια τους. Πληρώνονται για τις υπηρεσίες τους…

«Η επίθεση με εμπρηστική βόμβα ενάντια στην πρόσοψη του σπιτιού ενός φύλακα δεν αποτελεί πλέον εξαίρεση», παραπονιέται το συνδικάτο. «Κόσμος περιμένει τους φύλακες, τους γιατρούς, τους διευθυντές και τους κοινωνικούς λειτουργούς που εργάζονται στην πτέρυγα απομόνωσης της φυλακής της Μπρουζ όταν τελειώνουν τη δουλειά τους. Ο κόσμος τους περιμένει στην έξοδο για να τους προσβάλει, για να τους παρενοχλήσει, για να τους βγάλει φωτογραφία», λέει ο Λοράν Σεμπό, εκπρόσωπος του Χανς Μορίς, γενικού διευθυντή της φυλακής. Οι εταιρείες που κατασκευάζουν τις νέες φυλακές ή συντηρούν τις ήδη υπάρχουσες έχουν το μερίδιο τους. Οι συγκεντρώσεις διαμαρτυρίας και οι απροειδοποίητες πορείες ενάντια στις φυλακές και σε αλληλεγγύη με τους εξεγερμένους πολλαπλασιάζονται έξω από τη φυλακή».

Αποσπάσματα επιστολών του Ασράφ Σεκακί,
από την πτέρυγα απομόνωσης, Ιούνης 2008

Ο Ασράφ θεωρείται ο υποκινητής των πολλαπλών εξεγέρσεων που προκάλεσαν μεγάλες καταστροφές σε διάφορες φυλακές το 2008. Ήταν ο πρώτος που μπήκε στην ΠΥΑ. Λίγους μήνες μετά από τη συγγραφή των σειρών που ακολουθούν ο Ασράφ μεταφέρθηκε στην κανονική πτέρυγα της φυλακής της Μπρουζ. Από κει δεν του πήρε παρά λίγο χρόνο προτού κατορθώσει να δραπετεύσει με ελικόπτερο. Μετά από μακρά καταδίωξη που διήρκεσε πολλές εβδομάδες, έγινε αντιληπτός στο Μαρόκο. Δραπέτευσε ξανά από τη φυλακή της Ούντζα ένα χρόνο αργότερα, αυτή τη φορά μέσα σε μια βαλίτσα κατά τη διάρκεια μιας επίσκεψης. Λίγο αργότερα συνελήφθη δυστυχώς ξανά. Έκτοτε διαμένει σε μια ολοκαίνουργια πτέρυγα υψίστης ασφαλείας του Σαλέ κοντά στο Ραμπάτ. Πέρασε τους δύο πρώτους μήνες της κράτησής του δεμένος διαρκώς χειροπόδαρα. Το κελί του δε διαθέτει παρά μονάχα μια κουβέρτα πεταμένη κατάχαμα. Μολονότι υφίσταται την πιο βαριά φυσική απομόνωση που χρειάστηκε να υπομείνει ως τώρα, το ηθικό του παραμένει ακμαίο και διατηρεί το χαμόγελο σκεπτόμενος την ελευθερία που κάποια μέρα θα έρθει.

«Στον μεσαίωνα, τα άτομα σαν και μένα τα πέταγαν στα μυστικά μπουντρούμια. Σήμερα συμβαίνει το ίδιο με τη διαφορά ότι δεν πεθαίνουμε πια από πείνα και από δίψα. Νιώθω σαν να βρίσκομαι μέσα σε ένα εργαστήριο όπου θέλουν να ελέγξουν μέχρι που μπορούν να φτάσουν.

Μιλάω με τον Φαρίντ κάθε μέρα, μέσα από το παράθυρο, αν και απαγορεύεται. Χεσμένες τις έχουμε τις τιμωρίες. Όταν δεν διαθέτουμε τίποτα, δεν έχουμε τίποτα να χάσουμε. Προσπαθούν να συμμορφώσουν τους άλλους μπουκώνοντάς τους φάρμακα. Δεν πήρα ποτέ μου ούτε ναρκωτικά, ούτε αλκοόλ, ούτε φάρμακα και είμαι πολύ περήφανος για αυτό. Στη φυλακή, οι περισσότεροι εθίζονται.

