Στις 24 Σεπτέμβρη 2014, κατά τη διάρκεια της δίκης εναντίον τους στο Τορίνο, οι αναρχικοί αιχμάλωτοι Κιάρα Τζενόμπι, Κλάουντιο Αλμπέρτο, Ματτία Τζανόττι και Νικκολό Μπλάζι ανέλαβαν περήφανα την ευθύνη για τη συμμετοχή τους στο σαμποτάζ που πραγματώθηκε τον Μάη του 2013 στο εργοτάξιο της υπερταχείας TAV στο Κιομόντε. Μπορείτε να ακούσετε τα λόγια τους στο macerie. Ακολουθεί η μετάφραση των δηλώσεων των τεσσάρων συντρόφων στο δικαστήριο.
Γνώριζα τους ορεινούς τόπους της Μανταλένα και της κοιλάδας Κλαρέα προτού τους πατήσει το εργοτάξιο της υπερταχείας. Σε κείνα τα δάση περπάτησα, κοιμήθηκα, έφαγα, τραγούδησα, χόρεψα. Σε κείνα τα μέρη βίωσα αποσπάσματα μιας ζωής μονάκριβης μαζί με φίλους που τώρα πια δεν είναι εδώ και που τους κουβαλάω στην καρδιά μου.
Σε κείνα τα μέρη ξαναγύρισα κάμποσες φορές με τα χρόνια.
Μέρα και νύχτα, πρωί και βράδυ, καλοκαίρι και χειμώνα, φθινόπωρο και άνοιξη. Είδα κείνους τους τόπους ν’ αλλάζουν με το πέρασμα του χρόνου, τα δέντρα να σωριάζονται χτυπημένα κατά δεκάδες προκειμένου ν’ ανοίξει ο δρόμος για τους φράχτες με τα συρματοπλέγματα. Είδα το εργοτάξιο να μεγαλώνει κι ένα κομμάτι του δάσους ν’ αφανίζεται, τους πύργους φωτισμού να ξεπηδάνε σαν τα μανιτάρια και τα στρατά να καταφτάνουν για να επιτηρήσουν ένα σεληνιακό ερημικό τοπίο με τα ίδια τεθωρακισμένα οχήματα που περιπολούν τα βουνά του Αφγανιστάν.
Κι έτσι, για άλλη μια φορά, γύρισα στην κοιλάδα Κλαρέα εκείνη την περίφημη πια νύχτα του Μαγιού.
Πολλά, πάρα πολλά ειπώθηκαν και γράφτηκαν για κείνη τη νύχτα, μα ούτε είναι μέλημά μου, ούτε και με νοιάζει να πω πώς μεταγράφεται κείνη η χειρονομία στη γραμματική του ποινικού κώδικα.
Αυτό που μπορώ να πω είναι πως κείνη τη νύχτα ήμουνα κι εγώ εκεί.
Τ’ ότι δεν πήγα εκεί με στόχο να σπείρω τον τρόμο σε άλλους, ή κάτι χειρότερο, μπορεί να το καταλάβει οποιοσδήποτε έχει κοινή λογική και γνωρίζει έστω κι ακροθιγώς ποια είναι η φύση του αγώνα NO TAV και το πλαίσιο της συντονισμένης ηθικής στο εσωτερικό του οποίου τούτος ο αγώνας εκφράζει την 20ετή αντίστασή του.
Τ’ ότι πήγα εκεί για να εκφράσω γι’ άλλη μια φορά τη ριζική μου εχθρότητα απέναντι σ’ αυτό το εργοτάξιο, και ει δυνατόν να σαμποτάρω τη λειτουργία του, το λέω από μόνος μου.
Κι αν σήμερα αποφασίσαμε να πάρουμε το λόγο προτού αυτή η διαδικασία μπει στη ζούγκλα των πορισμάτων πραγματογνωμοσύνης και των αντικρούσεων εμπειρογνωμόνων περί φωνητικής ταυτοποίησης είναι για να βεβαιώσουμε μιαν απλή αλήθεια: εκείνες οι φωνές είναι οι δικές μας.
Πάνω σ’ αυτό η εισαγγελία έχει κατασκευάσει μία ιστορία. Μια ιστορία σύμφωνα με την οποία τα κινητά τηλέφωνα συνιστούν αποδείξεις της ύπαρξης μιας αλυσίδας κομάντο, ή ακόμα κι ενός παραστρατιωτικού σχεδιασμού, αλλά η αλήθεια –ως συνήθως– είναι πολύ πιο απλή και λιγότερο πομπώδης.
