Σχολείο πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης σ’ ένα χωριό στην κάτω μεριά της κοιλάδας της Σούζα. Ένα πρωινό σαν όλα τ’ άλλα· χτυπάει το κουδούνι, όλα τα παιδιά μπαίνουν στην τάξη, κι ενώ μιλάνε μεταξύ τους, καταφτάνει ο δάσκαλος και λέει: «Σήμερα δεν έχει μάθημα, να πάτε στο γυμναστήριο ν’ ακούσετε το σώμα των καραμπινιέρων». Κι έτσι μπαίνουν «σε σειρά» και παίρνουν θέσεις. Ο καραμπινιέρος ομιλητής εξηγεί με πάσα λεπτομέρεια πόσο καλό κάνουνε στον πληθυσμό, εξηγεί τι είναι ο εκφοβισμός και πώς μπορούν να παρεμβαίνουν σε τέτοιες περιπτώσεις, λέει ότι αποστολή τους είναι να βοηθούν τους πλέον αδυνάτους και να πιάνουνε τους κακούς, ώσπου δείχνει κι ένα ωραίο βίντεο με περιπολικά να σπινιάρουν, κακούς να συλλαμβάνονται και παιδάκια να σώζονται. Το όλο πράγμα φαίνεται να ’χει ολοκληρωθεί με τον καλύτερο δυνατό τρόπο… μα υπάρχει ένα αλλά.
Γιατί τα παιδιά μπορούν να του κάνουν ερωτήσεις, και πρώτη παίρνει το λόγο μια πιτσιρίκα απ’ την έκτη τάξη (11 ετών), που του λέει με πάσα ειλικρίνεια: «Λέτε πως κάνετε τόσο καλό, αλλά εγώ ξέρω ότι σ’ αυτή την κοιλάδα χτυπήσατε με ρόπαλα και δείρατε τους no tav, δε μου φαίνεται τόσο καλό αυτό». Κατόπιν αυτού, ο καραμπινιέρος δείχνει τι ρόλο βαράει, κι αντί να λήξει το ζήτημα με κάνα αστειάκι, ξεκινάει ένα μακροσκελή πανηγυρικό λόγο εναντίον των no tav: «Είναι ανυπάκουοι (χρησιμοποιεί ακριβώς τον όρο αυτόν), δεν ακούνε, όπως όταν ένα παιδάκι δεν ακούει τη μαμά του», και σ’ ένα βαγκνέρειο κρεσέντο αρχίζει να λέει ότι μεταμφιέζονται, ρίχνουν πέτρες και βόμβες, επιτίθενται στα δίκτυα και κάνουν παράνομα πράγματα, και επαναλαμβάνει αυτό το παράνομα μπόλικες φορές.
Η μικρή τον ακούει, κι όταν αυτός τελειώνει το λογύδριό του, εκείνη έχει ακόμη στο χέρι το μικρόφωνο, κι απαντάει: «Εμένα μου φαίνεται πως πρώτοι απ’ όλους είσαστε εσείς παράνομοι. Ρίχνετε δακρυγόνα που τ’ απαγορεύει όλος ο κόσμος, εσείς θα ’πρεπε να ’σαστε νόμιμοι». Σ’ εκείνο το σημείο συμβαίνει τ’ αναπάντεχο, δηλαδή όλα τα παιδιά ξεσπάνε σε παλαμάκια επικροτώντας το κορίτσι της έκτης, και ο καραμπινιέρος καταπίνει τη γλώσσα του. Η πιτσιρίκα μέσα σ’ όλη τη συναισθηματική ένταση βουρκώνει, κι όλα τα παιδιά την πλησιάζουν: της κάνουν κομπλιμέντα, την αγκαλιάζουν, της λένε πως είναι μια μικρή ηρωίδα. Τις επόμενες ώρες δε μιλάνε και για τίποτ’ άλλο. Γίνεται λόγος για το «εκτάκι» που ’κανε τον πολισμάνο να το βουλώσει.
Νιώθουμε ήρεμοι γιατί έχουν ήδη χάσει…
πηγή: spinta dal bass