Ότι κάνω τον καμπόσο στη φυλακή είναι απολύτως φυσιολογικό. Είμαι άνθρωπος, όχι ρομπότ, και άρα εξεγείρομαι.

Με επισκέφθηκε ο διάβολος αυτοπροσώπως. Το περιεχόμενο της εξαιρετικά σύντομης συζήτησής μας δεν είναι καν άξιο αναφοράς. Για αυτόν, ο κανόνας νούμερο 1 είναι: έχω πάντα δίκιο. Και ο κανόνας νούμερο 2: κοίτα τον κανόνα νούμερο 1.

Όταν συμπεριφέρομαι καλά είναι χάρη στην απομόνωση, χάρη σε αυτό το καθεστώς. Όταν συμπεριφέρομαι άσχημα λένε πως χρειάζεται να με απομονώσουν ακόμη περισσότερο. Τίποτα που κάνω δεν είναι λοιπόν αρκετά καλό. Όταν ο Χανς Μερίς διαβάσει αυτό το κείμενο δεν έχω παρά το εξής μήνυμα: τίποτα δεν διαρκεί αιωνίως.

Προσπαθώ να διαβάζω. Το να διαβάζω βάζει τις σκέψεις μου σε τάξη. Με ηρεμεί. Όσο διαβάζω ή γράφω δεν χρειάζεται να κοιτάω το κελί μου γύρω μου. Αυτό μειώνει το άγχος όλου αυτού του χρόνου που συσσωρεύεται χωρίς κάποιο στόχο.

Προσπαθείς να υπομείνεις τους σωματικούς ελέγχους χωρίς ρούχα, τους απωθείς. Το κελί ελέγχεται και αυτό καθημερινά, λες και υπάρχει η παραμικρή πιθανότητα να μπορέσεις να βάλεις κάτι μέσα. Οι φρουροί και οι φυλακισμένοι βρίσκονται σε μια κατάσταση αμοιβαίας εξάρτησης και απέχθειας. Στον εχθρικό αντικατοπτρισμό τους, βρίσκουν τον αυτοσεβασμό τους. Όπως και να ‘χει, τους μοιάζω. Όπως και εκείνοι, νιώθω απέχθεια, ένα είδος άγχους ακριβώς κάτω από το διάφραγμα που συστέλλεται και μεγαλώνει σαν όγκος. Μεταφέρουμε τον εγκλεισμό σαν να ήταν ασθένεια. Αυτό το νοσοκομείο δεν κάνει τίποτα για να θεραπεύσει τους ασθενείς του. Αντιθέτως, διαιωνίζει το κακό και εγχέει τα μικρόβια που θα κάνουν να αναδυθούν και άλλα κακά. Ένας ειδικός στην τρέλα έγραψε ότι ένα χαρακτηριστικό σύμπτωμα της ψυχοπάθειας είναι η έλλειψη του χρόνου ως συγκροτητικού παράγοντα στο πλαίσιο της ύπαρξης του ψυχοπαθή, ο οποίος ζει σε μια διαδοχή συνδεόμενων παρόντων. Ο εγκλεισμός αποτελεί, υπό αυτή την έννοια, μια επιβεβλημένη παραφροσύνη.

Για μένα, η ελευθερία δεν θα είναι ποτέ μη επαπειλούμενη ή κάτι το συνηθισμένο. Σε λίγο δεν θα της απλώνω ίσως καν το χέρι μου, θα συνεχίσω να την ορίζω σαν έναν πλούτο που ανήκει σε κάποιον άλλο. Εκείνο που ξεχνά κανείς είναι ότι η υπομονή ενός ανθρώπινου όντος δεν είναι ανεξάντλητη. Μπορεί να βρεθούν πολύ εύκολα σε δύσκολη θέση. Γιατί, μια μπάλα που κρατάμε κάτω από το νερό ξαναβγαίνει στην επιφάνεια με όλη της τη δύναμη».