Στην κοιλάδα της Σούζα υπάρχει ένα σύνθημα που με τα χρόνια έγινε κοινός τόπος όσων συμμετέχουν στον αγώνα ενάντια στην υπερταχεία TAV και προσανατολίζει στην πράξη τις ενέργειες διατάραξης του εργοταξίου. Αυτό το σύνθημα λέει: «μαζί πάμε και μαζί γυρνάμε» (si parte e si torna insieme). Σημαίνει πως σε αυτόν τον αγώνα κινούμαστε μαζί. Μαζί πηγαίνουμε και μαζί γυρίζουμε. Κανείς δε μένει πίσω. Σ’ αυτό χρησιμέψανε τα τηλέφωνα κείνο το βράδυ, σ’ αυτό και οι φωνές μας.
Το να μιλά κανείς αντ’ αυτού για αρχηγούς, για οργανογράμματα, για κομάντο, για στρατηγούς σημαίνει πως θέλει να προβάλει σ’ αυτό το γεγονός τη σκιά ενός κόσμου που δεν είναι ο δικός μας και να στρεβλώσει τον ίδιο τον τρόπο με τον οποίο υπάρχουμε κι αντιλαμβανόμαστε την κοινή δράση.
Σε ό,τι μ’ αφορά, χαρίζω στους ενθουσιώδεις σπεκουλάτορες της υπερταχείας το θλιβερό προνόμιο του να είναι αδίστακτοι με τις ζωές των άλλων, όπως τους χαρίζω και τη λατρεία του πολέμου, των κομάντο και της αποκομιδής κέρδους με κάθε κόστος.
Εμείς κρατάμε σφιχτά τις αξίες της αντίστασης, της λευτεριάς, της φιλίας και της κοινότητας, και μέσα απ’ αυτές αποζητάμε ν’ αντλήσουμε δύναμη όπου κι αν μας βγάλουν οι συνέπειες των επιλογών μας.
Ματτία.
*
Τη νύχτα της 13ης προς τη 14η Μάη 2013 συμμετείχα στο σαμποτάζ που πραγματοποιήθηκε εναντίον του εργοταξίου της Μανταλένα στο Κιομόντε. Ιδού η αποκάλυψη του μυστηρίου.
Δε με εκπλήσσει που οι ανακριτές, στην προσπάθειά τους ν’ ανακατασκευάσουν τα γεγονότα, χρησιμοποιούν λέξεις όπως «έφοδος, τρομοκρατική ενέργεια, παραστρατιωτικές ομάδες, θανατηφόρα όπλα». Όποιος έχει συνηθίσει να ζει και να προασπίζεται μια κοινωνία βαθιά ιεραρχημένη, δεν μπορεί να καταλάβει αυτό που συμβαίνει τα τελευταία χρόνια στην κοιλάδα της Σούζα. Για να το περιγράψει, επόμενο είναι να επικαλείται τη δικιά του κουλτούρα, τη διαποτισμένη με πολεμικούς όρους. Δεν έχω την πρόθεση να σας κουράσω εξηγώντας τα κίνητρα που μ’ έκαναν να δεσμευτώ στον αγώνα ενάντια στην υπερταχεία TAV ή το τι σημαίνει η υπεράσπιση αυτής της κοιλάδας, θέλω μονάχα να επισημάνω πως οτιδήποτε έχει να κάνει με πόλεμο ή στρατούς με ανατριχιάζει.
Κατανοώ την απογοήτευση της κοινής γνώμης και των παραμυθάδων της για την επανεμφάνιση αυτού του γνωστού άγνωστου, του σαμποτάζ, δεδομένου πως τόσον καιρό πάσχιζαν να το θάψουν κάτω από τόνους ψεμάτων.
Είναι χάρη στον αγώνα ενάντια στην υπερταχεία που αναβίωσε τούτη η πρακτική, μαζί κι η γνώση της επιλογής για το πότε και πώς τίθεται σ’ εφαρμογή, καθώς κι η ικανότητα να διακρίνει κανείς το δίκαιο από το νόμιμο.
Είναι ο αγώνας ενάντια στην υπερταχεία που φέρει τη μεγάλη ευθύνη να παραμείνει πιστός στις ελπίδες που τόσοι εκμεταλλευόμενοι εναποθέτουν πάνω του και να πράξει τα δέοντα για ν’ απολαύσουμε ξανά τη γεύση του λυτρωμού.
