Βραζιλία: Εργατική εξέγερση στον υδροηλεκτρικό σταθμό του Ζιράο στη Ρονδόνια

Την Πέμπτη, 17 Μαρτίου, περίπου 1.000 εργάτες που δουλεύουν κάτω από άθλιες συνθήκες για την κατασκευή του μεγαλύτερου υδροηλεκτρικού σταθμού της Βραζιλίας στις όχθες του ποταμού Ριβέιρο στην επαρχία της Ρονδόνια, συγκρούστηκαν με τις δυνάμεις καταστολής κατά τη διάρκεια διαδήλωσης για τη διεκδίκηση των -όχι και τόσο αυτονόητων τελικά- εργασιακών τους δικαιωμάτων. Οι εξεγερμένοι εργάτες πυρπόλησαν το κέντρο υγείας, τις αποθήκες, όλα τα γραφεία, 35 «καταλύματα» (στην πραγματικότητα, τρώγλες ανάλογες των Σενζάλας – των κοινών χώρων στέγασης των σκλάβων στο παρελθόν), 45 λεωφορεία και κατασκευαστικά μηχανήματα.

Συνολικά 22.000 εργάτες από διάφορες περιοχές της Βραζιλίας δουλεύουν σε αυτό το γιγαντιαίο εργοτάξιο ως σύγχρονοι σκλάβοι. Έχουν φτάσει εκεί μετά τις υποσχέσεις των ατζέντηδων εργασίας, ευρύτερα γνωστών στην Βραζιλία ως «γάτων». Η καπιταλιστική κόλαση στην καρδιά του Αμαζονίου θέλει τους  εργάτες απλήρωτους για τις υπερωρίες, υποχρεωμένους να έχουν στάνταρ ωράριο για το πότε θα κάνουν μπάνιο, περιλαμβάνει τη σωματική τιμωρία σε διάφορες περιπτώσεις, εξωφρενικές τιμές πώλησης των ειδών πρώτης ανάγκης και πάνω απ’ όλα μια επιδημία μαλάριας, που χτύπησε τους εργάτες λόγω της μεγάλης πληθυσμιακής συγκέντρωσης.

Η κοινοπραξία της ESBR, που αποτελείται από τη γαλλικών συμφερόντων GDF Suez (τη δεύτερη μεγαλύτερη στον τομέα της ενέργειας παγκοσμίως) με ποσοστό 50,1% , το διαβόητο γκρουπ του βραζιλιάνικου καπιταλισμού των Camargo Corrêa με ποσοστό 9,9% και τις επίσης βραζιλιάνικες εταιρείες Eletrobras Eletrosul και Eletrobras Chesf με ποσοστό 20% η καθεμία, αρνήθηκε να παράσχει τις ελάχιστες υποδομές για την αντιμετώπιση της επιδημίας. Το γεγονός αυτό, σε συνδυασμό με τη φυλάκιση ενός εκ των εργατών που αγωνίζονταν για τη βελτίωση των συνθηκών εργασίας, πυροδότησε την εξέγερση.

Η απάντηση του κυβερνήτη της Ρονδόνια, Κονφούσιου Μόουρα, ήταν να στείλει στην περιοχή την εθνοφρουρά για να καταστείλει τις διαμαρτυρίες. Οι δυνάμεις καταστολής εισέβαλαν τα ξημερώματα στα σπίτια των εργατών επιτιθέμενοι στις οικογένειές τους και πετώντας τις στο δρόμο. Συνολικά 12.000 εργάτες εκδιώχθηκαν από την περιοχή και βρέθηκαν να κοιμούνται στο ύπαιθρο, ενώ πολλοί ήταν οι τραυματίες και δεκάδες οι συλληφθέντες.

Η κατασκευή του υδροηλεκτρικού σταθμού του Ζιράο, καθώς και του αντίστοιχου του Σάντο Αντόνιο στον ίδιο ποταμό εντάσσεται στο πλαίσιο του «Προγράμματος επιτάχυνσης της ανάπτυξης», όπως καθορίστηκε από την κυβέρνηση του Λούλα ντα Σίλβα τον Γενάρη του 2007. Πρόκειται για μια επένδυση ύψους 11 δισεκατομμυρίων ρεάις (περίπου 4,7 δισ. ευρώ), που μόνο αθώα δεν είναι. Πίσω από τη βιτρίνα της «ανάπτυξης» δεν εδρεύει μονάχα η στυγνή εκμετάλλευση χιλιάδων εργατών, αλλά και ο εκτοπισμός των αυτόχθονων κοινοτήτων της περιοχής και η απειλούμενη οικολογική καταστροφή (καταστροφή του κύκλου του ποταμού και της βιοποικιλότητας της περιοχής, και πρόκληση επιδημιών μαλάριας και δάγγειου πυρετού ). Ένα ακόμα φαραωνικό έργο του διεθνοποιημένου Κεφαλαίου, μια πραγματική ληστρική επιδρομή των φυσικών και ανθρώπινων πόρων.

Η εργατική αυτή εξέγερση ενάντια στη σύγχρονη σκλαβιά, αυθόρμητη και αυτόνομη, χωρίς τη διαμεσολάβηση του πουλημένου συνδικάτου -που έσπευσε να την καταδικάσει- και αντιμέτωπη με την άγρια καταστολή του κρατικού μηχανισμού, θυμίζει την εξέγερση των Καντάνγκος (οικοδόμων εργατών) την εποχή της κατασκευής της πόλης της Μπραζίλια, και τους αγώνες τους ενάντια στις άθλιες εργασιακές συνθήκες και στην καπιταλιστική εκμετάλλευση. Θυμίζει τους εκατοντάδες εξεγερμένους που σφαγιάστηκαν από τις δυνάμεις καταστολής τότε, αλλά και τα χιλιάδες εργατικά ατυχήματα σε όλο τον κόσμο ως σήμερα.

Οι φλόγες που άναψαν στη Ρονδόνια οι εξεγερμένοι εργάτες φωτίζουν το δρόμο όλων των καταπιεσμένων.

ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗ ΣΤΟΥΣ ΕΞΕΓΕΡΜΕΝΟΥΣ ΕΡΓΑΤΕΣ ΤΗΣ ΡΟΝΔΟΝΙΑ!

πηγές: 1, 2, 3