Ασράφ

Η πτέρυγα απομόνωσης, Ιούλης 2008

Αυτό που θέλω μέσα από τις μαρτυρίες μου που ξεπερνούν τα τείχη της φυλακής είναι ν’ ανοίξει ένας διάλογος όπως επίσης το να γίνει γνωστό στην κοινωνία ότι θα έχει τους εγκληματίες που της αξίζουν. Το σύστημα επιβολής ποινών συνοψίζεται σε μια λέξη: ΑΠΑΤΗ!!!

Το να λέει κανείς ότι η σκληρότερη μέθοδος είναι η καλύτερη ενώ είναι τελείως αντιπαραγωγική είναι σαν να περνάει τους ανθρώπους για ηλιθίους. Αλλά είναι γεγονός ότι το σύστημα αφήνεται να κατευθύνεται ολοένα περισσότερο απ’ το κοινωνικό αίσθημα (πολιτική βασισμένη στο αίσθημα) παρά από μια επιστημονική προσέγγιση ή ακόμα από ειδικούς που επιβεβαιώνουν για παράδειγμα ότι το καθεστώς απομόνωσης είναι η τελειότερη μέθοδος για να δημιουργήσεις βόμβες που αναμένεται να σκάσουν. Αυτή η μικρή χώρα έχει γίνει δυστυχώς τόσο αντιδραστική που δεν υπάρχει παρά ελάχιστη κριτική ενάντια σ’ ένα τέτοιο σύστημα.

Εξάλλου τα μίντια που πλέουν πάντα σε πελάγη λαϊκισμού, συναισθηματισμών και επιφανειακότητας διαδραματίζουν ένα σημαντικό ρόλο σ’ αυτό. Δεν είναι λίγες οι φορές που αρνήθηκα στα μίντια να γράψουν την ιστορία μου. Αλλά καμιά φορά πρέπει να κάνεις κάτι άσχημο για να λάβεις κάτι καλό, γι’ αυτό και το άρθρο στην De Morgen. Έκοψαν φυσικά πολλά κομμάτια και αφαίρεσαν πολλά πράγματα αλλά πέτυχα το σκοπό μου. Αυτό φαίνεται κι απ’ την άμεση και δυναμική αντίδραση των Vandeurzen και σία (πρώην Υπουργός Δικαιοσύνης που έθεσε σε λειτουργία τη μονάδα απομόνωσης τον Ιούνη του 2008). Ήταν ενδεικτικό· ήξεραν ότι η κατάσταση ήταν κάπως ύποπτη και θέλησαν να προλάβουν την όποια αντίδραση και κριτική. Όλο το Βέλγιο μπόρεσε να δει [στμ. προφανώς γίνεται αναφορά σε τηλεοπτικές εκπομπές όπου επιχειρείται να παρουσιασθεί το εξευγενισμένο πρόσωπο του σωφρονισμού] ότι οι διάδρομοι ήταν καθαροί κι ότι ο χώρος προαυλισμού δεν ήταν και τόσο «συμπαθητικός». Όλος ο κόσμος ξέρει επίσης πως μοιάζει το Γκουαντανάμο χωρίς όμως να γνωρίζει πραγματικά τι συμβαίνει εκεί. Γιατί «ότι δε βλέπουμε, δε συμβαίνει κιόλας» σύμφωνα με το μότο των εν λόγω σαδιστών. Κι αυτό είναι που μ’ εξαγριώνει.

Το ν’ ανοίγεις διάλογο με άτομα που το παίζουν θεοί και πιστεύουν ότι είναι απρόσβλητοι δεν έχει κανένα νόημα, αυτοί δεν καταλαβαίνουν παρά το νόμο του Νεύτωνα, δράση-αντίδραση. Προτιμώ να πεθάνω όρθιος παρά να πρέπει να ζήσω μια ζωή με σκυμμένο το κεφάλι. Ο θεσμός του εγκλεισμού δείχνει ξεκάθαρα ότι «αν το δίκαιο δεν μπορεί να επιβληθεί τότε η εξουσία γίνεται το δίκαιο». Υπάρχουν 10 ψυχίατροι που δηλώνουν ομόφωνα ότι είμαι υπεύθυνος για τις πράξεις μου και συνεπώς ο εγκλεισμός δε θα ‘πρεπε να ισχύσει στην περίπτωσή μου. Όμως υπάρχουν δικαστές για τους οποίους η στέρηση της ελευθερίας και τα τόσα χρόνια φυλάκισής μου χωρίς δυνατότητα επανεξέτασης της ποινής δεν είναι επαρκή και οι οποίοι αποφασίζουν τον εγκλεισμό μου. Κι όλα αυτά χωρίς να στηριχθούν σ’ ένα προφίλ ψυχιατρικό αλλά με το σκεπτικό ότι πρόκειται για έναν «παραβάτη καθ’ υποτροπήν», αν και νομικά δεν είμαι. Κατ’ αυτό τον τρόπο προσπαθούν επίσης να εκμηδενίσουν τις σκέψεις και τις πράξεις μου. Θα τα καταφέρουν όμως; Την απάντηση τη γνωρίζω.