Ας μου επιτραπεί να επιστρέψω μερικές κατηγορίες στην ενάγουσα αρχή. Κατηγορούμαστε πως πράξαμε έτσι ώστε να πλήξουμε ανθρώπους ή στην καλύτερη πως σταθήκαμε αδιάφοροι απέναντι στην παρουσία τους, σαν να επιδείξαμε μια βαθιά απαξίωση για τη ζωή των άλλων. Αν υπάρχει κάποιος που επιδεικνύει αυτή την απαξίωση πρέπει να τον ψάξει κανείς ανάμεσα στις τάξεις των μιλιταριστών που εξάγουν ειρήνη και δημοκρατία ανά τον κόσμο, οι ίδιοι που με αφοσίωση και επαγγελματικότητα περιφρουρούν το εργοτάξιο στη Μανταλένα. Όσον αφορά την κατηγορία περί τρομοκρατίας δεν προτίθεμαι να υπερασπιστώ τον εαυτό μου. Η αλληλεγγύη που λάβαμε από τη μέρα της σύλληψής μας ως και τα σήμερα καταρρίπτει επαρκώς μια τόσο θρασεία κατηγόρια. Αν πίσω από αυτήν τη διωκτική επιχείρηση υπάρχει η, όχι και τόσο καλά κρυμμένη, σκοπιμότητα να τελειώσετε μια και καλή με τον αγώνα NO TAV, σας λέω πως αποτύχατε οικτρά.
Κλάουντιο.
*
Οι λόγοι που με ώθησαν να πάρω μέρος στον αγώνα της κοιλάδας της Σούζα είναι πολλοί, κι ακόμα περισσότεροι οι λόγοι που με έκαναν να παραμείνω και να συνεχίσω να πορεύομαι σ’ αυτόν το δρόμο. Στο ενδιάμεσο υπάρχει μια διαδρομή συλλογικής ωρίμανσης, δημόσιων και κλειστών συνελεύσεων, κατασκηνώσεων και συγκεντρώσεων, σύγκρουσης και ρήξης. Στο ενδιάμεσο στέκει η ζωή, αυτή της καθημερινότητας, του κάθε χαράματος και της κάθε άγρυπνης νύχτας, του ξηρού λαιμού πάνω σε βραχώδεις πλαγιές και του κολατσιού στα πεταχτά, των μικρών αγγαρειών και των μεγάλων συγκινήσεων.
Σε αυτήν τη διαδρομή όσοι αγωνίζονται έχουν μάθει ν’ ακριβολογούν, να λένε τα πράματα με τ’ όνομά τους κι όχι με το επίσημο κάλυμμα που μας τα σερβίρουν, όπως στην περίπτωση ενός εργοταξίου που πρώτα ήτανε φυλάκιο και τώρα μετατράπηκε σε φρούριο. Λόγια που μπορούν να αποκαταστήσουν τη συναισθηματική φόρτιση και τον αντίκτυπο που έχουν στις ζωές μας συγκεκριμένες επιλογές των αντιπάλων, όσων δηλαδή αποφάσισαν να επενδύσουν σε αυτό το μεγάλο έργο. Είναι στην περιγραφή των ίδιων μας των δράσεων που ανακαλύπτουμε σε όλο τους το μεγαλείο και την απλότητα κουβέντες βγαλμένες από ένα λεξικό που φάνταζε αρχαίο.
Μια ακριβολογία στη γλώσσα, που συνειδητοποιώ πως δεν είναι και τόσο διαδεδομένη στον κόσμο που μας περιβάλλει, όταν διαβάζω για τα απίθανα «κομάντο» που, σύμφωνα με μια συγκεκριμένη ανασκευή των γεγονότων την οποία αβαντάρουν και τα μίντια, λέει πως εφόρμησαν στο εργοτάξιο τη νύχτα της 13ης Μάη. Μια λέξη εξαιρετικά ατυχής, όχι μονάχα επειδή παραπέμπει σε πράξη κατόπιν εντολής, αλλά και εξαιτίας ενός υπαινιγμού μισθοφορικού, απαράδεκτου, για όσους θα ’τανε διατεθειμένοι να χρησιμοποιήσουν οποιοδήποτε μέσο προκειμένου να πετύχουν το στόχο τους.
Απεναντίας, όσοι αγωνίζονται έχουν μάθει να διοχετεύουν με ευφυΐα ακόμα και τα ισχυρά και παράφορα πάθη που γεννήθηκαν από τα τόσο πολλά πλήγματα που υπέστησαν, όταν ένας φίλος έχασε το ένα μάτι από δακρυγόνο ή ένας άλλος αργοπέθαινε.