Αυτό που μου συμβαίνει είναι κατευθείαν βγαλμένο από ένα καφκικό σύμπαν. Ξέρω οτι τίποτα δεν είναι αιώνιο και ότι αυτός που γελά τελευταίος είναι ο πιο αργός στη σκέψη. Υπάρχουν πράγματα στη ζωή που μπορούμε να συγκρατήσουμε και άλλα που είναι ασυγκράτητα. Εγώ ανήκω στα τελευταία.

Ασράφ

Φυλακή της Μπρουζ, αρχές 2009

«Υπάρχουν πιθανώς στιγμές όπου είμαστε ανίσχυροι να εμποδίσουμε την αδικία, αλλά όταν πρόκειται να διαμαρτυρηθούμε, αυτές οι στιγμές δε θα ‘πρεπε να υπάρχουν».

Δε βρίσκομαι πια στην απομόνωση, κάτι το οποίο ειλικρινά δεν το περίμενα. Κοντά δυο μέρες ακόμα και θα είχα περάσει 5 συνεχή χρόνια στην απομόνωση. Περίμενα με τόση ανυπομονησία αυτή την αλλαγή κι όμως τελικά η μετάβαση απ’ την απομόνωση προς κάτι πιο ανθρώπινο έγινε ολότελα ξαφνικά. Αυτή η μεταφορά ήταν η καθιερωμένη επιβεβαίωση της αιχμαλωσίας μου. Αυτή ήταν η στιγμή όπου το σύστημα κατάφερε να με περικυκλώσει τελείως. Κι ενώ απομένουν αρκετά χρόνια ακόμα να εκτίσω στη φυλακή.

Είμαστε ένα πείραμα. Και ζούμε μέσα σε μια απομίμηση του φυσικού μας περιβάλλοντος. Η συμπαθητική αρχιτεκτονική και τα απλοϊκά χρώματα αποτελούν κομμάτι της. Οι συνήθεις τομείς της φυλακής μας πνίγουν για τα καλά αλλά όχι μέχρι θανάτου όπως ο τομέας απομόνωσης.

Δε θέλω, συγγνώμη, αρνούμαι να συμμετάσχω σ’ αυτό το τσίρκο. Και δε θα συμφιλιωνόμουν ποτέ με τη συνθήκη του εγκλεισμού. Θέλω μια ύπαρξη που να στηρίζεται στην εσωτερική μας δύναμη και στο μίσος και όχι στην αποδοχή. Κι όλα αυτά μακριά από τις οποιεσδήποτε χάρες. Αυτό είναι που με κρατάει δυνατό. Βρίσκομαι σε πόλεμο με το σύστημα.

Η Δικαιοσύνη δεν μπορεί παρά να είναι ένα σύστημα σε σήψη. Στις υψηλότερες περιοχές και κυρίως στις Βρυξέλλες υπάρχουν πολλοί δημόσιοι υπάλληλοι με την πλήρη έννοια της λέξης. Γι’ αυτούς οι κρατούμενοι δεν είναι παρά φάκελοι. Ξεχνούν πως πίσω απ’ τους φακέλους υπάρχουν πολίτες, υπάρχουν άνθρωποι, γιατί έτσι η δουλειά τους θα γινόταν πιο δύσκολη. Πολλοί άνθρωποι, ή μάλλον η κοινωνία, αγνοεί την πραγματική λειτουργία της δικαιοσύνης. Η κοινωνία δεν ξέρει κι ούτε θέλει να ξέρει ότι αυτού του είδους η θεσμική βία, η οποία οδηγεί σ’ έναν ατελείωτο κύκλο μίσους και νέας βίας, υπάρχει κι εδώ στο Βέλγιο.

Ασράφ

Φυλακή της Μπρουζ, αρχές 2009

«Η ζωή μου είναι ένας αγώνας» (Βολταίρος)

Με αφορμή την απεργία στη Ναμούρ, θα ήθελα να ξεκινήσω από το εξής. Γίνομαι θηρίο όταν βλέπω και διαβάζω με ποιο τρόπο τα συνδικάτα προσπαθούν να δικαιολογήσουν και να υπερασπιστούν την απεργία τους. Τα συνδικάτα έχουν μια κοινωνική θέση που όμοιά της δεν υπάρχει στον κόσμο. Έχουν καταλήξει να είναι η πιο συντηρητική δύναμη της χώρας. Επιπλέον –κι είναι μοναδικό αυτό- τα συνδικάτα δεν είναι ηθικά πρόσωπα οπότε δεν είναι υποχρεωμένα να απολογηθούν για τίποτα. Εξεγείρομαι όταν τους βλέπω να ψήνουν λουκάνικα και χάμπουργκερ μπροστά στην είσοδο της φυλακής της Ναμούρ. Πώς γίνεται να ξεκινά κανείς απεργία στη φυλακή γιατί κάποιος είναι επικίνδυνος; Κάθε κρατούμενος υποτίθεται ότι είναι εξ ορισμού επικίνδυνος, όχι; Αυτό που φοβόμαστε το δημιουργούμε εμείς οι ίδιοι.

Θα έπρεπε να κοιτάξουμε κατά πρόσωπο τις αρνητικές συνέπειες της ακραίας απομόνωσης. Αλλά βασιλεύει εκκωφαντική σιωπή. Ακόμα και η Λίγκα για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου φαίνεται ευχαριστημένη που ο νόμος Ντουπόν θέτει ένα νομικό πλαίσιο για το καθεστώς απομόνωσης. Παρατηρούν απλώς ότι η πορεία της έφεσης δεν παρακολουθείται όπως θα ‘πρεπε κι ότι οι προβλεπόμενες διαδικασίες δεν τηρούνται πάντα. Αντίθετα δεν κάνουν καμία αναφορά στις ολέθριες συνέπειες της παρατεταμένης απομόνωσης.

Στις 21 Νοέμβρη του 2008, το Βέλγιο δέχτηκε ακόμα μια επίπληξη για την πορεία της έφεσης στα πλαίσια της έκθεσης του Συμβουλίου των Ηνωμένων Εθνών κατά των βασανιστηρίων. Καμιά πρωτοβουλία δε λήφθηκε. Πραγματικά πιστεύω ότι οι υπεύθυνοι του σωφρονιστικού συστήματος συγκεντρώνονται μόνο και μόνο για να πάρουν αποφάσεις που καθιστούν ακόμα πιο δύσκολη την επιβίωση μέσα στη φυλακή η οποία είναι ούτως ή άλλως σκληρή και άθλια.

Σε πολλές φυλακές όπου έμεινα, υπήρξα η κινητήριος δύναμη εξεγέρσεων. Δεν μπορούν να με φυλακίσουν αν δεν το επιτρέψω. Κι εγώ αρνούμαι να τους το επιτρέψω. Το χειρότερο είναι ότι οι κρατούμενοι στην πλειονότητά τους έχουν σταματήσει να διεκδικούν και να εξεγείρονται. Νομίζουν ότι είναι η μοίρα τους να υποφέρουν και το αποδέχονται. Δε μιλάνε πια, μοιάζουν με ζόμπι. Το σύστημα αποσπά πληροφορίες από κρατούμενους με αδύναμο χαρακτήρα που νιώθουν ότι απειλούνται˙ αυτοί οι κρατούμενοι βρίσκονται απελπιστικά στριμωγμένοι ανάμεσα στην ανάγκη τους για προστασία και στην ηθική του σωφρονισμού.