Σε ό,τι με αφορά, η κοιλάδα Κλαρέα είναι φίλη μου ήδη από το 2011, όταν με γυμνά χέρια ξαναγεμίζαμε με χώμα τις τρύπες που είχαν ανοίξει οι εκσκαφείς κατά τη διάρκεια της επέκτασης του εργοταξίου.
Θυμάμαι πως ανάμεσα στ’ αντίσκηνα κείνης της κατασκήνωσης αντηχούσε ένα τραγούδι, ανάμεσα στα τόσα που σκαρφιζόμασταν για να διασκεδάσουμε και να πάρουμε δύναμη, το οποίο πατούσε πάνω στη μελωδία ενός παλιού παρτιζάνικου ύμνου, κι έλεγε η πρώτη στροφή: «κατεβαίνουμε ενωμένοι απ’ τα δάση του Τζαλιόνε…». Τα τελευταία χρόνια τούτες οι κουβέντες ειπώθηκαν, ακολουθήθηκαν και ξαναπροτάθηκαν πολλάκις, κι όταν εκείνη τη μαγιάτικη νύχτα κάποιοι αποφάσισαν με περίσσια αποφασιστικότητα να τις κάνουν πράξη, ήμουνα κι εγώ ανάμεσά τους. Μία απ’ τις φωνές που ακούστηκαν μέσα από κείνο το τηλέφωνο ήταν η δικιά μου. Όμως, άμα σταθεί κανείς σε μια προσωπική ευθύνη για να της πλέξει ή όχι το εγκώμιο, δεν είναι σε θέση ν’ αποδώσει κείνο το συλλογικό αίσθημα που ωρίμασε μέσα στα σπίτια τόσων οικογενειών, στην κοιλάδα και στην πόλη, ή ανάμεσα σε κουβέντες και πιόματα σε κάποιο μπαρ, στις πλατείες και στους δρόμους, στις εύθυμες μαζώξεις, αλλά και στις πιο ζόρικες στιγμές. Ένα αίσθημα που μπόρεσε να εκφραστεί σ’ ένα από τα πιο πολυφωναγμένα συνθήματα μετά τη σύλληψή μας, το οποίο περιγράφει σε ποιους ανήκει κείνη η χειρονομία: «πίσω από κείνα τα πλέγματα ήμασταν όλοι…». Ένα σύνθημα που μας πάει πίσω σε μια λαϊκή συνέλευση, που έλαβε χώρα στο Μπουσσολένο τον Μάη του 2013, με το οποίο ολάκερο το κίνημα χαιρέτιζε κι αποδεχόταν εκείνη τη χειρονομία αποκαλώντας τη σαμποτάζ.
Κι αν πίσω από κείνα τα πλέγματα ήμασταν όλοι, πίσω απ’ αυτά τα κάγκελα υπάρχει ένα κομμάτι απ’ τον καθέναν, ικανό να μας στηρίζει και να μας δίνει δύναμη. Γι’ αυτό, ακόμα κι εδώ, όποιες κι αν είναι οι συνέπειες των δράσεών μας, δε θα είμαστε μόνοι μας απέναντί τους.
Νικκολό.
*
Σε αυτή την αίθουσα δεν πρόκειται να βρείτε τα λόγια για ν’ αφηγηθείτε κείνη τη μαγιάτικη νύχτα. Χρησιμοποιείτε τη γλώσσα μιας κοινωνίας συνηθισμένης στους στρατούς, στις κατακτήσεις, στην επιβολή. Οι στρατιωτικές και παραστρατιωτικές επιθέσεις, η αδιάκριτη βία, τα πολεμικά όπλα ανήκουν στα κράτη και στους ομοίους τους.
Εμείς προτάξαμε την καρδιά ξεπερνώντας την παραίτηση.
Ρίξαμε έναν κόκκο άμμου στα γρανάζια μιας προόδου της οποίας το μόνο απότοκο είναι η αδιάκοπη καταστροφή του πλανήτη όπου κατοικούμε.
Ήμουνα παρούσα κείνη τη νύχτα κι είναι δικιά μου η γυναικεία φωνή που υποκλάπηκε.
Μοιράστηκα ένα κομμάτι της ζωής μου με όλους αυτούς τους άντρες κι όλες αυτές τις γυναίκες που εδώ και περισσότερα από 20 χρόνια αντιτάσσουν ένα ανυποχώρητο όχι σε μιαν ισοπεδωτική αντίληψη για τον κόσμο. Και γι’ αυτό είμαι περήφανη κι ευτυχισμένη.
Κιάρα.