Με την πάροδο του χρόνου δεν έγινα πιο ευγενικός. Αντίθετα έχω γίνει ενστικτωδώς πιο σκληρός απέναντι στους φύλακες. Δεν είναι ότι δε με ενοχλούν όσο και πριν. Απλά δεν τους δίνω πλέον καμία σημασία. Δε διακρίνω πλέον ξεχωριστά άτομα. Σχεδόν όλοι κρύβονται κάτω απ’ τις στολές τους. Στ’ αλήθεια με ξαφνιάζει το ότι τους βλέπω ακόμα. Κι όσον αφορά στους συντρόφους στη δυστυχία που κλαψουρίζουν, η υπομονή μου έχει εξαντληθεί. Όλοι αυτοί οι οργισμένοι κρατούμενοι που εδώ και χρόνια δεν κάνουν άλλο από το να παίζουν το ρόλο του θύματος. Δε σταματούν να καταγγέλλουν τη διαφθορά της κοινωνίας και του κράτους, να προτείνουν «καταπληκτικές» εναλλακτικές. Αρνούνται να προσεγγίσουν τη στάση τους με κριτικό τρόπο. Αν πιστέψουμε τα λεγόμενά τους, θα ήμουν περιτριγυρισμένος εδώ από εκατοντάδες πολιτικούς κρατουμένους, από ιδεολόγους, από μεσσίες.Η απλοϊκή τους αντίληψη για τον κόσμο με τρελαίνει. Όχι ότι ο κόσμος δεν είναι παράλογος, η εξουσία αλαζονική και οι μακρόχρονες ποινές σκανδαλώδεις αλλά το να περνάς στην αντεπίθεση 24 ώρες το 24ωρο από αγανάκτηση αποτελεί ναρκισσιστική εκτροπή. Αν αντιτεθείς σ’ αυτά τα άτομα, τότε θα συνεχίσουν με διπλάσιο ζήλο τις προσπάθειες να σε πείσουν, καθότι η παραμικρή αμφιβολία υποσκάπτει την πίστη τους στο ρόλο του αυτοανακηρυχθέντα μάρτυρα. Είναι ζηλωτές της απολογίας, μεγαλομανείς, φονταμενταλιστές με το δογματικό τους μήνυμα σ’ έναν κόσμο που δεν μπορεί ν’ ακούσει.

Παρ’ όλα αυτά, μου είναι δύσκολο να παραπονεθώ για την κατάστασή μου ενώ υπάρχουν άτομα που είναι τυπικά ελεύθερα αλλά τα έχει αγγίξει η μιζέρια, η θλίψη κι η απελπισία. Τι σημασία έχει λοιπόν η απελευθέρωση; Πώς θα μπορούσα ν’ αντιμετωπίσω τις τρέλες και τις εμμονές της «ελεύθερης κοινωνίας»; Ορισμένες φορές φαντάζομαι ότι θα με οδηγούσαν στο να επιθυμήσω και πάλι τη σχετική αποστασιοποίηση της ζωής μέσα σ’ αυτό το κελί, τα φανταστικά όνειρα του μυαλού μου – η Πύρρειος νίκη μου σ’ ένα σύστημα που θα με ξεράσει αργά ή γρήγορα. Κι ας προσπαθεί όσο θέλει η Δικαιοσύνη να με κάνει να σωπάσω, δεν πρόκειται ποτέ να κλονιστώ ούτε να πέσω.

Χαιρετισμούς,
Ασράφ

ΞΕΝΟΣ
ένα γράμμα του Νορντίν από την πτέρυγα απομόνωσης της
Bruges, Απρίλιος 2011

Πιθανόν κάτι να μην πηγαίνει καλά με εμένα, αλλά πάντοτε αισθανόμουν σαν ξένος. Σε όποιο περιβάλλον και να βρίσκομαι, είμαι ξένος. Τίποτα άλλο παρά αλλόχθονας στην πόλη μου. Από τη γέννησή μου, μου κόλλησαν την ταμπέλα αλλόχθονας. Τώρα άλλαξαν το σύστημα, το “εκσυγχρόνισαν”, αν θέλεις, όμως η ουσία παραμένει η ίδια. Λέω αλλόχθονας, γιατί πέρασα πολύ καιρό στη Φλάνδρα, και ακόμη πιο βόρεια, στους Ολλανδούς φίλους, που αποίκησαν το Βέλγιο πριν ακόμη να γίνει Βέλγιο. Στη χώρα που ακόμη κάνει να τρέχουν τα σάλια αυτών των Φλαμανδών υπουργίσκων, στη χώρα που αποτελεί το μεγάλο παράδειγμα γι’ αυτούς. Θα μπορούσα να πω και εγκληματίας. Μαροκάνος εδώ, Βέρβερος εκεί κάτω – φτωχός και βρόμικος – τίποτα περισσότερο από ένα τουρίστα χαμένο στο Mαρόκο.

Αγνόησα τη γλώσσα των σύγχρονων στρατοπέδων συγκέντρωσης, όπως είναι η φυλακή του Vught στην Ολλανδία, όπου με έθαψαν ζωντανό για χρόνια. Από εκεί, μετακινήθηκα στη συνέχεια κάποια χιλιόμετρα πιο πέρα, αλλά το ντεκόρ δεν άλλαξε και πολύ. Άλλωστε, το Βέλγιο μιμήθηκε το λαμπρό παράδειγμα του EBI (Φυλακή Υψίστης Ασφαλείας) στο Vught για να φτιάξει τη δική του πτέρυγα απομόνωσης. Έγκλειστος σε ένα μόνιμο και θεσμοποιημένο κελί στη φυλακή-εργοστάσιο της Bruges, η διαφορά έγκειται στο χρώμα των τοίχων. Με τους δεσμοφύλακες, δε χρειάζεται να συνεννοούμαστε, δεν έχω καμιά δουλειά μαζί τους, δεν πρέπει να βρίσκομαι εδώ.

Ξένος και για τους δικούς μου. Χτύπημα το χτύπημα, εγώ είμαι αυτός που βρίσκεται στο εδώλιο του κατηγορουμένου, κοιτάζω γύρω μου δεν υπάρχει κανείς, τι παράξενο. Κατηγορούμενος και καταδικασθείς καταρχήν από τα ΜΜΕ, με τους δικαστές καταπόδι, και τους έντιμους πολίτες. Και το αποκορύφωμα, από τους υποτιθέμενους συνεργούς: έχει γίνει τόσο αξιέπαινο και εύκολο να συνεργάζεσαι με την αστυνομία για να σώσεις το τομάρι σου. Και αυτοί που ποτέ δεν ήξεραν, δεν είδαν, δεν άκουσαν τίποτα, αμείβονται δεόντως, φυσικά. Παρόλα αυτά, ούτε μια στιγμή δε θα σκεφτόμουν να αλλάξω το παραμικρό. Όπως λένε, τα ζιζάνια πάντα ξαναφυτρώνουν. Και σκοπεύω να είμαι ζιζάνιο στο λιβάδι τους το σπαρμένο με αγαθές προθέσεις. Μπροστά σε ένα κόσμο τόσο αποτρόπαιο, είτε είναι εδώ είτε έξω, το μόνο που έχεις είναι η αξιοπρέπειά σου. Όταν την πουλήσεις, δεν έχει σημασία αν πληρώθηκες καλά, την αξιοπρέπειά σου την πούλησες. Μέσα σου, είσαι ήδη νεκρός.

Καθώς το χρήμα είναι αυτό που κάνει τη Γη να γυρίζει, ούτε και η φυλακή ξεφεύγει από αυτή τη λογική. Η εργασία των φυλακισμένων είναι πραγματική μπίζνα. Εδώ έχει συμβόλαια κάθε λογής επιχείρηση. Τα καμιόνια πηγαινοέρχονται καθημερινά. Από όλες τις φυλακές που γνώρισα, πρέπει να πω πως αυτή της Bruges κάνει μεγάλη μπάζα. Κάπως όπως στις ΗΠΑ, όπου βασιλεύει το χρήμα. Στους 800 φυλακισμένους που βρίσκονται εδώ, ένα μεγάλο μέρος δουλεύει. Για μια αξιοθρήνητη αμοιβή, σε άθλιες συνθήκες, αλλά ποιος ασχολείται με τη νομοθεσία: εγγυημένο κέρδος! Όπως συμβαίνει έξω με τους μετανάστες χωρίς χαρτιά, η εκμετάλλευση δεν έχει όρια. Η διευθύντρια μου ζήτησε κι εμένα να δουλέψω. Εγώ να πάω να ανακατευτώ με τα πλαστικά τους κουβαδάκια ολόκληρη τη μέρα για να γεμίζω τις τσέπες τους; Δε νομίζω.

Εδώ, ένας άντρας είναι τώρα δεμένος χειροπόδαρα σε μια καρέκλα, και με αυτόν τον τρόπο τον σέρνουν στο ντουζ, στα 10 μέτρα από το κελί. Τις τελευταίες μέρες έχει σταματήσει να ουρλιάζει, μόνο κλαίει, μέρα νύχτα. Τους μπουκώνουν όλους με φάρμακα. Λένε ότι είναι βιταμίνες, τους απαντώ πως αν τους καίγεται καρφί για την υγεία μας, να μας δώσουν φρούτα. Ή, πολύ απλά, να μας απελευθερώσουν. Οι νοσοκόμες περνούν τρεις φορές τη μέρα. Και περισσότερες, αν χρειαστεί, όπως τότε που χρειάζονταν πραγματικά να ναρκώσουν τους φυλακισμένους, σε σημείο που να μη μπορούν να κουνηθούν ούτε να μιλήσουν. Ήταν όταν ήρθε η τηλεόραση, πριν 2 εβδομάδες, καθώς ήθελαν να δείξουν ότι εδώ όλα πάνε καλά, σύμφωνα με τους κανόνες. Όταν, προφανώς, δε θα μπορούσαν να μιλήσουν με αυτούς που θα είχαν ίσως κάτι να πουν. Αλλά, έχουμε ξεπεράσει προ πολλού το στάδιο όπου αρκούσε να καταγγέλλει κανείς τι συμβαίνει. Όπως και να έχει , αυτό δε σοκάρει. Πολύ περισσότερο από το να ασκούν σωματική καταστολή κατά των εγκλείστων, κατάφεραν να μπουν στο κεφάλι τους. Από κει και πέρα, χάθηκε το παιχνίδι: ο κόσμος δε βλέπει παρά το τέρας που δημιούργησαν τα ΜΜΕ, τον ξένο. Τέτοια άκρως κατασταλτικά καθεστώτα δεν πέφτουν από τον ουρανό, υπάρχουν άτομα που τους δίνουν σάρκα και οστά, που τα εφαρμόζουν μέρα τη μέρα. Αυτοί είναι οι υπεύθυνοι. Όπως ο κύριος Meurisse και οι λακέδες του. Ο κύριος αυτός, όταν ένας κρατούμενος κατάφερε να αποδράσει από δω, αναγκάστηκε να κρυφτεί σε ένα μπούνκερ μαζί με την οικογένειά του. Ενώ, μπάτσοι οπλισμένοι μέχρι τα δόντια προστάτευαν τη φυλακή της Γάνδης, την επίσημη κατοικία του. Όλοι οι άλλοι, όλοι αυτοί που εκτελούν τις διαταγές του, κρύβονται πίσω του, σαν δειλοί, για να αποποιηθούν των ευθυνών τους.

Το ζήτημα των φυλακών είναι πράγματι πολύ απλό. Σε αυτό το περιβάλλον δεν υπάρχουν 10.000 εναλλακτικές. Υπάρχουν τρεις, για να είμαι ειλικρινής. Ή τρελαίνεσαι ή αυτοκτονείς ή αποδράς. Πράγματι, πολύ απλό. Αυτό που κάνουν αυτοί οι υποκριτές είναι να φλυαρούν περί επανένταξης. Και εν τω μεταξύ, είσαι κλεισμένος εδώ μέσα και πρέπει να δώσεις πραγματική μάχη για να μη χάσεις τις αισθήσεις σου, ούτε τη λογική σου για τα πράγματα που φαίνονται τα πιο απλά. Να αγγίζεις, να βλέπεις, να μυρίζεις, να ακούς. Να σκέφτεσαι την ελευθερία, να βιάζεσαι να την αποκτήσεις, αυτό είναι που σε κρατάει ζωντανό.

Φωτιά σε όλες τις φυλακές…
Γιατί μέσα στις καρδιές μας κουβαλάμε έναν κόσμο καινούριο…